Η ανάδειξη της διαφορετικότητας και της συμπερίληψης στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλά και αργότερα στον χώρο εργασίας, είναι όχι μόνο θεμιτή, αλλά και αξιέπαινη. Ελάχιστοι πλέον διαφωνούν με αυτή τη γενική επισήμανση. Όμως στα τέλη Ιουνίου το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, σε μία ετυμηγορία που ήδη χαρακτηρίζεται «απόφαση-ορόσημο», έκρινε ότι είναι παράνομη η πρακτική της επιλογής υποψηφίων φοιτητών με βάση τη φυλετική τους προέλευση.
Πρόκειται για τις αποκαλούμενες «θετικές διακρίσεις» (affirmative action), οι οποίες για μεγάλο χρονικό διάστημα αποτελούσαν ακρογωνιαίο λίθο της εκπαιδευτικής πολιτικής στις ΗΠΑ. Οι υποστηρικτές των «θετικών διακρίσεων» υποστηρίζουν ότι χωρίς αυτές είναι αδύνατο να αντισταθμιστεί η ιστορική αδικία που έχουν υποστεί μαύροι και ισπανόφωνοι φοιτητές.
«Αναγνώριση των διακρίσεων»
Όπως εξηγεί ο Ροτίμι Κουκόγι, δευτεροετής φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας με αφρικανική καταγωγή, οι «θετικές διακρίσεις» σημαίνουν ότι «έχω την ευκαιρία να συναναστραφώ με ανθρώπους που μου μοιάζουν. Με άλλα λόγια το πανεπιστήμιο λέει ξεκάθαρα ότι καλοσωρίζει ανθρώπους σαν κι εμένα, αναγνωρίζει τις διακρίσεις που υπέστησαν στο παρελθόν υποψήφιοι φοιτητές με τη δική μου προέλευση και δεσμεύεται να λάβει συγκεκριμένα μέτρα για να αντιμετωπίσει το ζήτημα. Ουσιαστικά επανορθώνει τις αδικίες του παρελθόντος».
Ο Κουκόγι υπενθυμίζει ότι μέχρι και τη δεκαετία του ’50 οι μαύροι φοιτητές δεν γίνονταν καν δεκτοί στα αμερικανικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αυτό σημαίνει, όπως λέει, ότι «η γενιά των παπούδων μου δεν πήγε στο πανεπιστήμιο και οι περισσότεροι μαύροι στην ηλικία μου επίσης δεν πήγαν στο πανεπιστήμιο, καθώς το εκπαιδευτικό σύστημα τείνει να προωθεί τους υποψήφιους φοιτητές, των οποίων οι γονείς είχαν επίσης αποφοιτήσει από κορυφαία πανεπιστήμια».
Αναπαραγωγή με διαφορετικό πρόσημο
Υπάρχει όμως και ο αντίλογος. Κάποιοι πιστεύουν ότι οι «θετικές διακρίσεις» υπέρ συγκεκριμένων φυλετικών ομάδων δεν αμβλύνουν το φαινόμενο των διακρίσεων στην εκπαίδευση, αλλά το αναπαράγουν με διαφορετικό πρόσημο. Ο Τζον Ρατζ Πουρί, δευτεροετής φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ με καταγωγή από την Ινδία, λέει ότι «εάν στο Χάρβαρντ θεωρείται παράνομο να προτιμώνται λευκοί ή Ασιάτες υποψήφιοι φοιτητές έναντι των υποψηφίων αφρικανικής καταγωγής ή των ισπανόφωνων, τότε θα έπρεπε και το αντίθετο να θεωρείται παράνομο…».
Η εκδίκαση της υπόθεσης
Η υπόθεση που εκδικάστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ αφορά «θετικά μέτρα» υπέρ των μειονοτήτων στα Πανεπιστήμια του Χάρβαρντ και της Βόρειας Καρολίνας. Ο Ροτίμι Κουκόγι παραδέχετεαι ότι σήμερα μπορεί να γίνονται διακρίσεις εις βάρος υποψηφίων ασιατικής καταγωγής, οι οποίοι συχνά εμφανίζονται να έχουν χαμηλότερη βαθμολογία, αλλά θεωρεί ότι «αυτό μάλλον αποτελεί πρόβλημα κάποιων μεμονωμένων εξεταστών, ενώ μία ‘θετική διάκριση’ έχει εκ των πραγμάτων συστημικό χαρακτήρα».
Από την πλευρά του και ο Τζον Ρατζ Πουρί αναγνωρίζει ότι, όταν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα συμμορφωθούν με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θα υποστεί πλήγμα η σημερινή πολιτική συμπερίληψης και ανάδειξης της φυλετικής πολυμορφίας. «Δεν μπορείς να θέλεις και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο», λέει. «Δεν μπορείς να καταργείς τις ‘θετικές διακρίσεις’ και να περιμένεις το ίδιο αποτέλεσμα όσον αφορά την πολυμορφία και τη διαφορετικότητα».
Περισσότεροι …λευκοί στα πανεπιστήμια
Θεωρητικά υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Θα μπορούσε κανείς, για παράδειγμα, να υποκαταστήσει στην αξιολόγηση των υποψηφίων φοιτητών το στοιχείο της φυλετικής προέλευσης με κοινωνικοοικονομικούς δείκτες, οι οποίοι θα λειτουργούσαν υπέρ των κατωτέρων κοινωνικών και εισοδηματικών στρωμάτων. Αλλά το αποτέλεσμα δεν θα είναι το ίδιο, ξεκαθαρίζει ο Άντονι Καρνεβάλε, διευθυντής του Κέντρου Εργατικού Δυναμικού στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν.
«Αυτό που θα συμβεί είναι ότι θα δούμε στα πανεπιστήμια ακόμη περισσότερους λευκούς», λέει ο Καρνεβάλε. «Από εκεί προέρχονται οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι πολιτικοί, οι CEOs της βιομηχανίας. Από αυτά τα εκπαιδευτικά ιδρύματα αναδεικνύεται και η ηγεσία του αμερικανικού έθνους».
Πηγή: Deutsche Welle