Skip to main content

Κορωνοϊός: Τα εμβόλια βγήκαν γρήγορα, αλλά οι θεραπείες αργούν

Οι ερευνητές διαμαρτύρονται για τα εμπόδια που τίθενται στον δρόμο για λύσεις στην επιμονή και περιπλοκότητα του long-covid - Σε απόγνωση οι νοσούντες

Οι ερευνητές του νοσοκομείου Σαριτέ στο Βερολίνο, με επικεφαλής την καθηγήτρια Κάρμεν Σαϊντενμπόγκεν, ήθελαν να ξεκινήσουν την πρώτη τους μελέτη για τα μακράς διαρκείας συμπτώματα του κορωνοϊού, ήδη από το καλοκαίρι του 2022. Ο στόχος ήταν να βρεθούν το συντομότερο δυνατόν αποτελεσματικά φάρμακα και θεραπείες κατά των μακροχρόνιων επιπτώσεων και της ME/CFS (μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα/σύνδρομο χρόνιας κόπωσης), μίας από τις πιο σοβαρές μορφές long-Covid. Αλλά οι υψηλές κανονιστικές απαιτήσεις για κλινικές δοκιμές, σχετικά με συμβάσεις, προστασία δεδομένων και άλλα, επιβράδυναν το έργο.

Ενώ η ανάπτυξη των εμβολίων και των φαρμάκων κατά του κορωνοϊού βρέθηκαν γρήγορα, η επανάσταση στα φάρμακα κατά του long-Covid εκκρεμεί. Οι ερευνητές διαμαρτύρονται για τα εμπόδια που τίθενται στον δρόμο. Σύμφωνα με το πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Βερολίνου, από την ιδέα για μια κλινική δοκιμή μέχρι την έναρξη της χρειάζεται περισσότερο από ένα έτος. Κατά τη διαδικασία αυτή, οι ερευνητές γίνονται μάρτυρες της απόγνωσης των νοσούντων, ορισμένοι από τους οποίους δεν έχουν αναρρώσει εδώ και τρία χρόνια.

Ο long-covid είναι επίμονος και πολύπλοκος

Long-covid είναι τα συμπτώματα που επιμένουν πέρα από την οξεία φάση της νόσου, η οποία διαρκεί τέσσερις εβδομάδες, ή που επανεμφανίζονται στη συνέχεια. Ως Post-Covid περιγράφεται η  εικόνα του ασθενούς δώδεκα εβδομάδες μετά τη έναρξη της λοίμωξης. Συνήθη συμπτώματα είναι η δύσπνοια, ο βήχας, η κόπωση, οι διαταραχές ύπνου, η εξάντληση, αλλά και οι ανησυχίες και η θλίψη.

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ο long-Covid είναι πολύπλοκος. Τα συμπτώματα πιθανώς προκαλούνται από διαφορετικές διεργασίες στο σώμα. Οι υπερβολικές αντιδράσεις του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να παίζουν ρόλο, όπως και οι αγγειακές μεταβολές, αλλά και οι ιοί που εξακολουθούν να κρύβονται στο σώμα μετά τη νόσηση με κορωνοϊό ή υπάρχουν από προηγούμενες λοιμώξεις και επανενεργοποιούνται.

Η ME/CFS συγκεκριμένα δεν αποτελεί καινούριο φαινόμενο. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, 250.000 άνθρωποι είχαν ήδη προσβληθεί στη Γερμανία πριν από την πανδημία, μετά από μόλυνση από τον ιό Epstein-Barr ή τη γρίπη. Τώρα, ελπίζουν πως θα βοηθηθούν από την έρευνα για τον long-Covid. Οι ειδικοί θεωρούν ωστόσο ότι η ανάπτυξη ενός φαρμάκου που θα βοηθήσει όλους τους νοσούντες με long-Covid άμεσα και θα λύσει οριστικά το πρόβλημα, είναι αρκετά απατηλή.

Η Σαϊντενμπόγκεν, επικεφαλής του εξωτερικού ιατρείου ανοσοανεπάρκειας στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Σαριτέ, είναι επίσης επικεφαλής της Εθνικής Ομάδας Κλινικών Μελετών (NKSG) για τον post-Covid και τη ME/CFS, η οποία χρηματοδοτείται από το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Έρευνας, με σχεδόν δέκα εκατομμύρια ευρώ το 2022 και το 2023 και διεξάγει διάφορες κλινικές δοκιμές. Η Σαϊντενμπόγκεν υποθέτει ότι στη νόσο παίζουν ρόλο τα λεγόμενα αυτοαντισώματα: μια ανοσολογική αντίδραση που στρέφεται κατά του ίδιου του οργανισμού του ασθενούς. Με τη χρηματοδότηση από την πανδημία, η ερευνήτρια διεξάγει τώρα μια μελέτη παρακολούθησης σε ασθενείς που ανέπτυξαν ME/CFS μετά τη νόσηση με κορωνοϊό. Μία μεγαλύτερη μελέτη θα ακολουθήσει τους επόμενους μήνες. Το επόμενο βήμα θα είναι η δοκιμή φαρμάκων κατά των αυτοαντισωμάτων.

Μια εργασία ανασκόπησης στο περιοδικό “Clinical Microbiology and Infection” τον Ιανουάριο εντόπισε περίπου 60 φάρμακα που δοκιμάζονται επί του παρόντος για τον long-Covid – όπως αντιφλεγμονώδη φάρμακα και ανοσοκατασταλτικά που έχουν ήδη εγκριθεί για άλλες ασθένειες. Στην NKSG, μελέτες για φάρμακα που στοχεύουν στην κυκλοφορία του αίματος και τις φλεγμονές πρόκειται επίσης να ξεκινήσουν το αργότερο το καλοκαίρι. «Θα έχουμε αποτελέσματα για την ανοσοαπορρόφηση και τη ροή του αίματος φέτος», λέει η Σαϊντενμπόγκεν.

Περιορισμένη χρηματοδότηση

Όλα τα υπόλοιπα θα εξαρτώνται από την περαιτέρω χρηματοδότηση από τη γερμανική κυβέρνηση ή τη φαρμακοβιομηχανία. Μέχρι στιγμής, δυστυχώς, λίγες εταιρείες ενδιαφέρονται, διότι θα επιθυμούσαν να συμμετάσχουν μόνο όταν θα είχε αποδειχθεί η υπόθεση των αυτοαντισωμάτων και θα ήταν γνωστό ποια ακριβώς ομάδα ασθενών είναι η κατάλληλη. Η Γερμανική Ένωση Φαρμακευτικών Εταιρειών αναμένει έναν αυξανόμενο αριθμό ερευνητικών έργων «όταν η τρέχουσα βασική ιατρική έρευνα έχει ανακαλύψει περισσότερα για τις διεργασίες της νόσου». Προκειμένου να αναπτυχθούν νέα φάρμακα ειδικά κατά του long-Covid, πρέπει να διευκρινιστεί τουλάχιστον ένα μέρος των μηχανισμών από τη βασική έρευνα με μοριακή ακρίβεια.

Η πρωτοβουλία Long Covid Germany κρίνει ότι οι μελέτες που ξεκινούν τώρα στη Γερμανία μπορούν να αποτελέσουν μόνο την αρχή. Αυτό που χρειάζεται είναι μια βιώσιμη και επαρκής χρηματοδότηση για τα επόμενα χρόνια, καθώς μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί να συνεχιστεί με επιτυχία η ολοκληρωμένη έρευνα. «Ακόμα και σε περιόδους της υποτιθέμενης ήπιας παραλλαγής Omikron, βλέπουμε ανθρώπους με μακροχρόνια συμπτώματα, παρ’ όλο που έχουν εμβολιαστεί ή νοσήσει στο παρελθόν», λέει εκπρόσωπος της Long Covid Germany, ο οποίος είναι πεπεισμένος ότι το πρόβλημα για την κοινωνία θα μεγαλώσει μακροπρόθεσμα λόγω του τεράστιου αριθμού λοιμώξεων. «Είναι ένα παιχνίδι με τον χρόνο μέχρι να αντιληφθούμε πραγματικά όλες τις συνέπειες του κορωνοϊού για την υγεία».

Ένα πρόβλημα παραμένει ότι δεν είναι ακόμη δυνατό να μετρηθεί ακριβώς πόσοι άνθρωποι στη Γερμανία επηρεάζονται από τον long-Covid. Σύμφωνα με τη μελέτη της Σαϊντεμπόγκεν, περίπου το 10% όσων νόσησαν με κορωνοϊό θα έχουν μακροχρόνιες ενοχλήσεις και περίπου το 5% όσων νόσησαν όντας εμβολιασμένοι. Με προηγούμενες θεραπείες, τα συμπτώματα μπορούν συχνά να ανακουφιστούν. «Όμως, 1-2% είναι πιθανό να παραμείνει μόνιμα άρρωστο, και πρόκειται κυρίως για νέους ανθρώπους». Παρ’ όλα αυτά, η καθηγήτρια αισιοδοξεί: «Εκτιμώ ότι αυτές οι ασθένειες μπορούν να θεραπευθούν σχετικά καλά». Εφόσον βεβαίως βρεθεί η σωστή αγωγή.

Πηγή: Deutsche Welle