Skip to main content

Οι Ιάπωνες που «εξατμίζονται» – Το φαινόμενο σταδιακά γιγαντώνεται

Η Ιαπωνία είναι ένα πολύ καλό μέρος για να εξαφανιστεί κανείς, καθώς η ιδιωτικότητα εκτιμάται ιδιαίτερα.

Το 2021, περίπου 80 000 άνθρωποι αναφέρθηκαν ως αγνοούμενοι στην Ιαπωνία. Μετά την πανδημία το φαινόμενο τριπλασιάστηκε.

Η διαφορά είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς εξαφανίστηκαν από επιλογή. Ένα ντοκιμαντέρ της South China Morning Post αποκάλυψε πώς μία επιχείρηση βοηθά ανθρώπους να εξαφανιστούν χωρίς ίχνη.

Πολλοί από αυτούς τους “jouhatsu-sha”, ή -στα ιαπωνικά- άνθρωποι που «εξατμίστηκαν», επέλεξαν να εξαφανιστούν λόγω χρεών, για να ξεφύγουν από τις υποχρεώσεις τους, την ενδοοικογενειακή βία ή απλώς για να κάνουν μια νέα αρχή αλλού.

Στη μικρή πόλη Τσίμπα, λίγο έξω από το Τόκιο, ο Ναόκι Ιβαμπούτσι διευθύνει μια εξειδικευμένη επιχείρηση, που βοηθά ιδίως κακοποιημένες γυναίκες να εξαφανιστούν και να ταξιδέψουν σε ένα ασφαλές μέρος, σημειώνει το Insider.

Πριν από 16 χρόνια, αφού συνειδητοποίησε πόσες γυναίκες αντιμετώπιζαν ενδοοικογενειακή κακοποίηση και «δεν μπορούσαν να ξεφύγουν», ο  Ιβαμπούτσι  αποφάσισε να παρέμβει.

Περίπου το 90% των πελατών του είναι γυναίκες και το 10% άνδρες, ενώ αυτήν τη στιγμή ο αριθμός των ανθρώπων που επιδιώκουν να εξαφανιστούν είναι έως και τρεις φορές μεγαλύτερος από ό,τι πριν από την πανδημία.

Οι «εξαφανισμένοι» της Ιαπωνίας, συνηθίζουν να οργανώνονται πριν «εξατμιστούν». Σύμφωνα με τους Financial Times, η Μίχο Σαΐτα, είναι ιδιοκτήτρια μιας yonige-ya, δηλαδή μιας εταιρείας “νυχτερινών μετακομίσεων”.

Ο Ιβαμπούτσι λέει επίσης πώς η επιχείρηση “yonigeya”  είναι γεμάτη κινδύνους.

«Οι νυχτερινές μετακινήσεις είναι πρόχειρες και πάντα υπάρχουν προβλήματα. Δεν νομίζω ότι περνάει μέρα χωρίς προβλήματα», δήλωσε ο Ιβαμπούτσι στο SCMP, προσθέτοντας ότι πάντα υποθέτει ότι θα συμβεί “το χειρότερο”».

Το Ιαπωνικό «Τρίγωνο των Βερμούδων»

Άλλο άρθρο του Insider μιλάει για την παραγκούπολη στην ιαπωνική πόλη-λιμάνι Οσάκα που έχει γίνει το “Τρίγωνο των Βερμούδων της Ιαπωνίας”, όπου οι άνθρωποι είναι σε θέση να ζήσουν με νέα ονόματα και νέες ζωές.

Το Καμαγκασάκι, επίσης γνωστό ως Airin Chiku, είναι μια περιοχή στην Οσάκα όπου οι άνθρωποι μπορούν να βρουν φθηνή διαμονή και χαμηλού εισοδήματος εργασία ως ημερομίσθιοι.

Μια εύκολη χώρα για να «χαθείς»

Η Ιαπωνία είναι ένα πολύ καλό μέρος για να εξαφανιστεί κανείς, καθώς η ιδιωτικότητα εκτιμάται ιδιαίτερα. Αυτό διευκολύνει τους αγνοούμενους να κάνουν ανάληψη χρημάτων από ΑΤΜ χωρίς να τους εντοπίσουν, για παράδειγμα:

«Η αστυνομία δεν θα επέμβει εκτός αν υπάρχει κάποιος άλλος λόγος, όπως ένα έγκλημα ή ένα ατύχημα. Το μόνο που μπορεί να κάνει η οικογένεια είναι να πληρώσει πολλά για έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ. Ή απλά να περιμένει. Αυτό είναι όλο», δήλωσε ο κοινωνιολόγος Hiroki Nakamori  στο BBC.

Δυο ιστορίες εξαφανισμένων

Πάντως, οι εξαφανίσεις δεν είναι πάντα μια ευοίωνη ιστορία «επανεκκίνησης». Ο Νοριχίρο κράτησε αρχικά τα προσχήματα: Σηκωνόταν νωρίς κάθε μέρα, έβαζε το κοστούμι και τη γραβάτα του, έπαιρνε τον χαρτοφύλακά του και αποχαιρετούσε τη γυναίκα του με ένα φιλί. Στη συνέχεια πήγαινε στο κτίριο του πρώην γραφείου του και περνούσε όλη την εργάσιμη ημέρα καθισμένος στο αυτοκίνητό του – χωρίς να τρώει, χωρίς να τηλεφωνεί σε κανέναν.

Είχε απολυθεί αλλά ντρεπόταν να το πει στην οικογένειά του.

Ο Νοριχίρο το έκανε αυτό για μία εβδομάδα. Ο φόβος μήπως αποκαλυφθεί η πραγματική του κατάσταση ήταν αφόρητος.

«Δεν μπορούσα να το κάνω άλλο», λέει. “Περίμενα περίπου 19 ώρες,  επειδή συνήθιζα να βγαίνω για ποτό με τα αφεντικά και τους συναδέλφους μου, μετά την δουλειά. Περιπλανιόμουν και όταν τελικά επέστρεφα στο σπίτι, είχα την εντύπωση ότι η γυναίκα και ο γιος μου το ήξεραν.. Ένιωθα ενοχές. Δεν είχα πια μισθό για να τους δώσω”.

Την ημέρα που θα έπαιρνε τον μισθό του, ο Norihiro ετοιμάστηκε  και μπήκε στο τρένο. Δεν άφησε κανένα μήνυμα, κανένα σημείωμα, και απ’ όσο ξέρει η οικογένειά του, πιστεύει ότι αυτοκτόνησε,

Σήμερα, ζει με ψεύτικο όνομα, σε ένα δωμάτιο χωρίς παράθυρα που ασφαλίζει με λουκέτο. Πίνει και καπνίζει πάρα πολύ, και έχει αποφασίσει να ζήσει τις υπόλοιπες μέρες του ασκώντας αυτή την “μαζοχιστική” μορφή μετάνοιας.

“Μετά από τόσο καιρό”, λέει ο Νοριχίρο, “θα μπορούσα σίγουρα να πάρω πίσω την παλιά μου ταυτότητα… Αλλά δεν θέλω η οικογένειά μου να με βλέπει σε αυτή την κατάσταση. Κοιτάξτε με. Δεν μοιάζω με τίποτα. Δεν είμαι τίποτα. Αν πεθάνω αύριο, δεν θέλω κανείς να μπορεί να με αναγνωρίσει”.

«Δεν μπορούσα να φροντίσω την μητέρα μου»

Ο Γιουίτσι είναι ένας πρώην εργάτης οικοδομών που εξαφανίστηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Φρόντιζε την άρρωστη μητέρα του και τα έξοδα  – κατ’ οίκον νοσηλεία, φαγητό, ενοίκιο – τον χρεοκόπησαν.

«Δεν μπορούσα να αντέξω την οικονομική εγκατάλειψη της μητέρας μου», λέει. «Μου είχε δώσει τα πάντα, αλλά ήμουν ανίκανος να τη φροντίσω».

Αυτό που έκανε στη συνέχεια ο Γιουίτσι μπορεί να φαίνεται  ακόμη και διεστραμμένο – αλλά στην ιαπωνική κουλτούρα, στην οποία η αυτοκτονία θεωρείται ο πιο αξιοπρεπής τρόπος για να σβήσει κανείς τη ντροπή που έχει προκαλέσει στην οικογένειά του, είναι λογικό. Πήγε τη μητέρα του σε ένα φτηνό ξενοδοχείο, της νοίκιασε ένα δωμάτιο και την άφησε εκεί για να μην επιστρέψει ποτέ.

 naftemporiki.gr