Πολιτική συμφωνία για το Σύμφωνο για το Μεταναστευτικό και το ‘Ασυλο επετεύχθη μετά από μαραθώνιες διαβουλεύσεις που ξεκίνησαν τη Δευτέρα το απόγευμα, συνεχίστηκαν όλη την Τρίτη και ολοκληρώθηκαν το πρωί της Τετάρτης, γεγονός που αντανακλά τα υψηλά διακυβεύματα που βρίσκονται στο τραπέζι.
Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατέληξαν σε μια σημαντική συμφωνία για τη μεταρρύθμιση της μεταναστευτικής πολιτικής του μπλοκ, κλείνοντας μια τριετή φιλόδοξη προσπάθεια που κατά καιρούς φαινόταν καταδικασμένη να αποτύχει.
Η πολιτική συμφωνία είναι προκαταρκτική. Θα ακολουθήσουν δηλαδή οι τεχνικές διεργασίες και οι συζητήσεις κι έπειτα θα πάει στα κράτη μέλη προκειμένου να δουν το τελικό κείμενο. Τέλος, το Συμβούλιο θα πρέπει να την επικυρώσει βάζοντας την τελική σφραγίδα. Θεωρείται, ωστόσο, σημαντική εξέλιξη ότι δεν φτάσαμε στις Ευρωεκλογές χωρίς να έχει επιτευχθεί καν πολιτική συμφωνία.
Ειδικότερα, η ισπανική προεδρία αναφέρει με ανάρτησή της στην πλατφόρμα Χ: «Το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πέτυχαν σημαντική πρόοδο στη μεταρρύθμιση για τη βελτίωση του συστήματος μετανάστευσης και ασύλου της ΕΕ. Επετεύχθη πολιτική συμφωνία για τους πέντε φακέλους του νέου Συμφώνου της ΕΕ για τη Μετανάστευση και το ‘Ασυλο».
Στην πράξη η συμφωνία σημαίνει ότι θα υπάρχει μεγαλύτερη αλληλεγγύη για τα κράτη που είναι στην πρώτη γραμμή.
Το Σύμφωνο για το Μεταναστευτικό και το ‘Ασυλο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Σεπτέμβριο του 2020 σε μια προσπάθεια να αλλάξει ο τρόπος διαχείρισης των κρίσεων από τις κυβερνήσεις, αποφεύγοντας να λαμβάνουν μονομερή και ασυντόνιστα μέτρα για να αντιμετωπίσουν την απότομη άνοδο στους αιτούντες ασύλου. Αυτές οι πολιτικές είχαν υπονομεύσει σοβαρά τη συλλογική λήψη αποφάσεων της ΕΕ και έκαναν τις Βρυξέλλες να φαίνονται σαν ασήμαντοι παρατηρητές.
Στον «καρδιά» του, το νέο Σύμφωνο προορίζεται να θεσπίσει προβλέψιμους, ξεκάθαρους κανόνες που δεσμεύουν όλα τα κράτη μέλη, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική τους θέση και το οικονομικό τους βάρος. Ο απώτερος στόχος είναι να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ της ευθύνης των χωρών της πρώτης γραμμής, όπως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Ισπανία, που δέχονται το μεγαλύτερο μέρος των αιτούντων άσυλο, και της αρχής της αλληλεγγύης που πρέπει να τηρούν άλλες χώρες.
Οι πέντε πυλώνες του Συμφώνου:
- Ο κανονισμός ελέγχου, ο οποίος προβλέπει μια προκαταρκτική διαδικασία για την ταχεία εξέταση του προφίλ ενός αιτούντος άσυλο και τη συλλογή βασικών πληροφοριών όπως η εθνικότητα, η ηλικία, τα δακτυλικά αποτυπώματα και το προφόλ του ατόμου. Θα πραγματοποιηούνται επίσης έλεγχοι υγείας και ασφάλειας.
- Ο τροποποιημένος κανονισμός Eurodac, η μεγάλης κλίμακας βάση δεδομένων που θα αποθηκεύει τα βιομετρικά στοιχεία που συλλέγονται κατά τη διαδικασία ελέγχου. Η βάση δεδομένων θα αλλάξει, από την καταμέτρηση των αιτήσεων θα αφορά στην καταμέτρηση αιτούντων, για την αποτροπή πολλαπλών αξιώσεων με το ίδιο όνομα.
- Ο τροποποιημένος κανονισμός για τις διαδικασίες ασύλου (APR), ο οποίος ορίζει δύο πιθανά βήματα για τους αιτούντες άσυλο: μια ταχεία διαδικασία στα σύνορα, που προορίζεται να διαρκέσει το πολύ 12 εβδομάδες, και την παραδοσιακή διαδικασία ασύλου, η οποία είναι πιο χρονοβόρα και μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες πριν το τελικό συμπέρασμα.
- Ο Κανονισμός Διαχείρισης Ασύλου και Μετανάστευσης (AMMR), ο οποίος θεσπίζει ένα σύστημα «υποχρεωτικής αλληλεγγύης» που θα ενεργοποιείται όταν ένα ή περισσότερα κράτη μέλη υφίστανται «μεταναστευτική πίεση». Το σύστημα θα προσφέρει στις χώρες τρεις επιλογές για να βοηθήσουν: μετεγκατάσταση ορισμένου αριθμού αιτούντων άσυλο, καταβολή συνεισφοράς για κάθε αιτούντα που αρνούνται να μετεγκατασταθούν και χρηματοδότηση επιχειρησιακής υποστήριξης.
- Ο κανονισμός για την κρίση, ο οποίος προβλέπει κανόνες που θα ισχύουν μόνο όταν το σύστημα ασύλου του μπλοκ απειλείται από ξαφνική και μαζική άφιξη προσφύγων, όπως συνέβη κατά τη μεταναστευτική κρίση 2015-2016, ή μετά από μια κατάσταση ανωτέρας βίας, όπως η πανδημία του κορωνοϊού. Υπό αυτές τις συνθήκες, οι εθνικές αρχές θα έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν αυστηρότερα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων μεγαλύτερων περιόδων κράτησης.
Φον ντερ Λάιεν: Διασφαλίζει ότι θα υπάρξει αποτελεσματική ευρωπαϊκή απάντηση
«Η μετανάστευση είναι ευρωπαϊκή πρόκληση που απαιτεί ευρωπαϊκές λύσεις», κάτι το οποίο μπορεί να διασφαλίσει το Σύμφωνο για το Μεταναστευτικό και το ‘Ασυλο, τονίζει η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στη δήλωσή της μετά την ανακοίνωση για την επίτευξη πολιτικής συμφωνίας.
Η ίδια σημειώνει ότι «τα κράτη μέλη στα εξωτερικά μας σύνορα πρέπει να διαχειριστούν την παράνομη μετανάστευση» και εξηγεί ότι «το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το ‘Ασυλο θα διασφαλίσει ότι θα υπάρξει μια αποτελεσματική ευρωπαϊκή απάντηση σε αυτήν την ευρωπαϊκή πρόκληση».
Επίσης, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επισημαίνει ότι «οι Ευρωπαίοι θα αποφασίζουν ποιος έρχεται στην ΕΕ και ποιος μπορεί να μείνει, όχι οι διακινητές», συμπληρώνοντας ότι το Σύμφωνο σημαίνει προστασία αυτών που έχουν ανάγκη. Παράλληλα, προσθέτει ότι θα διασφαλιστεί ότι «τα κράτη μέλη μοιράζονται την προσπάθεια υπεύθυνα, επιδεικνύοντας αλληλεγγύη με εκείνους που προστατεύουν τα εξωτερικά μας σύνορα, αποτρέποντας παράλληλα την παράνομη μετανάστευση στην ΕΕ».
Το Σύμφωνο «θα δώσει στην ΕΕ και στα κράτη μέλη της τα εργαλεία να αντιδρούν γρήγορα σε καταστάσεις κρίσης, όταν τα κράτη μέλη αντιμετωπίζουν μεγάλο αριθμό παράνομων αφίξεων ή εργαλειοποίηση όταν εχθρικές χώρες επιχειρούν σκόπιμα να αποσταθεροποιήσουν την ΕΕ ή τα κράτη μέλη της», υπογραμμίζει η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ενώ αναφέρει ότι με τα νέα δεδομένα η Επιτροπή υποστηρίζει τα κράτη μέλη μέσω συγκεκριμένων, επιχειρησιακών μέτρων για την αντιμετώπιση άμεσων προκλήσεων.
Τέλος, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ευχαρίστησε τον Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτη Σχοινά και την Επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων Ίλβα Γιόχανσον για τη «σκληρή δουλειά» ώστε να επιτευχθεί αυτή η συμφωνία.