Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι «Σουλτάνος»! Κέρδισε δημοκρατικά τις εκλογές στην Τουρκία. Οσο και αν ο αντίπαλος του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου διαμαρτύρεται για την πιο «άδικη αναμέτρηση», καθώς τα ελεγχόμενα από το καθεστώς Μέσα Ενημέρωσης σε ποσοστό 90%, έδωσαν μάχη για την επανεκλογή Ερντογάν. Τουλάχιστον μέχρι στιγμής δεν έχουν υπάρξει καταγγελίες για εκλογική νοθεία στον δεύτερο γύρο.
Κατά τα άλλα, συμπεριφέρεται βέβαια ως «Σουλτάνος»: δηλώνει νικητής πριν υπάρξει επίσημο αποτέλεσμα. Χλευάζει τον αντίπαλό του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, σαν να μην έχει τελειώσει η προεκλογική εκστρατεία. «Κατηγορεί» το φιλο-κουρδικό HDP ότι είναι φιλικά προσκείμενο προς την ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα. Πιστεύοντας ότι έτσι θα καταστήσει τους Κούρδους ακόμη πιο ύποπτους «τρομοκράτες»! Μετά από αυτή την πολλοστή επανεπιβεβαίωση στο τιμόνι της χώρας, ο Ερντογάν έχει τώρα μπροστά του άλλα πέντε χρόνια για να συνεχίσει το έργο του για την οικοδόμηση της « Νέας Τουρκίας » (Yeni Turkiye) και να ξεκινήσει αυτό που ο ίδιος αποκάλεσε «τουρκικό αιώνα».
Σίγουρα τα νέα δεν είναι θετικά για πολιτική και κοινωνική αντιπολίτευση, που διαβλέπει με δικαιολογημένη ανησυχία τη νέα νίκη του προέδρου. Η αντιπολίτευση έκανε όμως πολλά λάθη. Τα έξι κόμματα ένωσαν τις δυνάμεις τους με μόνο κοινό σημείο να νικήσουν τον Ερντογάν. Πώς μπορεί όμως αυτό να μην καταλήξει σε χάος, όταν αυτά τα κόμματα από όλο το πολιτικό φάσμα υποτίθεται ότι θα κυβερνούν μαζί εξαρχής; Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η αντιπολίτευση απέτυχε να καταλήξει σε μια κοινή πολιτική αντίληψη. Το μόνο ατού τους ήταν η αδυναμία του Ερντογάν να καταπολεμήσει την οικονομική κρίση. Αυτό δεν ήταν αρκετό για να κερδίσει ο Κιλιτσντάρογλου τις εκλογές.
Χώρα μοιρασμένη στα δυο
Πολλοί φοβούνται ότι τα επόμενα πέντε χρόνια θα υπάρξει μια περαιτέρω καταπίεση των ελευθεριών και των δικαιωμάτων των Τούρκων πολιτών. Οσο και αν -στην πραγματικότητα- αυτό που προκύπτει από αυτές τις εκλογές είναι μια χώρα χωρισμένη στα δύο: Λίγο πάνω από το 50% υποστηρίζει τον νέο πρόεδρο, ενώ το άλλο μισό θέλει μια διαφορετική Τουρκία ,από αυτή που χτίζει και θα συνεχίσει να χτίζει ο Ερντογάν.
Διαβεβαιώνοντας τους οπαδούς του ότι «θα είναι μαζί τους ως το θάνατο», ο Τούρκος πρόεδρος άφησε να εννοηθεί ότι θα προχωρήσει σε συνταγματική αλλαγή για την κατάργηση του ορίου των δύο προεδρικών θητειών. Αυτό θα εξαρτηθεί όμως και από τη θέση που θα λάβουν ορισμένα κόμματα που μέχρι στιγμής ήταν μέρος της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου του εθνικιστικού «Καλού Κόμματος (Iyi Parti), της Μεράλ Ακσενέρ. Δημοσιογραφικές πηγές στη Γείτονα, τονίζουν στη «Ναυτεμπορική» ότι το «Καλό Κόμμα» θα μπορούσε να προσεγγίσει τον Ερντογάν και να εγκαταλείψει τα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Προβλήματα-μαμούθ
Το σίγουρο είναι ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει να αντιμετωπίσει προβλήματα –μαμούθ στα επόμενα πέντε χρόνια. Και είναι απορίας άξιο αν θα καταφέρει να καλύψει τα βαθιά κοινωνικά ρήγματα. Η κατάσταση της οικονομίας της χώρας, το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό ανεργίας των νέων γύρω στο 20%, οι επικρίσεις στη διαχείριση της κρίσης μετά τον σεισμό μάλλον δεν ήταν λόγοι για την επιτυχία του. Τα προεκλογικά δώρα όπως το δωρεάν φυσικό αέριο και οι αυξήσεις των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα εφαρμοστούν. Σε αντάλλαγμα για έναν ακόμη πιο σκληρό περιορισμό των δικαιωμάτων , ο Ερντογάν θα πρέπει να συνεχίσει να εγκρίνει πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας και στήριξης για τα λιγότερο εύπορα τμήματα του πληθυσμού , όπως έχει ήδη κάνει κατά τις προηγούμενες θητείες του και ακόμη περισσότερο τους τελευταίους μήνες.
« Η επανεκλογή του Ερντογάν είναι άλλη μια οπισθοδρόμηση για τη δημοκρατία στην Τουρκία, και αυτό προκαλεί σοβαρούς φόβους σε πολλούς ανθρώπους – και δικαίως», τονίζουν στη «Ν» ,οι ίδιες πηγές στην Κωνσταντινούπολη. «Η απογοήτευση των αντιπάλων του μακροχρόνιου προέδρου είναι κατανοητή. Η ήττα του Ερντογάν δεν ήταν ποτέ τόσο κοντά όσο σε αυτές τις εκλογές, ποτέ δεν ήταν τόσο απτή η αλλαγή εξουσίας μετά από δύο δεκαετίες όσο τις προηγούμενες εβδομάδες. Ωστόσο, είναι λάθος να καταδικάζουν κάποιοι τους Τούρκους για την επιλογή τους. Αυτό θα έδειχνε αλαζονεία και αφέλεια. Ωστόσο, πολλά θα εξαρτηθούν στο εξής από την κατάσταση της οικονομίας , που αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε σοβαρή κρίση και έχει μικρές προοπτικές ανάκαμψης, βραχυπρόθεσμα».
Δεν αλλάζει
Ο Τούρκος πρόεδρος δεν φαίνεται διατεθειμένος να εγκαταλείψει τις οικονομικές του πολιτικές ή να σταματήσει να κρατά χαμηλά τα επιτόκια, δύο στοιχεία που μαζί με τον έλεγχο που ασκεί ο ίδιος στην Κεντρική Τράπεζα προκάλεσαν αύξηση του κόστους ζωής στην Τουρκία και μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών. Βραχυπρόθεσμα , ο Ερντογάν ελπίζει πώς θα βασιστεί στη χρηματοδότηση από ορισμένα κράτη του Κόλπου , ιδίως το Κατάρ και στην αναβολή της πληρωμής για το φυσικό αέριο που εισάγεται από τη Ρωσία.
Οι αναλυτές της Morgan Stanley, Χαντέ Κιουτσούκ και Αλίνα Σλούρσατσουκ εκτιμούν ότι η ισοτιμία του τουρκικού νομίσματος προς το δολάριο θα μπορούσε να φτάσει στο επίπεδο των 26 , ακόμη και των 28 λιρών ως το τέλος του έτους, εάν δεν υπάρξει αλλαγή στην κατεύθυνση της πολιτικής. Οι υψηλές ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης θα προκαλέσουν τη συνέχιση των μακροοικονομικών κινδύνων. Οι επενδυτές παρακολουθούν στενά τις οικονομικές πολιτικές που θα ακολουθηθούν στην Τουρκία μετά τις εκλογές. Το αν ο Ερντογάν θα επιστρέψει στην ορθόδοξη οικονομική πολιτική πριν από τις επερχόμενες τοπικές εκλογές τον Μάρτιο του 2024 θα καθορίσει την κατεύθυνση των ισοτιμιών και των αγορών. Ο Βόλφανγκ Πίκολι, συμπρόεδρος της Teneo Intelligence λέει ότι είναι απίθανο ο Ερντογάν να υιοθετήσει μια πλήρως ορθόδοξη προσέγγιση στην οικονομία μετά από αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά ότι ορισμένες προσαρμογές μπορούν να γίνουν πριν από τις τοπικές εκλογές.
Εξωτερική πολιτική σε δύο βάρκες
Ο Ερντογάν ήξερε πάντα πώς να εκμεταλλεύεται ένα συλλογικό σύμπλεγμα κατωτερότητας που το αντιλαμβάνονται πολλοί. Κατηγορεί τις ξένες χώρες για τα προβλήματα της Τουρκίας. Υπόσχεται μάλιστα ότι η χώρα θα γίνει ισότιμη με τους ισχυρότερους στον κόσμο, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ.
Η μεγαλύτερη οικονομική εξάρτηση από τις ξένες χώρες θα έχει όμως επιπτώσεις στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, ιδίως όσον αφορά τη θέση της έναντι της Ρωσίας . Η επιλογή να ενεργήσει ως μεσολαβητής στην ουκρανική σύγκρουση ,σίγουρα επέτρεψε στον Ερντογάν να αποφύγει τις εντάσεις με τη Μόσχα. Επίσης εγγυήθηκε μεγαλύτερη αναγνώριση σε διεθνές επίπεδο, επιτρέποντάς του ταυτόχρονα να εμποδίσει την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ χωρίς ιδιαίτερες επιπτώσεις-ένας «φάκελος» που θα πρέπει να επιλυθεί σύντομα, ειδικά εάν οι ΗΠΑ αποφασίσουν τελικά να εγκρίνουν την πώληση των μαχητικών F-16 στην Άγκυρα.
Στο εγγύς μέλλον, ο Ερντογάν θα εξακολουθεί να παίζει το ρόλο του μεσολαβητή και δεν θα διακόψει τις σχέσεις με τη Ρωσία , επίσης επειδή χρειάζεται τη στήριξη της Μόσχας για να καταλήξει σε συμφωνία με την κυβέρνηση της Δαμασκού και να ξεκινήσει τον «εθελοντικό» επαναπατρισμό τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου Σύριων.
Ο ρόλος όμως που διαδραματίζει η Τουρκία στην Ουκρανία θα συνεχίσει να καθορίζει και τις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τόσο οι Βρυξέλλες όσο και η Ουάσιγκτον θα χρειαστούν τη μεσολάβηση του Ερντογάν στην Ουκρανική κρίση, αλλά θα πρέπει να εξισορροπήσουν αυτή την ανάγκη με την υπεράσπιση των συμφερόντων τους στη Μεσόγειο.
Το ερώτημα είναι επίσης πώς η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες θα αντιμετωπίσουν τώρα την ανανεωμένη θητεία του Ερντογάν στα Ελληνο-τουρκικά και στο Κυπριακό. Ευρωπαίοι και Αμερικανοί ελπίζουν ότι σε πρώτη φάση ο Ερντογάν δεν θα ακολουθήσει μια επιθετική εξωτερική πολιτική απέναντι στην Αθήνα, αλλά όχι όμως και στο Κυπριακό, όπου θα επιχειρήσει να επιβάλει και de jure την απαράδεκτη επιλογή των «δύο κρατών», στην Κύπρο.
«Οπλο» το προσφυγικό
Ο Τούρκος πρόεδρος θα επιχειρήσει επίσης να εκμεταλλευτεί το μεταναστευτικό ζήτημα ως όπλο εκβιασμού κατά της ΕΕ και το οποίο σύντομα θα συζητηθεί ξανά.
Η αλήθεια είναι ότι η «αδιαφορία» των Ευρωπαίων εδράζεται στο γεγονός ότι στις εκλογές στην Τουρκία, διακυβεύονται οι δρόμοι των προσφύγων. Η έντονη κριτική στον Ερντογάν μπορεί στοιχίσει ακριβά στη Δύση επειδή είναι ένας σημαντικός στρατηγικός εταίρος. Αυτός είναι ο λόγος που η ΕΕ δεν παρεμβαίνει σχεδόν καθόλου στις εσωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας, ό,τι και να κάνει ο Ερντογάν. Αυτή είναι η πικρή πραγματικότητα.
Σκληρή πολιτική θα ακολουθήσει επίσης ο Ερντογάν και στη Λιβύη, όπου η Άγκυρα είναι παρούσα για να στηρίξει την κυβέρνηση της Τρίπολης με απώτερο στόχο να τοποθετηθεί σε μια στρατηγική χώρα όσον αφορά το εμπόριο και τις μεταναστευτικές οδούς, καθώς και ένα χρήσιμο σημείο εκκίνησης για την επέκταση της διείσδυσής της στην Αφρική. Μάλιστα, η Τουρκία θα επενδύει ολοένα και περισσότερο στην ενίσχυση των σχέσεων με τις αφρικανικές χώρες, εκμεταλλευόμενη πρωτίστως την εξαγωγή πολεμικού υλικού και ειδικότερα drones.
Νέο-Οθωμανική πολιτική
Ο Ερντογάν δεν έκρυψε ποτέ την νέο-Οθωμανική εξωτερική πολιτική και τη γοητεία του για τη δόξα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας . Στόχος του είναι να κάνει την Τουρκία τουλάχιστον μια περιφερειακή δύναμη, προσελκύοντας επίσης στο άρμα της Αγκυρας πιο στενά τις χώρες της Κεντρικής Ασίας.
Τελικά, η επανεκλογή του Ερντογάν είναι επίσης ένα μάθημα για τη δημοκρατική Δύση. Καμία αλλαγή δεν έρχεται χωρίς προσπάθεια, ούτε καν στην Τουρκία. Πολλοί Τούρκοι δημοκράτες ήλπιζαν σε υποστήριξη, αλλά η ΕΕ έπρεπε να παράσχει περισσότερα δημοκρατικά κίνητρα για να συμβεί αυτό.
Πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για την πολιτική ενσωμάτωση της Τουρκίας στην Ευρώπη και πιο εντατικές πολιτιστικές ανταλλαγές. Πρόκειται επίσης για τη δημιουργία μιας κοινής βάσης για μια εποχή μετά τον Ερντογάν. Οι ανησυχίες ή ο θυμός μετά από εκλογές, δεν αρκούν.