Αυτό που ξέσπασε τον Οκτώβριο, μετά την τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ, ως ένας πόλεμος με δύο παίχτες, εξελίσσεται αργά, αλλά σταθερά σε μία μεγάλη περιφερειακή σύγκρουση, στην οποία σύρονται η μία χώρα μετά την άλλη. Ο Λίβανος ήταν ο πρώτος που ενεπλάκη, αν και όχι σε απευθείας σύγκρουση, καθώς η Χεζμπολάχ άρχισε τις επιθέσεις με ρουκέτες στα σύνορα με το Ισραήλ. Μετά ήταν η σειρά της Συρίας, με το Ισραήλ να στοχεύει τα αεροδρόμιά της. Όλη η Μέση Ανατολή πλέον βράζει.
Το Ιράν και η Ιορδανία έχουν πραγματοποιήσει επίσης βομβαρδισμούς στη Συρία μόνο τον τελευταίο μήνα. Το Ιράν έχει ανοίξει πυρ και κατά του Πακιστάν, με το τελευταίο να απορεί ίσως πώς ενεπλάκη σε αυτό το χάος. Η Υεμένη έχει έμμεσο ρόλο, καθώς οι Χούθι βγήκαν μπροστά και στο όνομα του «παλαιστινιακού σκοπού» πραγματοποιούν συνεχείς επιθέσεις κατά εμπορικών πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα. Οι ΗΠΑ που έχουν ως πρωταρχικό στόχο να αποτρέψουν μία περιφερειακή σύρραξη εκρηκτικών διαστάσεων, αναγκάστηκαν και αυτές να χτυπήσουν στόχους στην Υεμένη, έχοντας στο πλευρό τους και τη Βρετανία.
Αν και πλησιάζει στον πέμπτο μήνα του, ο πόλεμος δεν φαίνεται να είναι κοντά στον τερματισμό του. Ο ισραηλινός στρατός δεν έχει βρει ακόμη τους κορυφαίους ηγέτες της Χαμάς, ούτε έχει φέρει στην πατρίδα τους ομήρους, που έπιασαν οι τρομοκράτες. «Από τις 7 Οκτωβρίου οι τρεις ισχυρότερες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής έπρεπε όλες να επανεκτιμήσουν τα δόγματα ασφαλείας τους. Η στρατιωτική πρωτοκαθεδρία του Ισραήλ κλονίστηκε. Οι πληρεξούσιοι του Ιράν βγήκαν να πολεμήσουν για τον προστάτη τους. Και η Αμερική σύρθηκε πίσω σε μια περιοχή από την οποία ήθελε να φύγει. Κανείς δεν είναι σίγουρος πώς να προχωρήσει. Καθώς ο πόλεμος της Γάζας παρατείνεται, μια χαοτική περιφερειακή σύγκρουση συνεχίζει να επεκτείνεται» σχολιάζει ο Economist.
Οι επιδιώξεις του Ιράν
Στις 20 Ιανουαρίου, σιίτες πολιτοφυλακές στο Ιράκ (που υποστηρίζονται από το Ιράν) εκτόξευσαν μπαράζ ρουκετών και βαλλιστικών πυραύλων κατά της αεροπορικής βάσης αλ Άσαντ της Αμερικής στο δυτικό Ιράκ. Οι περισσότεροι αναχαιτίστηκαν από Patriot, αλλά κάποιοι χτύπησαν τη βάση και τραυμάτισαν Αμερικανούς και Ιρακινούς. Είχαν προηγηθεί επιθέσεις της Τεχεράνης σε όλη την περιοχή της Μέσης Ανατολής: στο στόχαστρο βρέθηκαν «στόχοι τρομοκρατών» στη Συρία και το Πακιστάν και μία ισραηλινή «βάση κατασκοπείας» στο ιρακινό Κουρδιστάν. Το χτύπημα στο Πακιστάν πυροδότησε αντίποινα και φόβους για νέα μεγάλη σύρραξη μεταξύ των δύο δυνάμεων, αν και τελικά έκαναν πίσω.
Αυτά τα περιστατικά, όπως σχολιάζουν αναλυτές, αποκαλύπτουν την αναταραχή στους κόλπους του ιρανικού καθεστώς. Το Ισραήλ διεξάγει έναν όχι και τόσο μυστικό πόλεμο εναντίον του, δολοφονώντας μέλη του Σώματος Φρουρών της Ισλαμικής Επανάστασης στη Συρία και διοικητές της Χεζμπολάχ στον Λίβανο. Στο εσωτερικό της χώρας μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων (όπως η διπλή βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας με 100 νεκρούς, την ευθύνη για την οποία ανέλαβαν οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους) προκαλεί επίσης τριγμούς.
Για δεκαετίες, εξηγεί ο Economist, το Ιράν έχει καλλιεργήσει ένα δίκτυο οργανώσεων για την προβολή ισχύος σε όλη την περιοχή. Τώρα βρίσκεται σε μία περίεργη θέση, κατά την οποία αγωνίζεται να αναπτύξει αυτό το δίκτυο, αποφεύγοντας ταυτόχρονα την άμεση εμπλοκή στη σύγκρουση. Και ενώ το ίδιο θα ήθελε αναγκάσει το Ισραήλ να αποδεχθεί την κατάπαυση πυρός στη Λωρίδα της Γάζας και να απομακρύνει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Μέση Ανατολή, οι οργανώσεις που δρουν για λογαριασμό του έχουν πετύχει ακριβώς το αντίθετο.
Οι λεπτές ισορροπίες των ΗΠΑ
Τις δικές τους ισορροπίες προσπαθούν να βρουν και οι ΗΠΑ. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν είναι προσεκτικός: δεν θέλει να παρασυρθεί σε άλλον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, σίγουρα όχι σε ένα έτος εκλογών. Στο Ιράκ και τη Συρία, οι αμερικανικές δυνάμεις απαντούν πολύ λιγότερο συχνά από ό,τι δέχονται επίθεση. Και η αμερικανική εκστρατεία κατά των Χούθι ξεκίνησε μόνο μετά από επανειλημμένες προειδοποιήσεις προς την ομάδα και ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καταδικάζει τις επιθέσεις τους στη ναυτιλία. Αποτέλεσμα όμως δεν έρχονται.
Και ο παράγοντας «Νετανιάχου»
Τα αραβικά κράτη, εν τω μεταξύ, προωθούν αθόρυβα το δικό τους σχέδιο για τον τερματισμό του πολέμου. Η Σαουδική Αραβία θα συμφωνούσε να ομαλοποιήσει τις σχέσεις με το Ισραήλ με αντάλλαγμα τη δέσμευση για τη δημιουργία ενός παλαιστινιακού κράτους. Τα κράτη του Κόλπου φοβούνται μήπως επιβαρυνθούν με την ευθύνη για την ανοικοδόμηση μίας ισοπεδωμένης Γάζας, αλλά είναι πρόθυμα να υποστηρίξουν την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία κυβερνά τμήματα της Δυτικής Όχθης, εάν ανακτήσει τον έλεγχο στον θύλακα.
Πόσο εφικτό είναι όμως αυτό, όταν ο Μπενιαμίν Νετανιάχου απορρίπτει τη λύση των δύο κρατών, ερχόμενος ακόμη και δημόσια σε σύγκρουση για το ζήτημα αυτό με τον Τζο Μπάιντεν; Όλοι επιζητούν ένα τέλος, αλλά αυτό δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.