Με το σκεπτικό ότι θα πρέπει πρώτα να ληφθεί απόφαση από ένα κατώτερο δικαστήριο, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αρνήθηκε σήμερα να αποφανθεί σχετικά με τον ισχυρισμό του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ότι διαθέτει ασυλία και επομένως δεν μπορεί να διωχθεί ποινικά για απόπειρα ανατροπής του εκλογικού αποτελέσματος του 2020.
Οι δικαστές, απορρίπτοντας το αίτημα του ειδικού εισαγγελέα Τζακ Σμιθ, αρνήθηκαν να παρακάμψουν το κατώτερο Εφετείο προκειμένου να επισπεύσουν την ετυμηγορία τους αναφορικά με το αν ο Τραμπ έχει ή όχι ποινική ασυλία, ενόψει της δίκης του.
Οι εισαγγελείς κατηγορούν τον Τραμπ, το φαβορί για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων στις προεδρικές εκλογές του 2024, ότι επιχείρησε να παρεμποδίσει τις εργασίες του Κογκρέσου και να εξαπατήσει την κυβέρνηση των ΗΠΑ προωθώντας σχέδια για την ανατροπή της νίκης του Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του 2020. Ο Τραμπ υποστηρίζει ότι η υπόθεση πρέπει να απορριφθεί επειδή οι πρώην πρόεδροι δεν μπορούν να διωχθούν ποινικά για ενέργειες που σχετίζονται με την εκτέλεση των επίσημων καθηκόντων τους. Η περιφερειακή δικαστής Τάνια Τσάτκαν απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό την 1η Δεκεμβρίου και ο Τραμπ προσέφυγε στο Εφετείο της Περιφέρειας της Κολούμπια.
Μέχρι την εκδίκαση της έφεσης αναστέλλεται η διεξαγωγή της δίκης του που αρχικά είχε οριστεί για τον Μάρτιο.
Σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η καθυστέρηση της δίκης, ο Σμιθ ζήτησε στις 11 Δεκεμβρίου από το Ανώτατο Δικαστήριο να επισπεύσει την απόφασή του, ακόμη και αν το Εφετείο της Περιφέρειας της Κολούμπια δεν έχει ακόμη αποφανθεί για το θέμα.
Στην περίπτωση που ο Τραμπ επανεκλεγεί στον Λευκό Οίκο, στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου 2024, θα μπορούσε να δώσει χάρη στον εαυτό του για τυχόν ομοσπονδιακά αδικήματα.
Υπενθυμίζεται ότι οι τρεις από τους εννέα δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχουν διοριστεί από τον Τραμπ.
Πηγή: ΑΜΠΕ