Απεργία πείνας ξεκινά η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης Νάργκες Μοχαμάντι, όπως έκανε γνωστό η οικογένειά της, για να διαμαρτυρηθεί για την έλλειψη ιατρικής φροντίδας για τους κρατούμενους στις ιρανικές φυλακές και για την υποχρέωση των γυναικών κρατουμένων να φορούν μαντήλα.
Η Ιρανή ακτιβίστρια για τα ανθρώπινα δικαιώματα παραμένει κρατούμενη στη φυλακή Εβίν της Τεχεράνης.
Την περασμένη εβδομάδα, η οικογένεια της Ναργκίς Μοχαμαντί είχε καταγγείλει ότι οι σωφρονιστικές αρχές του Ιράν εμποδίζουν την μεταφορά της στο νοσοκομείο επειδή αρνείται να φορέσει μαντήλα.
#BREAKING Iranian Nobel winner Narges Mohammadi begins hunger strike in prison: family pic.twitter.com/EkAidRyP1H
— AFP News Agency (@AFP) November 6, 2023
Η 51χρονη Μοχαμαντί είναι μια από τις σημαντικότερες ακτιβίστριες υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Ιράν, που μάχεται για τα δικαιώματα των γυναικών και την κατάργηση της θανατικής ποινής.
Εκτίει αυτή τη στιγμή ποινές φυλάκισης στη φυλακή Εβίν της Τεχεράνης, οι οποίες φθάνουν συνολικά τα 12 χρόνια, σύμφωνα με τον οργανισμό Front Line Defenders – μια από τις πολλές περιόδους κατά τις οποίες είναι κρατούμενη. Οι κατηγορίες σε βάρος της περιλαμβάνουν την διασπορά προπαγάνδας σε βάρος του κράτους.
Η ίδια είναι αντιπρόεδρος του Κέντρου Υπερασπιστών των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης που ιδρύθηκε από την επίσης βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης Σιρίν Εμπάντι.
Ποια είναι η Ναργκίς Μοχαμαντί
Η Ναργκίς Μοχαμαντί γεννήθηκε στο Ζαντζάν του Ιράν το 1972 και μεγάλωσε στο κουρδικό Κορβέκ, στο Καράτζ και στο Οσναβιέ. Φοίτησε στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Imam Khomeini, λαμβάνοντας πτυχίο φυσικής και έγινε επαγγελματίας μηχανικός.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών της, έγραψε άρθρα για την υποστήριξη των δικαιωμάτων των γυναικών στη φοιτητική εφημερίδα και συνελήφθη σε δύο συνεδριάσεις της πολιτικής φοιτητικής ομάδας Tashakkol Daaneshjuyi Roshangaraan («Φωτισμένη Ομάδα Φοιτητών»). Δραστηριοποιήθηκε επίσης σε μια ορειβατική ομάδα, αλλά λόγω των πολιτικών της δραστηριοτήτων, της απαγορεύτηκε αργότερα να συμμετέχει σε αναρριχήσεις.
Εργάστηκε ως δημοσιογράφος για αρκετές μεταρρυθμιστικές εφημερίδες και δημοσίευσε ένα βιβλίο με πολιτικά δοκίμια με τίτλο «Οι μεταρρυθμίσεις, η στρατηγική και οι τακτικές». Το 2003, εντάχθηκε στο Κέντρο Υπερασπιστών των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με επικεφαλής τη βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης Σιρίν Εμπάντι. Αργότερα έγινε αντιπρόεδρος της οργάνωσης.
Το 1999, παντρεύτηκε τον δημοσιογράφο Ταγκί Ραχμάνι, ο οποίος λίγο αργότερα συνελήφθη για πρώτη φορά. Ο Ραχμάνι μετακόμισε στη Γαλλία το 2012 αφού εξέτισε συνολικά 14 χρόνια φυλάκισης, αλλά η Μοχαμαντί παρέμεινε στο Ιράν για να συνεχίσει το έργο της για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Οι δυο τους απέκτησαν δίδυμα παιδιά, τον Αλί και την Κιάνα.
Στο στόχαστρο των ιρανικών αρχών
Η Μοχαμαντί συνελήφθη για πρώτη φορά το 1998 για τις επικρίσεις της προς την ιρανική κυβέρνηση και πέρασε ένα χρόνο στη φυλακή. Τον Απρίλιο του 2010, κλήθηκε στο Ισλαμικό Επαναστατικό Δικαστήριο για τη συμμετοχή της στο Κέντρο Υπερασπιστών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αφέθηκε για λίγο ελεύθερη με εγγύηση 50.000 δολαρίων, αλλά συνελήφθη ξανά αρκετές ημέρες αργότερα και κρατήθηκε στη φυλακή.
Η υγεία της επιδεινώθηκε ενώ βρισκόταν υπό κράτηση και ανέπτυξε μια ασθένεια παρόμοια με την επιληψία που την έκανε να χάνει περιοδικά τον έλεγχο των μυών της. Έπειτα από έναν μήνα, αφέθηκε ελεύθερη και της επετράπη να οδηγηθεί στο νοσοκομείο.
Τον Ιούλιο του 2011, κρίθηκε εκ νέου ένοχη για «ενέργειες κατά της εθνικής ασφάλειας, συμμετοχή στο Κέντρο Υπερασπιστών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και προπαγάνδα κατά του καθεστώτος». Τον Σεπτέμβριο του 2011 καταδικάστηκε σε 11 χρόνια φυλάκιση. Το 2012, η ποινή επικυρώθηκε από εφετείο, αν και μειώθηκε στα έξι χρόνια. Στις 26 Απριλίου εκείνης της χρονιάς, συνελήφθη για να εκτίσει την ποινή της.
Η φυλάκισή της προκάλεσε διεθνείς αντιδράσεις. Το βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών έκανε λόγο για «ένα ακόμη θλιβερό παράδειγμα των προσπαθειών των ιρανικών αρχών να φιμώσουν τους γενναίους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Η Διεθνής Αμνηστία ζήτησε την άμεση απελευθέρωσή της, ενώ οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα ανέφεραν ότι η ζωή της βρισκόταν «σε ιδιαίτερο κίνδυνο». Στις 31 Ιουλίου 2012, τελικά αποφυλακίστηκε.
Στις 31 Οκτωβρίου 2014, έκανε μια συγκινητική ομιλία στο μνήμα του Σατάρ Μπεχεστί, λέγοντας: «Πώς γίνεται βουλευτές να προτείνουν ένα σχέδιο για την προώθηση της αρετής και την πρόληψη της κακίας, αλλά κανείς να μην μιλά πριν από δύο χρόνια, όταν ένας αθώος άνθρωπος με το όνομα Σατάρ Μπεχεστί, πέθανε από βασανιστήρια στα χέρια του ανακριτή του;».
Το βίντεο της ομιλίας της στις 31 Οκτωβρίου έγινε γρήγορα viral στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με αποτέλεσμα να κληθεί στο δικαστήριο της φυλακής Evin. «Στην κλήση που έλαβα στις 5 Νοεμβρίου 2014, αναφέρεται ότι πρέπει να παραδοθώ “για κατηγορίες”, αλλά δεν υπάρχει περαιτέρω εξήγηση για αυτές τις κατηγορίες», δήλωσε.
Στις 5 Μαΐου 2015, η Μοχαμαντί συνελήφθη ξανά. Καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση με την κατηγορία της «ίδρυσης παράνομης ομάδας», πέντε χρόνια για «δράση κατά της εθνικής ασφάλειας» και έναν χρόνο για «προπαγάνδα κατά του συστήματος» για τις συνεντεύξεις της σε διεθνή μέσα ενημέρωσης και τη συνάντησή της τον Μάρτιο του 2014 με την τότε Ύπατη Εκπρόσωπο της Ε.Ε. για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, Κάθριν Άστον.
Τον Ιανουάριο του 2019, ξεκίνησε απεργία πείνας, μαζί με την κρατούμενη Βρετανοϊρανή υπήκοο Ναζανίν Ζαγκάρι-Ράτκλιφ, στη φυλακή Εβίν της Τεχεράνης, για να διαμαρτυρηθεί για την άρνηση πρόσβασης σε ιατρική περίθαλψη. Στις 8 Οκτωβρίου 2020, αποφυλακίστηκε.
Στις 27 Φεβρουαρίου 2021, κυκλοφόρησε βίντεο μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης εξηγώντας ότι είχε κληθεί στο δικαστήριο δύο φορές τον Δεκέμβριο, για μια υπόθεση που σχηματίστηκε εναντίον της ενώ ήταν ακόμα στη φυλακή. Δήλωσε ότι αρνείται να εμφανιστεί στο δικαστήριο και ότι θα παρακούσει οποιεσδήποτε αποφάσεις έχουν εκδοθεί.
Στο βίντεο, περιέγραφε τη σεξουαλική κακοποίηση που η ίδια και άλλες γυναίκες υπέστησαν στις φυλακές. Η νέα υπόθεση εναντίον της αφορούσε την καθιστική διαμαρτυρία που διοργάνωσαν γυναίκες στις φυλακές, αντιδρώντας στις αιματηρές συλλήψεις διαδηλωτών από τις δυνάμεις ασφαλείας τον Νοέμβριο του 2019.
Τον Μάρτιο του 2021, επέκρινε την Τεχεράνη για εκτελέσεις ανθρώπων που είχαν καταδικαστεί σε θανατική ποινή, καταγγέλλοντας ότι πολλοί είχαν υποστεί βασανιστήρια. Τον Μάιο, καταδικάστηκε σε 2,5 χρόνια φυλάκιση, 80 μαστιγώματα και δύο ξεχωριστά πρόστιμα για κατηγορίες που περιλαμβάνουν «διάδοση προπαγάνδας κατά του συστήματος». Τέσσερις μήνες αργότερα, έλαβε κλήση για να αρχίσει να εκτίει αυτήν την ποινή, αλλά δεν απάντησε, καθώς θεώρησε την καταδίκη άδικη.
Στις 16 Νοεμβρίου 2021, συνελήφθη στο Καράτζ, όπου παρευρέθηκε σε μνημόσυνο για τον Έμπραϊμ Κεταμπντάρ, ο οποίος σκοτώθηκε από τις ιρανικές δυνάμεις ασφαλείας κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων τον Νοέμβριο του 2019. Τον Δεκέμβριο του 2022, κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων που πυροδοτήθηκαν από τον θάνατο της Μασχά Αμίνι, η Μοχαμαντί περιέγραψε λεπτομερώς στο BBC τη σεξουαλική και σωματική κακοποίηση που υφίστανται κρατούμενες γυναίκες. Τον Ιανουάριο του 2023, μέσα από τη φυλακή, περιέγραψε λεπτομερώς την κατάσταση που επικρατεί για τις γυναίκες κρατούμενες.
Διαβάστε επίσης:
Ιράν: Το μήνυμα που έβγαλε κρυφά από την φυλακή η νομπελίστρια Ειρήνης Ναργκίς Μοχαμαντί