Ο 69χρονος Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ και η 57χρονη σύζυγός του βρίσκονται αντιμέτωποι με κατηγορίες για διαφθορά και δωροδοκία.
Συγκεκριμένα, κατηγορούνται για διάπραξη δωροδοκίας, συνωμοσία για διάπραξη απάτης και συνωμοσία για εκβίαση. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, το ζευγάρι πήρε χρήματα από τρεις επιχειρηματίες του Νιου Τζέρσεϊ το διάστημα από το 2018 έως το 2022, για να χρησιμοποιήσει τις γνωριμίες του στην Ουάσινγκτον ώστε να χρησιμοποιήσει τα συμφέροντα των επιχειρηματιών αλλά και της κυβέρνησης της Αιγύπτου.
Σε έρευνα στο σπίτι τους βρέθηκαν μπάρες χρυσού αξίας 100.000 δολαρίων και 480.000 δολάρια σε μετρητά. Μεταξύ των «ύποπτων» δώρων περιλαμβάνεται και ένα πολυτελές αυτοκίνητο, ενώ φαίνεται να έγιναν και πληρωμές στεγαστικού δανείου.
Ο Ρόμπερτ Μενέντεζ κάνει λόγο για προσπάθεια υπονόμευσης και εκστρατεία συκοφάντησής του. «Για χρόνια παρασκηνιακές δυνάμεις προσπαθούν επανειλημμένως να φιμώσουν τη φωνή μου και να σκάψουν τον πολιτικό τάφο μου», ανέφερε, προσθέτοντας: «Εδώ και ένα χρόνο βρίσκεται σε εξέλιξη μία εκστρατεία συκοφαντικής δυσφήμισης εναντίον μου».
Αυτή είναι η δεύτερη φορά που ο γερουσιαστής βρίσκεται αντιμέτωπος με την ομοσπονδιακή δικαιοσύνη. Είχε τεθεί υπό εξέταση για διαφθορά το 2015, όμως η δίκη του έφθασε σχεδόν στο τέλος και ακυρώθηκε το 2017 ελλείψει ομόφωνης ετυμηγορίας των ενόρκων.
Πάντως μέχρι να ολοκληρωθεί η δίκη, ο Μενέντεζ δεν θα προεδρεύει της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας. Όπως ανακοίνωσε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ, ο γερουσιαστής αποχώρησε προσωρινά από την προεδρία της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων. Την θέση του Μενέντεζ αναμένεται να πάρει ο γερουσιαστής Μπεν Κάρντιν.
«Εάν αυτό εξασφαλίσει λίγο χώρο στους Δημοκρατικούς, δεν αποδυναμώνει τις μακροπρόθεσμες πολιτικές προκλήσεις, με τον πρόεδρο Μπάιντεν και τον γερουσιαστή Τσαρλς Σούμερ, πιθανόν να αντιμετωπίζουν αυξανόμενη πίεση για να παροτρύνουν τον Μενέντεζ να παραιτηθεί οικειοθελώς από την έδρα του», σχολιάζουν οι New York Times, προσθέτοντας ότι το κατηγορητήριο θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά για τους Ρεπουμπλικάνους εξυπηρετώντας το επιχείρημά τους για διεφθαρμένους Δημοκρατικούς. Ήδη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης- αναφέρουν- γίνεται προσπάθεια να συνδέσουν την υπόθεση με τον Αμερικανό πρόεδρο και το το σκάνδαλο που αφορά τον γιο του Χάντερ Μπάιντεν.
Πλήγμα για τον Τζο Μπάιντεν
Η Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας είναι πανίσχυρη. Ως πρόεδρος ο Μενέντεζ νομοθετεί, ορίζει την ημερήσια διάταξη για τις ακροάσεις της επιτροπής, επιβλέπει τις υποψηφιότητες του προέδρου για ένα ευρύ φάσμα θέσεων εθνικής ασφάλειας που υπόκεινται στην επιβεβαίωση της Γερουσίας και εξετάζει τις περισσότερες διεθνείς πωλήσεις όπλων.
Ο Μενέντεζ τα χρόνια της παρουσίας του στο Κογκρέσο έχει συνεργαστεί ή εναντιωθεί και στους προέδρους των ΗΠΑ. Για παράδειγμα, αντιτάχθηκε στην πυρηνική συμφωνία του τότε προέδρου Μπαράκ Ομπάμα το 2015 με το Ιράν και σε κάθε συζήτηση για αναβίωση της συμφωνίας.
Η υπόθεσή του όμως συνιστά πλήγμα για τον σημερινό πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, σχολιάζει το πρακτορείο Reuters σημειώνοντας ότι του στοιχίζει ένα από τους πιο αποτελεσματικούς συμμάχους του στο Κογκρέσο, καθώς συγκεντρώνει την υποστήριξη για την βοήθεια προς την Ουκρανία και εργάζεται για την αποκατάσταση της ηγετικής θέσης των ΗΠΑ σε σειρά από παγκόσμια ζητήματα, από την κλιματική αλλαγή μέχρι την Κίνα.
Το κατηγορητήριο της Παρασκευής έρχεται καθώς η κυβέρνηση Μπάιντεν συμμετέχει σε μια φιλόδοξη προσπάθεια για την ανοικοδόμηση συμμαχιών για την αντιμετώπιση της Κίνας και τη διατήρηση της πολιτικής υποστήριξης στον πόλεμο της Ουκρανίας κατά των ρωσικών δυνάμεων, ο οποίος έχει κοστίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες πάνω από 100 δισ. δολάρια.
Ο Μενέντεζ υπήρξε κρίσιμος εταίρος για τον Μπάιντεν σε αυτά τα ζητήματα αλλά και σε άλλα που αποτελούν προτεραιότητες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
«Του αρέσει ή δεν του αρέσει, ο Μενέντεζ έχει παίξει έναν απίστευτα σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής ΗΠΑ», όπως το έθεσε ο Daniel Vajdich, πρώην στέλεχος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων των Ρεπουμπλικάνων. Ο Vajdich σημείωσε ότι η αποχώρηση του Μενέντεζ αυξάνει την αβεβαιότητα στο Καπιτώλιο σχετικά με την εξωτερική πολιτική, δεδομένων των έντονων διαφωνιών μεταξύ των Ρεπουμπλικάνων, που ελέγχουν τη Βουλή των Αντιπροσώπων, σε θέματα όπως η βοήθεια προς την Ουκρανία.
Το Κογκρέσο εξετάζει τώρα το αίτημα του Μπάιντεν, από τον Ιούλιο, για επιπλέον 24 δισ. δολάρια- πέραν των 113 δισ. που έχουν ήδη σταλεί στο Κίεβο. Το αίτημα απορρίπτεται από πολλούς Ρεπουμπλικάνους, με φόντο τις συζητήσεις για το δημόσιο χρέος.