Για την Ελλάδα ήταν – την περίοδο των σκληρών μνημονίων και ειδικά εκείνο το ταραχώδες καλοκαίρι του 2015 – μία «μισητή φιγούρα», όπως έγραφαν τότε το Reuters, το BBC και άλλα διεθνή μέσα. Ο πανίσχυρος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, που άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 81 ετών, καθόρισε για χρόνια τη δημοσιονομική πολιτική στην Ευρωζώνη με μία εμμονική σχεδόν προσήλωση στη λιτότητα. Ωστόσο για τους Γερμανούς ήταν ένα πρόσωπο ταυτισμένο με την επανέωση της χώρας και συνολικά για τους Ευρωπαίους μία πολιτική προσωπικότητα με συνέπεια, κύρος και επιρροή. Όταν η ακροδεξιά μπότα μπήκε στην Bundestag το 2017 ανέλαβε εκείνος ως πρόεδρος του σώματος να τη συγκρατήσει.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, με μισό αιώνα παρουσίας στη γερμανική Βουλή, ήταν το πρόσωπο της σύγχρονης γερμανικής πολιτικής ιστορίας.
Η κρίση χρέους και το Grexit
«Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας είναι πυλώνας των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), ενός από τους πιο έμπειρους πολιτικούς της χώρας. Πάνω απ’ όλα, υπήρξε σταθερός σύμμαχος της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ στην πιο ταραχώδη περίοδο για το ενιαίο νόμισμα από την έναρξή του το 1999.
Αλλά για πολλούς Έλληνες τώρα είναι μια μισητή φιγούρα – σύμβολο του προγράμματος λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από το 2010 για να επιβάλει την αποπληρωμή των κολοσσιαίων χρεών της. Στην Αθήνα ακούς ανθρώπους να λένε ότι τους “έπινε το αίμα” και βλέπεις αφίσες με την ένδειξη «Καταζητείται», που τον εμφανίζουν με μουστάκι του Χίτλερ. Θα μπορούσε να μείνει στην ιστορία ως “ο άνθρωπος με το σχέδιο του Grexit”» έγραφε στο όχι και τόσο μακρινό 2015 το BBC.
Τότε ο Σόιμπλε είχε προτείνει μία προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση, ένα 5ετές «τάιμ-άουτ». Η πρόταση για το Grexit έπεσε ως βόμβα στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης, η οποία ολοκληρώθηκε στις 13 Ιουλίου μετά από ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο συνομιλιών. Τότε ήρθε σε σύγκρουση όχι μόνο με τα άλλα μέλη του ευρώ, αλλά και με την Άνγκελα Μέρκελ, η οποία διεμήνυσε πως το Grexit θα ήταν επιλογή μόνο αν το είχε ζητήσει η Ελλάδα και προειδοποίησε πως μία έξοδος ακόμη και μίας πολύ μικρής οικονομίας, όπως η ελληνική, θα μπορούσε να σημάνει την αρχή της πλήρους διάλυσης για τη ζώνη του ευρώ.
Η θέση της Μέρκελ ότι προέχει να διατηρηθεί ανέπαφη η νομισματική ένωση – την οποία μοιράζονταν οι περισσότεροι αρχηγοί κρατών, αλλά και ο Μάριο Ντράγκι της ΕΚΤ, υπερίσχυσε, κλείνοντας κάθε συζήτηση για Grexit. Ωστόσο εκείνες τις κρίσιμες ώρες τα πνεύματα ήταν ιδιαίτερα οξυμένα. Τα δημοσιεύματα της εποχής μετέφεραν μεταξύ άλλων ένα ξέσπασμα του Σόιμπλε προς τον Ντράγκι, με τον Γερμανό πολιτικό να λέει απευθυνόμενος στον Ιταλό πρόεδρο της ΕΚΤ: «Με περνάς για τελείως ανόητο;». Ο ίδιος κληθείς κάποτε να σχολιάσει την οξεία κριτική που δεχόταν στην Ελλάδα, είχε πει πως θα είναι καλό οι Έλληνες να μην κατηγορούν άλλους για τα δικά τους λάθη.
Η επιμονή του στη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά και η συνέπεια στις θέσεις του ήταν χαρακτηριστική από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, το 2009, σε μία εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο κατά την οποία η παγκόσμια οικονομία βυθιζόταν σε ύφεση, στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, που πυροδότησε η κατάρρευση της Lehman Brothers.
Τα πρώτα βήματα στην πολιτική, η επανένωση της Γερμανίας και η απόπειρα δολοφονίας
Ο Βόλφγκανγκ, δεύτερος από τους τρεις γιους των Καρλ και Γκέρτρουντ Σόιμπλε, σπούδασε νομικά στο Φράιμπουργκ και το Αμβούργο, ενώ ακολούθησε διδακτορικό δίπλωμα και είσοδος στη δημοσιονομική διοίκηση. Το 1969 παντρεύτηκε την οικονομολόγο Ίνγκεμποργκ Χένσλε, με την οποία απέκτησε έναν γιο και τρεις κόρες.
Εντάχθηκε στο CDU το 1965 και στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές του 1972 εξελέγη στη Bundestag. Ήταν ενεργός υποστηρικτής του Χέλμουτ Κολ στην εσωκομματική μάχη για την προεδρία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος. Το 1981, ο Σόιμπλε μπήκε στον στενό κύκλο της κοινοβουλευτικής ομάδας CDU/CSU ως ένας από τους τέσσερις κοινοβουλευτικούς γραμματείς. Έναν χρόνο αργότερα, μετά την εκλογή του Κολ ως καγκελαρίου, προήχθη στη θέση του πρώτου κοινοβουλευτικού εκπροσώπου.
Την άνοιξη του 1989 ορίστηκε Υπουργός Εσωτερικών. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα σε αυτόν τον νέο ρόλο, ο Σόιμπλε είχε καταφέρει να αμβλύνει τις συγκρούσεις μεταξύ του CSU και του FDP σχετικά με την εσωτερική και μεταναστευτική πολιτική. Η πιο σημαντική της πολιτικής σταδιοδρομίας του, ωστόσο, ήταν η ανάληψη των καθηκόντων του βασικού διαπραγματευτή για την επανένωση της Γερμανίας. Η Γερμανική Συνθήκη Ενοποίησης υπεγράφη στις 31 Αυγούστου 1990.
Λίγο διάστημα μετά, στις 12 Οκτωβρίου 1990, έπεσε θύμα δολοφονικής απόπειρας μόλις. Στο τέλος μιας προεκλογικής εκστρατείας στο Όπεναου, όχι μακριά από το σπίτι του Σόιμπλε στο Γκένγκενμπαχ, ένας ψυχικά διαταραγμένος άνδρας τον πλησίασε, τράβηξε όπλο και άνοιξε πυρ εναντίον του. Μια σφαίρα έσπασε τον νωτιαίο μυελό του και τον καθήλωσε σε αναπηρικό καροτσάκι.
Με σιδερένια θέληση επέστρεψε στα υπουργικά του καθήκοντα μέσα σε λίγες εβδομάδες. Παρέμεινε υπουργός Εσωτερικών όταν σχηματίστηκε η νέα κυβέρνηση το 1990-91. Το κύρος που είχε αποκτήσει ως αρχιτέκτονας της γερμανικής επανένωσης ήταν εμφανές κατά την ιστορική συζήτηση της Bundestag στις 20 Ιουνίου 1991 σχετικά με τη μελλοντική έδρα του κοινοβουλίου και της κυβέρνησης. Η σύντομη και σθεναρή προτροπή του Σόιμπλε να μεταφερθεί η έδρα στο Βερολίνο (ήδη η πρωτεύουσα) έγινε δεκτή.
Στα 70ά του γενέθλια το 2012, η Μέρκελ τον χαρακτήρισε «αρχιτέκτονα της γερμανικής ενότητας και επί του παρόντος αρχιτέκτονα μιας σταθερής Ευρωζώνης». Το 2017 εξελέγη πρόεδρος της Bundestag ως μία από τις πλέον σεβαστές προσωπικότητες στη γερμανική Βουλή.