Το πραξικόπημα του επικεφαλής των μισθοφόρων Wagner , Γεβγκένι Πριγκόζιν μπορεί να τελείωσε γρήγορα, όμως το σύστημα Πούτιν έχει αρχίσει να εμφανίζει ρωγμές.
Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι οι αναταράξεις θα συνεχιστούν τους επόμενους μήνες , ακόμα κι αν δεν υπάρχουν προς το παρόν ενδείξεις ότι ο ισχυρός άνδρας του Κρεμλίνου βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης.
Τι θα γίνει όμως σε μια τέτοια περίπτωση ; Μήπως κάποιοι στρατιωτικοί ηγέτες, ακόμη και ο Πριγκόζιν-αν στο μεταξύ δεν έχει εξοντωθεί από την FSB -θελήσουν να καταλάβουν την εξουσία και να προσπαθήσουν να θέσουν τα πυρηνικά όπλα υπό τον έλεγχό τους;
Τέτοιοι φόβοι δεν είναι νέοι: Το καλοκαίρι του 1998, στην τελική φάση της προεδρίας του Μπόρις Γέλτσιν, ο τότε κυβερνήτης της περιφέρειας Κρασνογιάρσκ, στρατηγός Αλεξάντερ Λέμπεντ έγραψε στη Μόσχα ότι ήταν έτοιμος να αναλάβει την ανώτατη διοίκηση πυρηνικών όπλων στην περιοχή ευθύνης του. Τότε, όπως και τώρα, ένα σημαντικό μέρος των ρωσικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς ICBM ήταν σε σιλό στην περιοχή που ήλεγχε ο Λέμπεντ στη Σιβηρία – με στόχο τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, περίπου 10.000 χιλιόμετρα μακριά.
Οι συνθήκες τότε ήταν ευνοϊκές για το εγχείρημα του Λέμπεντ: οι χειριστές σιλό των πυραύλων δεν είχαν λάβει αμοιβή για πέντε μήνες. «Οι πεινασμένοι αξιωματικοί είναι πολύ κακοί αξιωματικοί», απείλησε στην επιστολή του ο Λέμπεντ. Σύμφωνα με πληροφορίες της Greenpeace, η πυραυλική μονάδα στο Κρασνογιάρσκ είχε τότε στη διάθεσή της 500 πυρηνικές κεφαλές.
Ευτυχώς, το σχέδιο δεν καρποφόρησε . Ο στρατηγός αργότερα υποβάθμισε την επιστολή κάνοντας λόγο για «αστείο».
Το 1996 πάντως ο Λέμπεντ έθεσε υποψηφιότητα εναντίον του Γέλτσιν στις προεδρικές εκλογές και πήρε το 14% των ψήφων. Το 2002, ο Λέμπεντ σκοτώθηκε όμως σε συντριβή ελικοπτέρου σε ηλικία μόλις 52 ετών
Το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο
Η ρωσο-ουκρανική σύγκρουση έχει εγείρει για άλλη μια φορά φόβους για πιθανή έκρηξη πυρηνικής σύγκρουσης. Η Ρωσική Ομοσπονδία διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο: Αποτελείται από συνολικά 5889 πυρηνικές κεφαλές. Κατανέμονται σε 1674 που βρίσκονται για «στρατηγική» χρήση (δηλαδή μέσα σε σιλό ICBM ή βαριά βομβαρδιστικά), 2815 υπάρχουν σε αποθέματα και περίπου 1400 άθικτες κεφαλές που περιμένουν αποσυναρμολόγηση.
Οι ρωσικές πυρηνικές δυνάμεις διαθέτουν επίσης, 2565 στρατηγικές πυρηνικές κεφαλές ,σχεδιασμένες για να πλήττουν περιοχές μακριά από το πεδίο της μάχης, που μπορούν να εκτοξευτούν από 516 πλατφόρμες
Πρόκειται για συστήματα εναέριας, χερσαίας και θαλάσσιας εκτόξευσης
Οι εκτοξευτές αέρα αποτελούνται από 55 βομβαρδιστικά Tupolev,τύπου Tu-95MS6/16 και 13 βομβαρδιστικά Tupolev τύπου Tu-160/M/M2.
Οι επίγειες πλατφόρμες χωρίζονται σε 40 RS-20V Voevoda, 6 Avangard (SS-19 Mod 4), 87 RS-12M Topol χωρισμένα σε Topol/Topol-M, 173 RS-24 Yars.
Αντίθετα, οι μη στρατηγικές πυρηνικές δυνάμεις έχουν 1.912 κεφαλές που βρίσκονται σε πάνω από 1.310 εκτοξευτές διαφόρων τύπων.
Η Ρωσική Ομοσπονδία διαθέτει επίσης 11 βαλλιστικά πυρηνικά υποβρύχια (SSBN) χωρισμένα στις κατηγορίες Delta III, Delta IV και Borei.Επιπλέον άλλα 26 πυρηνικά υποβρύχια συμπεριλαμβανομένων 17 επιθετικών υποβρυχίων (SSN) κλάσης Sierra II, Victor III και Akula, εννέα Oscar Υποβρύχια πυραύλων cruise II-class (SLCMs) και Yasen
Πώς διασφαλίζεται το οπλοστάσιο
Συγκεκριμένες λεπτομέρειες για το πώς προστατεύονται τα ρωσικά πυρηνικά όπλα , δεν είναι γνωστές . «Υπάρχουν διάφοροι μηχανισμοί προστασίας, αλλά αυτοί δεν είναι αλάνθαστοι», λέει ο Λίβιου Χόροβιτς, ειδικός στην πυρηνική αποτροπή. «Το πιο σημαντικό είναι ότι τα πυρηνικά όπλα αποθηκεύονται σε αποθήκες υψηλής ασφάλειας σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις».
Κατά συνέπεια, ακόμα κι αν κάποιος αποκτήσει έλεγχο στα πυρηνικά όπλα, δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν άμεσα. «Αν ένας επαρχιακός κυβερνήτης είχε την ιδέα να καταλάβει τα ρωσικά σιλό ICBM, θα συνειδητοποιούσε ότι δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα με τους πυραύλους», λέει ο ειδικός σε θέματα ασφαλείας Γιόακιμ Κράουζε από το Πανεπιστήμιο του Κιέλου.
Τα πυρηνικά όπλα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, τα οποία το 1992 παρέμειναν στην Ουκρανία, τη Λευκορωσία και το Καζακστάν, δεν θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί από καμία από τις νέες κυβερνήσεις. «Υπάρχει μια αλυσίδα εντολών και αποφάσεων που βασίζονται σε κώδικες που είναι καλά ασφαλισμένοι», λέει ο καθηγητής Κράουζε.
«Ο Ρώσος πρόεδρος είναι ο κορυφαίος υπεύθυνος λήψης αποφάσεων για τη χρήση των πυρηνικών ,αλλά προφανώς χρειάζεται και την έγκριση ενός δεύτερου υπεύθυνου», λέει ο Χόροβιτς. Μετά από επιβεβαίωση από τον υπουργό Άμυνας Σεργκέι Σόιγκου ή τον Αρχηγό Γενικού Επιτελείου Βαλέρι Γκερασίμοφ, ο στρατιωτικός μηχανισμός πρέπει να εκτελέσει αυτές τις εντολές. «Αυτοί οι μηχανισμοί υποδηλώνουν ότι η βιαστική χρήση πυρηνικών όπλων από ένα καθεστώς που έχει προκύψει από πραξικόπημα, είναι δύσκολη ,αν όχι απίθανη».
Ο ρόλος του Ρώσου πρόεδρου
Ταυτόχρονα, το σύστημα είναι σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε ο Πρόεδρος να μπορεί να χρησιμοποιήσει το πυρηνικό οπλοστάσιο γρήγορα και με ευελιξία.
«Αυτό εξηγεί γιατί πολλές δυτικές κυβερνήσεις ανησυχούν τις τελευταίες ημέρες. Ακόμα κι αν δεν ξέρουμε με βεβαιότητα πόσο ασταθής είναι η Ρωσία και πόσο γρήγορα μπορεί να εξελιχθεί η κατάσταση, απέχουμε πολύ από το πυρηνικό κατώφλι», λέει ο Χόροβιτς.
Ο Κράουζε συμφωνεί :«Ίσως το σύστημα έχει ρωγμές, αλλά είναι προσεκτικά σχεδιασμένο για να διασφαλίσει ότι ο Πούτιν θα παραμείνει στην εξουσία».
Η απάντηση του ΝΑΤΟ
Η Λίντια Βακς που ερευνά τη Ρωσία και τα όπλα μαζικής καταστροφής στο Science and Politics Foundation, λέει ότι μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Κριμαία το 2014, αλλά και με τις παραβιάσεις της λεγόμενης συνθήκης INF από τις ΗΠΑ, η οποία υποτίθεται ότι ρύθμιζε την καταστροφή όλων των πυραύλων εδάφους/εδάφους με μεσαία και μικρότερη εμβέλεια, το ΝΑΤΟ.
Οι χώρες του ΝΑΤΟ έχουν προχωρήσει στην ενίσχυση των ολοκληρωμένων συστημάτων εναέριας και πυραυλικής άμυνας στην Ευρώπη. Ωστόσο, πολλές ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούσαν να διαθέτουν εξοπλισμό που δεν επαρκεί για να αντιμετωπίσουν τις ποικίλες δυνατότητες των ρωσικών πυραύλων. «Η συντριπτική πλειονότητα των στρατηγικών στόχων υψηλής αξίας στα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ είναι πιθανώς απροστάτευτοι απέναντι σε αυτές τις ικανότητες», λέει η Βακς.
«Για πολλές δεκαετίες, το ΝΑΤΟ βασιζόταν στην αποτροπή ως το πιο σημαντικό μέσο ενάντια σε μια πυρηνική επίθεση από τη Ρωσία», εξηγεί ο Χόροβιτς. «Αυτό είναι πρωτίστως για τεχνικούς και οικονομικούς λόγους. Οι βαλλιστικοί πύραυλοι με πυρηνικές κεφαλές είναι απίστευτα δύσκολο να αναχαιτιστούν, ειδικά όταν υπάρχει μια μεγάλη περιοχή για άμυνα.» Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον Χόροβιτς, «ότι με τη σημερινή κατάσταση της τεχνολογίας, είναι πολύ υψηλό το κόστος για να μπορεί να αμυνθεί μια χώρα ,έστω και στα μισά του δρόμου, αποτελεσματικά»
Δυο ευρωπαϊκά προγράμματα
Δύο αμυντικά προγράμματα έχουν ήδη ξεκινήσει στην Ευρώπη: το Twister ( Έγκαιρη προειδοποίηση και αναχαίτιση) και το Ehdi (European Hypersonic Defense Interceptor ).
Το πρόγραμμα Twister «γεννήθηκε» τον Νοέμβριο του 2019 ,όταν η Φινλανδία, η Ιταλία, η Ολλανδία και η Πορτογαλία, με επικεφαλής τη Γαλλία, ένωσαν τις δυνάμεις τους στο πλαίσιο της νέας Ευρωπαϊκής Μόνιμης Συνεργασίας ή PESCO, για να σχεδιάσουν ένα νέο αντιπυραυλικό σύστημα ,ικανό να αντιμετωπίσει τις αναδυόμενες απειλές, όπως υπερηχητικούς πυραύλους. Ένα χρόνο αργότερα, η Γερμανία συμφώνησε να ενταχθεί αφού οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν το πρόγραμμα Meads.
ΗΠΑ: Συνάντηση για τα πυρηνικά με Κίνα, Γαλλία, Ρωσία και Ηνωμένο Βασίλειο
Το πρόγραμμα Twister στοχεύει στην ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού συστήματος αναχαίτισης πολλαπλών ρόλων για την αντιμετώπιση υπερηχητικών απειλών με ορίζοντα έναρξης λειτουργίας το 2030. Αυτό το συ πάτημα θα μπορεί να αντιμετωπίσει ένα ευρύ φάσμα απειλών, συμπεριλαμβανομένων των βαλλιστικών πυραύλων μέσου βεληνεκούς Marvs,υπερηχητικούς πυραύλους κρουζ , HGV και άλλους στόχους, όπως μαχητικά αεροσκάφη επόμενης γενιάς.
Στα τέλη Ιουλίου 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να αναθέσει τον σχεδιασμό του προγράμματος Ehdi, το οποίο σύμφωνα με τις Βρυξέλλες συνδέεται με το Twister, σε κοινοπραξία που αποτελείται από την Ισπανία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Πολωνία, την Τσεχική Δημοκρατία και τη Σουηδία. από τη Νορβηγία (εκτός ΕΕ) μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας.
Γαλλία και Ιταλία αποκλείστηκαν αρχικά από αυτό το πρόγραμμα,προκαλώντας μεγάλη δυσαρέσκεια στην ιταλογαλλική βιομηχανία.
Το πρόγραμμα Ehdi, που ξεκίνησε το 2021, σχεδιάζει να αναπτύξει ένα σύστημα αισθητήρων για την αντιμετώπιση μελλοντικών απειλών (στόχος πέραν του 2035). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τα επενδυτικά σχέδια στις 20 Ιουλίου 2022, διαθέτοντας τα πρώτα 100 εκατομμύρια ευρώ για την ανάπτυξη του προγράμματος.