Πέντε χώρες που δεν εφαρμόζουν τις διεθνείς κυρώσεις κατά της Μόσχας, λειτουργούν ως «πλυντήρια» του ρωσικού πετρελαίου, καθώς το αναμειγνύουν με αργό μη ρωσικής προέλευσης και το επανεξάγουν σε όλον τον κόσμο, αναφέρει το Κέντρο Έρευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα (CREA), που εδρεύει στην Φινλανδία.
Σύμφωνα με το CREA, πρόκειται για την Κίνα, την Ινδία, την Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σιγκαπούρη, που έχουν προκαλέσει ένα «μεγάλο κενό» στο καθεστώς των κυρώσεων.
«Τα έσοδα της Ρωσίας αρχίζουν να ανακάμπτουν»
Ο Ισαάκ Λεβί, ενεργειακός αναλυτής στο CREA και συν-συγγραφέας της έκθεσης, είπε στους Asia Times ότι το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο και το ανώτατο όριο τιμών της ΕΕ, που επιβλήθηκαν τον Δεκέμβριο και τον Φεβρουάριο αντίστοιχα, κοστίζουν στη Ρωσία περίπου 160 εκατομμύρια ευρώ, την ημέρα. Τα μέτρα αυτά πάντως σχεδιάστηκαν προσεκτικά για να επιτρέπουν πάντως τις ροές ρωσικού πετρελαίου στις παγκόσμιες αγορές για να διατηρήσουν τις τιμές χαμηλές και να αποφύγουν διαταραχές του εφοδιασμού. «Τώρα που έχουν τεθεί σε ισχύ οι απαγορεύσεις, τα έσοδα της Ρωσίας αρχίζουν να ανακάμπτουν», λέει ο Λεβί. Εξηγεί ότι υπάρχει πλέον ένας «νόμιμος τρόπος» για τις χώρες που έχουν επιβάλλει κυρώσεις στη Μόσχα, να αγοράζουν από τις πέντε χώρες προϊόντα πετρελαίου που προηγουμένως έπαιρναν απευθείας από τη Ρωσία, τα οποία τώρα πωλούνται από τρίτων χωρών με πριμοδότηση.
22% πάνω από το μέσο προπολεμικό επίπεδο, οι εξαγωγές
Τον Νοέμβριο, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) προέβλεψε ότι η ρωσική παραγωγή πετρελαίου θα μειωθεί κατά 1,4 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2023 μετά την απαγόρευση της ΕΕ για τις θαλάσσιες εξαγωγές ρωσικού αργού. Αλλά με περισσότερο από το 90% του ρωσικού αργού να βρίσκει τώρα αγοραστές στην Ασία, οι εξαγωγές ήταν κατά μέσο όρο 3,76 εκατομμύρια βαρέλια τον Απρίλιο, 22% πάνω από το μέσο προπολεμικό επίπεδο των 3,1 εκατομμυρίων βαρελιών, σύμφωνα με την S&P Global .
H έκθεση του CREA δείχνει ότι οι θαλάσσιες εισαγωγές ρωσικού αργού πετρελαίου στην Κίνα, την Ινδία, την Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σιγκαπούρη αυξήθηκαν κατά 140% σε όγκο, ή 182% σε αξία ,σε σχέση με το προηγούμενο έτος, από την έκρηξη του πολέμου στην Ουκρανία. Η συνολική αξία των εισαγωγών τους ήταν 74,8 δισεκατομμύρια ευρώ τους 12 μήνες, με τις πέντε χώρες να αντιπροσωπεύουν το 70% των εξαγωγών αργού πετρελαίου της Ρωσίας, από την έναρξη του πολέμου.
Από την ρωσική εισβολή, η ΕΕ, η G7 και η Αυστραλία αύξησαν τον όγκο των προϊόντων διύλισης πετρελαίου που εισήγαγαν από την Κίνα κατά 94%, την Ινδία κατά 2%, την Τουρκία κατά 43%, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα κατά 23% και τη Σιγκαπούρη κατά 33%. Οι εξαγωγές προϊόντων πετρελαίου των πέντε εθνών αυξήθηκαν 80% σε όρους αξίας και 26% σε όρους όγκου προς χώρες με ανώτατο όριο τιμών, αναφέρει η έκθεση, με αύξηση μόνο κατά 2% σε όγκο σε χώρες χωρίς ανώτατο όριο τιμών από τον Φεβρουάριο του 2022.
Το Κέντρο CREA είπε ότι δεν είναι σε θέση να επαληθεύσει την ακριβή ποσότητα προϊόντων πετρελαίου από ρωσικό αργό πετρέλαιο που περνά από τις πέντε χώρες «πλυντήρια» σε έθνη που τηρούν το ανώτατο όριο τιμών, αν και αναφέρει τις τάσεις των δεδομένων ως «απόδειξη ότι οι χώρες πλυντηρίων παρέχουν κεφάλαια στο Κρεμλίνο μέσω υψηλότερων εισαγωγών ρωσικού αργού σε σχέση με το προηγούμενο έτος».
Διύλυση
Όπως λέει ο Λάρι Καντού , νομικός, ειδικός σε θέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου με την εταιρεία συμβούλων κινδύνου Ball PLLC, το συμπέρασμα είναι ότι «οι κυρώσεις αποφεύγονται με την εξαγωγή ρωσικού αργού πετρελαίου στις χώρες –«πλυντήρια», όπου το αργό πετρέλαιο διυλίζεται σε προϊόντα τα οποία στη συνέχεια πωλούνται ως μη ρωσικής προέλευσης».
Ο Καντού σημείωσε ότι το εμπόριο προϊόντων από ρωσικό αργό έχει γίνει «εξαιρετικά κερδοφόρο», καθώς είναι πιο δύσκολο να εντοπιστεί η προέλευση των προϊόντων διύλισης πετρελαίου, παρά να εντοπιστεί η πηγή του αργού πετρελαίου. «Συνεπώς, όταν εφαρμόστηκαν οι κυρώσεις κατά του ρωσικού πετρελαίου, η τιμή του ρωσικού αργού έπεσε απότομα, αλλά η τιμή των διυλισμένων προϊόντων από ρωσικό αργό δεν υποχώρησε».