Εδώ και καιρό ο συνασπισμός της αντιπολίτευσης στην Τουρκία αναζητούσε έναν κοινό υποψήφιο για να κατέβει απέναντι στον επί χρόνια ηγέτη της χώρας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις προσεχείς εκλογές. Φαίνεται ότι τελικά τον βρήκε: Ο επικεφαλής του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, θα είναι υποψήφιος εναντίον του Ερντογάν στις εκλογές της 14ης Μαΐου. Ποιος είναι όμως ο άνθρωπος που θέλει να βάλει στην εξουσία του Ερντογάν, που βρίσκεται στο τιμόνι της Τουρκίας για πάνω από 20 χρόνια;
Η επαγγελματική του διαδρομή
Ο Κιλιτσντάρογλου γεννήθηκε το 1948 σε ένα χωριό στην περιοχή Τούντζελι της ανατολικής Ανατολίας. Κατάγεται από οικογένεια Αλεβιτών. Οι Αλεβίτες είναι μια εθνική-θρησκευτική μειονότητα στην Τουρκία. Είναι το τέταρτο από τα επτά παιδιά και το μόνο στην οικογένεια που έχει σπουδάσει, καθώς αποφοίτησε στην Άγκυρα με πτυχίο στα οικονομικά. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, Ο ίδιος ξεκίνησε την επαγγελματική του ζωή το 1971 ως σύμβουλος στο Υπουργείο Οικονομικών της Τουρκίας. Σταδιακά ανέβηκε στην τουρκική γραφειοκρατία και το 1992 έγινε διευθυντής του Οργανισμού Κοινωνικών Ασφαλίσεων (SSK). Το 1994 ανακηρύχθηκε «Γραφειοκράτης της Χρονιάς» από οικονομικό περιοδικό. Το 1999 συνταξιοδοτήθηκε.
Στη μάχη κατά της διαφθοράς
Ήταν πάντα γνωστός για την ειλικρίνεια και την αξιοπιστία του – κάτι όχι αυτονόητο στην πολιτική, ειδικά στην Τουρκία. Ως γραφειοκράτης καταπολέμησε τη διαφθορά. Χάρη στην πολυετή δουλειά του στον ασφαλιστικό κλάδο, λέγεται ότι απέκτησε την ικανότητα να βρίσκει «βελόνα στα άχυρα»: «Σε ένα δωμάτιο γεμάτο κυβερνητικούς φακέλους, ο Κιλιτσντάρογλου μπορεί να βρει όλες τις παρατυπίες και τη διαφθορά αστραπιαία», δήλωσε μέλος του CHP στην Deutsche Welle: «Και το να μένεις ειλικρινής γι’ αυτόν δεν είναι απλώς μια αρετή, είναι απαραίτητο καθήκον».
Τα πρώτα βήματα στην πολιτική
Η πολιτική του καριέρα ξεκίνησε όταν ετοίμασε μια έκθεση διαφθοράς κατόπιν αιτήματος του σοσιαλδημοκρατικού κεμαλικού κόμματος CHP. Η έκθεση έτυχε θετικής υποδοχής από τον πρώην αρχηγό του κόμματος Ντενίζ Μπαϊκάλ, γεγονός που συνέβαλε στην είσοδό του στην πολιτική. Η πρώτη του παρουσία στο τουρκικό κοινοβούλιο ήρθε μετά τις εκλογές του 2002, κατά τις οποίες ο νυν πρόεδρος Ερντογάν ανήλθε στην εξουσία.
Το 2007 έγινε αναπληρωτής επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του CHP. Το 2009 έθεσε υποψηφιότητα για δήμαρχος Κωνσταντινούπολης και έχασε από τον υποψήφιο του AKP.
Κέρδισε διεθνή φήμη όταν περπάτησε από την Άγκυρα στην Κωνσταντινούπολη το 2017. Αυτός και οι οπαδοί του περπάτησαν περίπου 420 χιλιόμετρα στο πλαίσιο μιας διαδήλωσης που αποκαλούσαν «Πορεία Δικαιοσύνης». Η 25ήμερη πορεία του είχε ως στόχο τη διαμαρτυρία ενάντια στην αυξανόμενη καταστολή από την κυβέρνηση του AKP. Αφορμή στάθηκε η ποινή φυλάκισης για τον πολιτικό και δημοσιογράφο του CHP Ένις Μπερμπέρογλου.
Ο καλύτερος υποψήφιος;
Παρά τη θετική προσωπική του εικόνα, ο Κιλιτσνττάρογλου κατηγορείται δημόσια εδώ και χρόνια ότι δεν είναι αρκετά χαρισματικός, ώστε να παρουσιάσει μια εναλλακτική στον Ερντογάν. Η υποψηφιότητά του προκαλεί ήδη κραδασμούς στον συνασπισμό, που αποτελείται από έξι κόμματα της αντιπολίτευσης. Ωστόσο, το γνωστό ως «τραπέζι των έξι» έχει σχεδόν γίνει «τραπέζι των πέντε»: Το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα, το εθνικιστικό κόμμα Iyi, απείλησε να εγκαταλείψει το τραπέζι αφού κατέστη σαφές ότι ο Κιλιτσντάρογλου είχε επικρατήσει.
Η πρόεδρος του Iyi, Μεράλ Ακσενέρ, διεξάγει εκστρατεία κατά της υποψηφιότητας του Κιλιτσντάρογλου εδώ και μήνες. Στο παρελθόν είχε πει ότι κάποιος που «μπορεί να κερδίσει τον Ερντογάν» πρέπει να είναι υποψήφιος. Ο Κιλιντσντάρογλου δεν ταιριάζει με αυτή την περιγραφή, σε αντίθεση με τον δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρεμ Ιμάμογλου και τον ομόλογό του από την Άγκυρα, Μανσούρ Γιαβάς, σύμφωνα με την Ακσενέρ.
Στην πραγματικότητα ο Κιλιτσντάρογλου δεν κέρδισε ποτέ εκλογές. Μετά από πολλές διαπραγματεύσεις στα παρασκήνια, η κρίση στην αντιπολίτευση φαίνεται να έχει διευθετηθεί προς το παρόν: η Ακσενέρ είναι πλέον πίσω στο «τραπέζι των έξι». Το αν αυτή η ενότητα θα είναι αρκετή για μια εκλογική νίκη, θα φανεί σε λίγους μήνες.
Πηγή: Deutsche Welle