Skip to main content

Οι εκλογές που οδηγούν σε παγκόσμιο πόλεμο ή ειρήνη

REUTERS/Tingshu Wang Στρατιωτικά γυμνάσια της Κίνας γύρω από την Ταϊβάν

Το 46% των πολιτών της Ταϊβάν πιστεύει ότι θα ξεσπάσει πόλεμος με την Κίνα τα επόμενα πέντε χρόνια - Σήμερα εκλέγουν νέο πρόεδρο και κοινοβούλιο

Τα στενά της Ταϊβάν έχουν χαρακτηριστεί ως το πιο θερμό αυτό σημείο στον πλανήτη, όπου θα μπορούσε να ξεκινήσει ένας Τρίτος παγκόσμιος πόλεμος.

Το 46% των πολιτών του νησιού πιστεύει μάλιστα ότι θα ξεσπάσει πόλεμος με την Κίνα τα επόμενα πέντε χρόνια, καθώς το Πεκίνο βλέπει την Ταϊβάν ως μια αποσχισθείσα επαρχία που θα πρέπει να επανενωθεί με την ηπειρωτική χώρα – εάν χρειαστεί και με στρατιωτική δύναμη.

Σε αυτό το φόντο, οι πολίτες της Ταϊβάν προσέρχονται σήμερα στις κάλπες για να εκλέξουν τον νέο πρόεδρο της χώρας και το κοινοβούλιο σε μια αναμέτρηση που επισκιάζεται από τη γεωπολιτική σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ηνωμένων Πολιτειών.

Στην «πρωτοχρονιάτικη» ομιλία του, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ επέμεινε για άλλη μια φορά: «Η επανένωση είναι αναπόφευκτη».

Η Ταϊβάν είναι το κομμάτι που λείπει από το φιλόδοξο «όνειρο της Κίνας» που συνέλαβε ο Κινέζος πρόεδρος και το οποίο έχει ορίζοντα για την επίτευξή του, το 2049, τα 100 χρόνια από την ίδρυση της Λαϊκής Δημοκρατίας.

Είναι βέβαια αδύνατο να πούμε με βεβαιότητα πόσο πιθανός είναι ο πόλεμος – αλλά ο κίνδυνος είναι υπαρκτός. Ο Κινέζος πρεσβευτής στις ΗΠΑ, Σιέ Φενγκ τράβηξε ξεκάθαρη γραμμή: «Η ανεξαρτησία της Ταϊβάν είναι τόσο ασυμβίβαστη με την ειρήνη στα στενά ,όσο η φωτιά με το νερό».

Ο Σι δεν θέλει πάντως πόλεμο τώρα: Πρώτον, γιατί δεν είναι σίγουρο ότι θα τον κερδίσει. Και, δεύτερον, γιατί ο εκσυγχρονισμός της Κίνας εξακολουθεί να είναι η κύρια προτεραιότητά του. Ο Κινέζος πρόεδρος έχει επίσης λάβει  υπόψη τη δυτική αντίδραση κατά της Ρωσίας για την εισβολή της στην Ουκρανία.

Η Κίνα, αν και έχει άλλες επιλογές όπως τον αποκλεισμό του νησιού, θα μπορούσε να εισβάλει στην Ταϊβάν τη στιγμή που πιστεύει ότι μπορεί να το κάνει με επιτυχία και με αποδεκτό επίπεδο κινδύνων και κόστους.

Για το Πεκίνο, ο  κύριος κίνδυνος θα ήταν η είσοδος των Ηνωμένων Πολιτειών στη σύγκρουση. Η «στρατηγική ασάφεια» της Ουάσιγκτον τις τελευταίες δεκαετίες ήταν αποτρεπτική, με την Κίνα να μην μπορεί να προβλέψει την απάντηση των ΗΠΑ.

10 τρισ. το κόστος του πολέμου

Εκτός από το ανθρώπινο κόστος και τους γεωπολιτικούς κινδύνους πάντως, ένας πόλεμος μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν θα κόστιζε στον κόσμο, σύμφωνα με το Bloomberg Economics, περισσότερα από 10 τρισεκατομμύρια δολάρια τον πρώτο χρόνο, ή το 10,2% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Η σημασία της Ταϊβάν πηγάζει, μεταξύ άλλων, από τη βιομηχανία ημιαγωγών της. Εκεί κατασκευάζονται τα περισσότερα τσιπ  των υπολογιστών. Εάν αυτή η βιομηχανία δεν ήταν πλέον σε θέση να λειτουργήσει και να προμηθεύσει τον κόσμο, αυτό θα είχε σημαντικές συνέπειες. Περίπου το 5,6% της παγκόσμιας δημιουργίας αξίας προέρχεται από τομείς που βασίζονται στην προμήθεια ημιαγωγών. Αυτό αντιστοιχεί σε περίπου 6 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Ανεξαρτησία ή διάλογος

Στις εκλογές, σύμφωνα με τις πολιτικές δυνάμεις και στις δύο πλευρές των Στενών, κρίνεται «ένα υπαρξιακό ζήτημα», μια επιλογή «μεταξύ ειρήνης και πολέμου».

Τρεις υποψήφιοι διεκδικούν την προεδρία της χώρας, με επικρατέστερο, αν και οριακά, τον σημερινό αντιπρόεδρο Λάι Τσινγκ- τε, ο οποίος υπερασπίζεται την de facto κυριαρχία της Ταϊβάν και θεωρείται «κόκκινο πανί» για το Πεκίνο.

Ο βασικός αντίπαλος του Λάι είναι ο Χου Γιου- ιχ, ο οποίος προέρχεται από το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης της Ταϊβάν που υποστηρίζει τις «ειρηνικές σχέσεις» και την ενίσχυση των οικονομικών δεσμών με την Κίνα.

Ωστόσο, μεταξύ του πληθυσμού, ο διχασμός είναι εμφανής, ξεκινώντας από κάποιες ελίτ κοντά στο Πεκίνο λόγω των οικονομικών πλεονεκτημάτων που προσφέρει η κινεζική αγορά. Η έλλειψη ενότητας εκλαμβάνεται ως αδυναμία στο εκλογικό πλαίσιο που, ίσως, σημαδεύσει το μέλλον στην πιο καυτή γεωπολιτικά περιοχή του πλανήτη.  Με απλά λόγια, οι Ταϊβανέζοι θα πρέπει να επιλέξουν ανάμεσα στην  υπεράσπιση της ανεξαρτησίας τους και του διαλόγου με το Πεκίνο.

Λογικά, η γραμμή της ανεξαρτησίας θα πρέπει να κερδίσει στις προεδρικές εκλογές, δεδομένου του ισχυρού αισθήματος εχθρότητας προς το Πεκίνο που δείχνει ο πληθυσμός. Αλλά δεν είναι βέβαιο ότι οι βουλευτικές εκλογές θα επιβεβαιώσουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών.

Το γεγονός αυτό ενδέχεται  να αποδυναμώσει την Ταϊβάν σε μια εποχή που το Πεκίνο δεν αποκλείει την εισβολή στο νησί, ενώ οι Αμερικανοί, οι κύριοι στρατιωτικοί εταίροι της Ταϊβάν και οι μόνοι που θα μπορούσαν να βοηθήσουν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, έχουν ήδη εμπλακεί –έμμεσα– σε δύο μεγάλες συγκρούσεις, την Ουκρανία και τη Γάζα. Και πάνω από όλα, βρίσκονται στη μέση της προεκλογικής εκστρατείας, η οποία δένει σοβαρά τα χέρια του προέδρου Τζο Μπάιντεν, που βλέπει την «πλάτη» του Ντόναλντ Τραμπ, στις δημοσκοπήσεις.

Ο Ειρηνικός στα δύο

Με τόσους παράγοντες να επισκιάζουν τις αυριανές προεδρικές και βουλευτικές εκλογές και τα συμφέροντα των εμπλεκόμενων μερών να είναι τόσο δύσκολο να συμβιβαστούν, η μόνη βεβαιότητα είναι ότι ουδείς γνωρίζει  πραγματικά ποια κατεύθυνση θα πάρει η σύγκρουση στα στενά της Ταϊβάν, είτε εκλεγεί ο Λάι ή ο Χου.

Δεν είναι άλλωστε μόνο ο ιδεολογικός πόλεμος της εποχής μας, ούτε η από-παγκοσμιοποίηση και ο σημερινός ανταγωνισμός μεταξύ της ηγετικής δύναμης του κόσμου και αυτής που φιλοδοξεί να γίνει «χαλίφης στη θέση του χαλίφη». Διακυβεύεται το τέλος της ηγεμονίας των ΗΠΑ στην Ασία και η μετάβαση της εξουσίας στην Κίνα.

Σύμφωνα με διάφορους αναλυτές, εάν η Κίνα αποκτήσει τον έλεγχο της λεγόμενης «πρώτης αλυσίδας» νησιών, όπου βρίσκεται η Ταϊβάν, θα μπορούσε να προβάλει τη δύναμή της προς τη δεύτερη νησιωτική συστάδα μέχρι το προπύργιο των ΗΠΑ στο Γκουάμ. Και να χωρίσει έτσι τον Ειρηνικό στα δύο. Γεγονός που θα ανάγκαζε τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους στην περιοχή  να αποδεχτούν τελικά την Pax Sinica που θα ανέτρεπε την ισορροπία στην περιοχή και ως εκ τούτου, την παγκόσμια τάξη.