Η Αμερικανίδα πρώην δικαστής Σάντρα Ο’ Κόνορ, η πρώτη γυναίκα που διορίστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ και θεωρείτο μια από τις μετριοπαθείς φωνές του, πέθανε σήμερα σε ηλικία 93 ετών.
Επιλέχθηκε το 1981 από τον τότε Ρεπουμπλικανό πρόεδρο Ρόναλντ Ρίγκαν. Ήταν ο πρώτος ισόβιος διορισμός γυναίκας δικαστή στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ. Συνταξιοδοτήθηκε το 2006, κυρίως για να μπορέσει να βοηθήσει τον σύζυγό τους Τζον Ο΄Κόνορ, ο οποίος τελικά πέθανε το 2009, από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
Η Σάντρα Ντέι Ο’ Κόνορ ανακοίνωσε η ίδια το 2018 ότι εγκαταλείπει τη δημόσια ζωή για να πολεμήσει “την άνοια, πιθανόν τη νόσο Αλτσχάιμερ”.
Πέθανε σήμερα το πρωί στο Φοίνιξ, την πρωτεύουσα της Πολιτείας Αριζόνα, στις νοτιοδυτικές ΗΠΑ, ανακοίνωσε το Δικαστήριο, διευκρινίζοντας ότι κατέληξε “από επιπλοκές που σχετίζονται με την άνοια σε προχωρημένο στάδιο, πιθανόν με το Αλτσχάιμερ, και μια αναπνευστική νόσο”.
«Ακλόνητη αποφασιστικότητα»
“Κόρη της νοτιοδυτικής Αμερικής, η Σάντρα Ο΄Κόνορ άνοιξε έναν ιστορικό δρόμο ως πρώτη γυναίκα δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας μας”, έγραψε ο πρόεδρος του Δικαστηρίου Τζον Ρόμπερτς χαιρετίζοντας “την ακλόνητη αποφασιστικότητά της, την αδιαμφισβήτητη ικανότητά της και την αφοπλιστική της ειλικρίνεια”.
“Στο Ανώτατο Δικαστήριο θρηνούμε την απώλεια μιας αγαπημένης συναδέλφου, μιας σφοδρής ανεξάρτητης υπερασπίστριας του κράτους δικαίου και μιας δυνατής ακτιβίστριας των δικαιωμάτων του πολίτη”, προσθέτει.
Επηρέασε κρίσιμες αποφάσεις
Καθόλη τη διάρκεια των σχεδόν 25 χρόνων της στο Ανώτατο Δικαστήριο, μέσω της κεντρώας τοποθέτησής της συχνά επηρέασε την πλειοψηφία σε κρίσιμες αποφάσεις.
Σε αναγνώριση της μακράς σταδιοδρομίας της και του πρωτοποριακού ρόλου της Ο’ Κόνορ, ένας Δημοκρατικός πρόεδρος, ο Μπαράκ Ομπάμα, της απένειμε το 2009 το Μετάλλιο της Ελευθερίας, την υψηλότερη τιμητική διάκριση που δίνεται σε πολίτες των ΗΠΑ.
“Ως ένα κορίτσι από την έρημο της Αριζόνας, ουδέποτε είχα φανταστεί ότι θα γίνω μια μέρα η πρώτη γυναίκα δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ”, έγραφε το 2018 η νομικός που μεγάλωσε μέσα σε ένα μεγάλο και απομακρυσμένο ράντσο, δηλώνοντας ότι είναι “βαθιά ευγνώμων” για τη διαδρομή της παρά την ασθένειά της.