Με το Ισραήλ να εντείνει τις πολεμικές επιχειρήσεις του, την ίδια στιγμή που η Δύση συγκρούεται με τη Ρωσία μέσω της Ουκρανίας, οι δυτικοί αξιωματούχοι άμυνας ανησυχούν ότι τα οπλικά συστήματα δεν θα είναι αρκετά για τους δύο συμμάχους του.
Το ζήτημα απασχολεί τους αρμόδιους σχεδιαστές του ΝΑΤΟ, παρόλο που το Ισραήλ δεν είναι μέλος της συμμαχίας και λίγες ευρωπαϊκές χώρες το προμηθεύουν με στρατιωτικό εξοπλισμό.
Υπάρχουν ανησυχίες σχετικά με τον ανταγωνισμό για τους στρατιωτικούς πόρους λόγω της περιορισμένης παραγωγικής ικανότητας, δήλωσε ο Göran Mårtensson, γενικός διευθυντής της Σουηδικής Διοίκησης Αμυντικού Υλικού, η οποία χειρίζεται τις προμήθειες για το υπουργείο Άμυνας της χώρας.
Ο Mårtensson μίλησε στο περιθώριο του Βιομηχανικού Φόρουμ του ΝΑΤΟ, μιας εκδήλωσης με τη συμμετοχή κυβερνητικών αξιωματούχων, υψηλόβαθμων στρατιωτικών και στελεχών της βιομηχανίας, η οποία αυτή τη φορά προσέλκυσε περισσότερους από 800 συμμετέχοντες. Η Σουηδία φιλοξένησε τη συνάντηση ως υποψήφια για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Από τότε που η Ρωσία ξεκίνησε τη μεγάλης κλίμακας εισβολή της στην Ουκρανία πριν από περίπου 20 μήνες, οι αμυντικές βιομηχανίες σε όλη τη Δύση έχουν αυξήσει την παραγωγή της, η οποία ωστόσο υπολείπεται του όγκου των πυρομαχικών και του εξοπλισμού που δαπανάται στα πεδία μάχης της Ουκρανίας.
Παράλληλα δεν διαθέτουν επαρκή εφεδρική ικανότητα για να ανταποκριθούν άμεσα σε κρίσεις όπως η σημερινή, δήλωσε στο φόρουμ ο Γενικός Γραμματέας της συμμαχίας Γενς Στόλτενμπεργκ. “Είναι ανάγκη να διασφαλίσουμε ότι θα έχουμε την απαιτούμενη παραγωγή όταν τη χρειαστούμε”.
Οι περισσότερες εταιρείες παράγουν όσα περισσότερα προϊόντα μπορούν στις υπάρχουσες εγκαταστάσεις τους ενώ το επόμενο βήμα θα είναι νέες επενδύσεις, δήλωσε ο Esa Rautalinko, διευθύνων σύμβουλος του φινλανδικού ομίλου οπλικών συστημάτων Patria. Η έναρξη λειτουργίας νέων εγκαταστάσεων μπορεί να διαρκέσει από δύο έως πέντε χρόνια, είπε.
Με τη ζήτηση να αυξάνεται ταχύτερα από την παραγωγή, οι τιμές ορισμένων όπλων και πυρομαχικών έχουν εκτοξευθεί στα ύψη. Τα τυποποιημένα στο ΝΑΤΟ βλήματα πυροβολικού των 155 χιλιοστών, ένας από τους βασικότερους εξοπλισμούς της Δύσης, κόστιζαν στις κυβερνήσεις περίπου 2.100 δολάρια το κομμάτι πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πέρυσι, δήλωσε ο Ολλανδός ναύαρχος Ρομπ Μπάουερ, κορυφαίος στρατιωτικός σύμβουλος του Στόλτενμπεργκ, στο φόρουμ του ΝΑΤΟ.
Η τιμή αυτών των βλημάτων τα οποία ο Bauer χαρακτήρισε “ένα από τα πιο περιζήτητα αντικείμενα στον κόσμο αυτή τη στιγμή”, έχει τετραπλασιαστεί, σε περίπου 8.400 δολάρια.
Οι εκπρόσωποι της βιομηχανίας λένε πάντως ότι χρειάζονται διαβεβαιώσεις ότι η ζήτηση δεν θα μειωθεί με την παύση των εχθροπραξιών, υπονομεύοντας τις επενδύσεις τους, όπως συνέβη στο παρελθόν.
Η έκκληση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων προς τις βιομηχανίες να επωμιστούν την επενδυτική ευθύνη πριν από την υπογραφή συμβάσεων με διάφορα κράτη της ΕΕ που σχεδιάζουν να ενισχύσουν τις αμυντικές τους δυνατότητες, είναι άστοχη, είπε ο Rautalinko της Patria. “Δεν μπορούμε να το κάνουμε χωρίς ένα όραμα μακροπρόθεσμης ζήτησης – δεν είναι λιανικό εμπόριο”, είπε.
Σχετικά με την σύγκρουση Ισραήλ – Χαμάς, ο ίδιος είπε ότι μέχρι στιγμής χρησιμοποιούνται διαφορετικά όπλα αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει αν οι εχθροπραξίες επεκταθούν στην περιοχή.
naftemporiki.gr