Πριν από επτά χρόνια, στις 23 Ιουνίου του 2016, οι Βρετανοί ψήφιζαν οριακά υπέρ του Brexit. Στις 31 Ιανουαρίου 2020, η Βρετανία αποχώρησε και τυπικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στα επτά χρόνια που πέρασαν, πολλά έχουν αλλάξει από τότε – όχι μόνο σε οικονομικούς όρους. «Αν ζητούσαμε από το βρετανικό κοινό να ψηφίσει σήμερα, η πλειοψηφία θα ήθελε να είναι εντός της ΕΕ – αυτή είναι η ετυμηγορία των δημοσκόπων», γράφει η Independent.
Το 62% των Βρετανών πιστεύει ότι το Brexit ήταν μια αποτυχία. Τελευταία δημοσκόπηση της Public First για τη δεξαμενή σκέψης «UK in a Changing Europe», δείχνει ότι μόλις το 18% αυτών που ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ πιστεύει ότι το Brexit πήγε «καλά» ή «πολύ καλά». Παρά το γεγονός ότι η κοινή γνώμη φαίνεται να έχει αλλάξει και να είναι κατά του Brexit, «κανένα μεγάλο πολιτικό κόμμα δεν ζητά όμως ένα δεύτερο δημοψήφισμα», τονίζει η βρετανική εφημερίδα. Άλλωστε, σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πλέον τρίτη χώρα, επομένως θα πρέπει να υποβάλει εκ νέου αίτηση και να υποβληθεί σε ολόκληρη τη διαδικασία ένταξης από την αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 49 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση». Θα χρειαζόταν επίσης το πράσινο φως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για να ξεκινήσουν συνομιλίες. Αλλά και την ομόφωνη έγκριση όλων των κρατών μελών-και την ψήφο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου- προτού μπορέσει να επανενταχθεί επίσημα.
Υπέρ Brexit τα μεγάλα κόμματα
«Η κατάσταση των σχέσεων μεταξύ της Βρετανίας και της ΕΕ είναι ενθαρρυντική επιφανειακά, αλλά καταθλιπτική δομικά», λέει ο καθηγητής της Οξφόρδης Τίμοθι Γκάρτον Ας. «Η Βρετανία είναι σαν ένα ιστιοφόρο στη μέση της Μάγχης. Οι περισσότεροι επιβάτες θέλουν να κατευθύνεται πιο κοντά στην ηπειρωτική ακτή, και ακόμη και ο καπετάνιος φαίνεται πρόθυμος να αλλάξει λίγο την πορεία του σκάφους. Όμως, οι ισχυροί άνεμοι και τα ρεύματα απομακρύνουν το πλοίο όλο και περισσότερο από την ηπειρωτική χώρα. Θα χρειαστεί μια πολύ πιο αποφασιστική αλλαγή πορείας από έναν νέο καπετάνιο όταν ένα διαφορετικό πλήρωμα επιβιβαστεί το επόμενο έτος για να θριαμβεύσουν οι δυνάμεις σύγκλισης έναντι εκείνων της απόκλισης», σημειώνει ο Βρετανός καθηγητής. Ο συντηρητικός Βρετανός πρωθυπουργός, Ρίσι Σούνακ, βλέπει ότι υπάρχουν ρεαλιστικοί λόγοι για καλύτερες οικονομικές σχέσεις με την Ευρώπη, τη μεγαλύτερη ενιαία αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου. Αλλά είναι και παραμένει πραγματικός υποστηρικτής του Brexit – ακόμη πιο ακραίος από ό,τι ήταν ο ατιμασμένος προκάτοχός του, Μπόρις Τζόνσον.
Ο κόσμος του Σούνακ είναι η Silicon Valley από τη μια πλευρά και η δυναμική Ασία από την άλλη. Είναι απρόθυμος ακόμη και να πληρώσει το λογαριασμό για την επανένταξη της Βρετανίας στο πρόγραμμα επιστημονικής συνεργασίας Horizon, παρά τη σχεδόν ομόφωνη υποστήριξη από επιστήμονες και από τις δύο πλευρές της Μάγχης.
Αλλά και ο ηγέτης των Εργατικών Κέιρ Στάρμερ που αναμένεται να νικήσει στις εκλογές την επόμενη χρονιά, δημοσίευσε πρόσφατα ένα άρθρο στην ευρωσκεπτικιστική Daily Express, όπου τόνισε κατηγορηματικά ότι «το μέλλον της Βρετανίας βρίσκεται εκτός ΕΕ. Ούτε στην εσωτερική αγορά, ούτε στην τελωνειακή ένωση, ούτε με την επιστροφή στην ελεύθερη κυκλοφορία. Αυτά τα επιχειρήματα είναι εκεί που ανήκουν-στο παρελθόν», λέει ο Στάρμερ.
Η αντίσταση των Σκωτσέζων
Την περασμένη Τετάρτη η Βουλή των Κοινοτήτων συζήτησε ξανά τις συνέπειες της αποχώρησης από την ΕΕ. Ο αρχηγός του εθνικιστικού κόμματος της Σκωτίας SNP, Στίβεν Φλιν επιτέθηκε ευθέως στον πρωθυπουργό Σούνακ: «Δεν νομίζω ότι κατανοείτε πόσο άσχημη είναι η οικονομική πραγματικότητα στο Ηνωμένο Βασίλειο και με ποιο κόστος παλεύουν οι καταναλωτές. Θα παραδεχτείτε επιτέλους ότι φταίει το Brexit;», τόνισε ο Σκωτσέζος ηγέτης.
Η καθηγήτρια Οικονομικών Τζουν Ντου από το Πανεπιστήμιο Αστον,στο Μπέρμιγχαμ, που ερευνά τις συνέπειες του Brexit, είναι σαφής: «Οι επιπτώσεις στο εμπόριο είναι σημαντικές. Η ανάλυση δείχνει ότι το εμπόριο της Βρετανίας έχει πέσει λόγω του Brexit».
Οι εξαγωγές της Βρετανίας προς την ΕΕ είναι 23% μικρότερες και οι εισαγωγές από την ΕΕ 13% χαμηλότερες από ό,τι θα ήταν εάν η χώρα ήταν ακόμη μέλος.
Το Γερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο χαρακτηρίζει το Brexit «οικονομική καταστροφή και για τις δύο πλευρές της Μάγχης». Ενώ η Μεγάλη Βρετανία ήταν ο πέμπτος σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Γερμανίας πριν από το Brexit, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι πλέον ούτε ανάμεσα στους πρώτους δέκα.
Άσχημες προοπτικές
Αλλά και οι προοπτικές για τη Μεγάλη Βρετανία δεν είναι καλές: η ανεξάρτητη βρετανική εποπτική αρχή OBR υποθέτει ότι η μακροπρόθεσμη παραγωγικότητα στη χώρα είναι 4% χαμηλότερη από ό,τι θα ήταν χωρίς το Brexit. Η OBR δεν περιμένει πολλά από τις νέες εμπορικές συμφωνίες που έχει συνάψει η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου με χώρες εκτός ΕΕ. Λέγεται ότι δεν θα είχαν σχεδόν κανένα αντίκτυπο, με άλλα λόγια: δεν θα δημιουργήσουν σχεδόν καθόλου οικονομική ανάπτυξη.
Για τους Βρετανούς, ωστόσο, το Brexit δεν έχει μόνο οικονομικές συνέπειες. Η αποχώρηση από την ΕΕ έχει αλλάξει και πολιτικά τη χώρα. Ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών Τιμ Μπέιλ από το Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου, στο βιβλίο που μόλις δημοσίευσε, με τίτλο: «The Conservative Party After Brexit», κάνει λόγο για «ιδεολογία και επιθέσεις σε δημοκρατικούς θεσμούς». Καταλήγει μάλιστα στο συμπέρασμα ότι το Συντηρητικό Κόμμα «έχει γίνει πραγματικά πιο λαϊκιστικό. Το Συντηρητικό Κόμμα πάντα φλέρταρε με τον λαϊκισμό, αλλά μετά το Brexit ενστερνίστηκε εντελώς τον λαϊκισμό».