© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Σχεδόν 30 μονάδες. Τόση ήταν η διαφορά που εξασφάλισε ο Ντόναλντ Τραμπ στις προκριματικές της χιονισμένης Άιοβα – στην πρώτη εσωκομματική αναμέτρηση για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου. Οι ψηφοφόροι του χάρισαν ποσοστό άνω του 51% (και 20 από τους 40 αντιπροσώπους), την ώρα που άφησαν τους αντιπάλους του Ρον ΝτεΣάντις και Νίκι Χέιλι στο 21% και 19% αντίστοιχα. Είναι το ευρύτερο προβάδισμα που έχει πετύχει ποτέ υποψήφιος σε προκριματικές κάλπες των Ρεπουμπλικάνων.
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal κύκλοι του πρώην προέδρου των ΗΠΑ έσπευσαν να σχολιάσουν πως ο θρίαμβος αυτός στην πρώτη αναμέτρηση θα πρέπει να οδηγήσει τους αντιπάλους του στο να αποσυρθούν άμεσα από την κούρσα, αφήνοντας τον βασικό διεκδικητή να αντιπαρατεθεί αποκλειστικά με τον νυν πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν. Εκείνοι αντιστέκονται. Ο ΝτεΣάντις – αν και εξαπέλυσε επίθεση στα μέσα ενημέρωσης, που όπως είπε τον πολεμούν και έχουν ήδη ορίσει τον δικό τους νικητή – επέμεινε πως στο τέλος της κούρσας μπορεί να κόψει αυτός πρώτος το νήμα. Και η Νίκι Χέιλι αν και έμεινε στην τρίτη θέση, ποντάρει στην επόμενη αναμέτρηση της 23ης Ιανουαρίου, αυτή του Νιου Χαμσάιρ, όπου το εκλογικό κοινό θεωρείται πιο κεντρώο.
Το βασικό πρόβλημα των αντιπάλων του Τραμπ
‘Ενα από τα βασικά προβλήματα των αντιπάλων του Τραμπ είναι πως δεν παρουσιάζουν πειστικά επιχειρήματα ως προς τη διαφορά που έχουν οι θέσεις τους, ούτε ασκούν ουσιαστική κριτική στα όσα έκανε ως πρόεδρος. Περισσότερο στο εστιάζουν στο γεγονός ότι η πληθώρα σκανδάλων και ποινικών διώξεων που τον συνοδεύουν θα μπορούσαν να αποδειχθούν καίριο εμπόδιο για την επιστροφή των Ρεπουμπλικάνων στον Λευκό Οίκο. Ωστόσο οι νομικές περιπέτειες όχι μόνο δεν έχουν πλήξει τη δημοφιλία του Τραμπ, αλλά φαίνεται να ενισχύουν τη στήριξη σε αυτόν, με σημαντική μερίδα των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων να ασπάζεται τη θεωρία ότι όλο αυτό δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα κυνήγι μαγισσών, μία επίθεση του συστήματος στον πρώην πρόεδρο.
Αν μάλιστα δούμε και το entrance poll (τη δημοσκόπηση κατά την άφιξη των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων στις κάλπες της Άιοβα) της Edison, που έδειξε ότι το 66% (!) πιστεύει ότι ο Τζο Μπάιντεν δεν κέρδισε στην πραγματικότητα τις προεδρικές εκλογές του 2020, αλλά είχαμε εκλογική νοθεία, αντιλαμβανόμαστε ότι τα αφηγήματα του Ντόναλντ Τραμπ έχουν εξαιρετικά μεγάλη απήχηση.
Η δύναμη των «ξεχασμένων»
Ο Τραμπ ξέρει να μιλάει στη γλώσσα των ψηφοφόρων του και ξέρει να ανταποκρίνεται – με πολύ μεγαλύτερη επιτυχία από τους εσωκομματικούς αντιπάλους και τον Μπάιντεν – στις ανησυχίες και τους φόβους του. Τι και εάν κατηγορείται για άγνοια στα μεγάλα γεωπολιτικά ζητήματα, για επικίνδυνο φλερτ με αυταρχικούς ηγέτες, για κυκλοθυμία και άκρως απρόβλεπτες κινήσεις; Εκείνος μιλάει για τους «ξεχασμένους», αυτούς που δεν εισέπραξαν την προηγούμενη δεκαετία τα οφέλη της παγκοσμιοποίησης και που σήμερα πλήττονται περισσότερο από την κρίση κόστους ζωής, που δοκιμάζει όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο.
Η Wall Street μπορεί να «πετάει» και ο Μπάιντεν να την επικαλείται ως απόδειξη επιτυχημένης οικονομικής πολιτικής, “τρολάροντας” μάλιστα τον αντίπαλό του, αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι η κοινή γνώμη δεν του δίνει καλή βαθμολογία ούτε σε αυτό το μέτωπο. Ο νυν πρόεδρος είναι ένας από τους λιγότερος δημοφιλείς όλων των εποχών, αφού ακόμη και εκείνοι που αναγνωρίζουν την πολιτική πείρα και τις γνώσεις του, αμφισβητούν τα αποτελέσματα των πολιτικών του, αλλά και ανησυχούν για το προχωρημένο της ηλικίας του. Η χαρακτηριστική άνεση με την οποία ο Τραμπ επικράτησε στην Άιοβα είναι ένα ηχηρό μήνυμα όχι μόνο ή τόσο προς τους εσωκομματικούς αντιπάλους του, αλλά πρωτίστως προς τον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς.