Τα κορυφαία θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενέκριναν σχέδιο που διευκολύνει τις χώρες της ΕΕ να προβαίνουν σε κοινές αγορές όπλων.
Η συμφωνία για την προμήθεια στρατιωτικού υλικού θα δώσει ώθηση στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και “τα κράτη μέλη της ΕΕ θα είναι σε θέση να αναπληρώσουν αποτελεσματικότερα τα αποθέματά τους που εξαντλήθηκαν από τις δωρεές στην Ουκρανία”, δήλωσε ο Σουηδός υπουργός Άμυνας Πάλ Γιόνσον μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ το βράδυ της Τρίτης.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, οι ευρωπαϊκές χώρες παρείχαν τακτικά όπλα στην Ουκρανία για να τη βοηθήσουν να αποκρούσει την ολομέτωπη επίθεση της Ρωσίας. Ωστόσο, ο ρυθμός παραγωγής δεν είναι αρκετά γρήγορος για να αναπληρωθούν τα αποθέματα καθώς οι αμυντικές εταιρείες διαμαρτύρονται ότι δεν μπορούν να αυξήσουν την παραγωγή χωρίς συμβάσεις.
Η νομοθεσία της ΕΕ – γνωστή ως κανονισμός για τη θέσπιση του μηχανισμού ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας μέσω κοινών προμηθειών (EDIRPA) – έχει προϋπολογισμό 300 εκατ. ευρώ και θα ισχύει έως τις 31 Δεκεμβρίου 2025.
Οι προϋποθέσεις
Σύμφωνα με τους κανόνες, ομάδες τουλάχιστον τριών χωρών που προμηθεύονται από κοινού αμυντικό υλικό θα λαμβάνουν μέρος των χρημάτων πίσω από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Υπάρχουν, ωστόσο, προϋποθέσεις για να είναι επιλέξιμες οι εταιρείες και τα έργα, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο τα χρήματα της ΕΕ να πηγαίνουν κυρίως σε ξένους εργολάβους.
Για να επωφεληθούν από το σύστημα κοινών προμηθειών, οι εταιρείες θα πρέπει να είναι “εγκατεστημένες και να έχουν τις διοικητικές τους δομές” στην ΕΕ, ή σε συνδεδεμένη τρίτη χώρα – Ισλανδία, Λιχτενστάιν, Νορβηγία- και δεν μπορούν να ελέγχονται από “μη συνδεδεμένη τρίτη χώρα”.
Εξαίρεση προβλέπεται μόνο για την περίπτωση που ανάδοχοι του έργου, δεν διαθέτουν τις κατάλληλες υποδομές στην Ευρώπη για την παραγωγή των εν λόγω όπλων
“Αν ο βάναυσος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας μας δίδαξε ένα πράγμα, αυτό είναι ότι δεν είμαστε προετοιμασμένοι να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας. Δεν έχουμε πλέον την πολυτέλεια να το αγνοούμε αυτό και πρέπει να διορθώσουμε την κατάσταση αυτή από κοινού, όπως θα έπρεπε να είχαμε κάνει ήδη πολύ νωρίτερα”, δήλωσε ο Γερμανός συντηρητικός ευρωβουλευτής Μίκαελ Γκάλερ, ο οποίος ήταν υπεύθυνος των διαπραγματεύσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Η συμφωνία της Τρίτης πρέπει τώρα να εγκριθεί επίσημα τόσο από τους υπουργούς όσο και από τα μέλη της Ευρωβουλής.
naftemporiki.gr