Έναν χρόνο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο κόσμος που ξέραμε δεν είναι ίδιος πια: Οι τρεις υπερδυνάμεις -ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα- βρίσκονται σε επικίνδυνο ανταγωνισμό μεταξύ τους, με επιπτώσεις που ξεπερνούν τα σύνορα των εμπολέμων.
Η απόφαση μάλιστα την προηγούμενη Τρίτη του Ρώσου προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, να αναστείλει τη συμμετοχή της χώρας του στη συμφωνία Start για τον περιορισμό και έλεγχο των πυρηνικών εξοπλισμών, επαναφέρει το φάσμα του πυρηνικού ολέθρου.
Στριμωγμένος από την αποτυχία του «κεραυνοβόλου πολέμου» -της ταχείας κατάληψης του Κιέβου και της εγκατάστασης μιας φιλικής προς τη Μόσχα κυβέρνησης-, ο Πούτιν μοιάζει να τα παίζει όλα για όλα…
Προσπαθεί μάλιστα να δώσει ιδεολογική χροιά στον πόλεμο τον οποίο ξεκίνησε ακριβώς πριν από έναν χρόνο, μιλώντας πλέον όχι μόνο για «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας, αλλά αμφισβητώντας ανοικτά τη δυτική κυριαρχία, με στόχο την ανακατανομή του διεθνούς γεωπολιτικού σκηνικού.
Διεθνής σύγκρουση
Μιλά για περιφερειακή σύγκρουση που εξελίσσεται σε διεθνή, για πόλεμο επιβίωσης του ρωσικού έθνους, που κινδυνεύει με αφανισμό. Ο υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δεν έχει διστάσει να κάνει λόγο για «τελική λύση» που απεργάζεται η Δύση κατά του ρωσικού λαού.
Οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ μπαίνουν πλέον όλο και πιο βαθιά στην ουκρανική κρίση. Η στρατιωτική βοήθεια δεν εξαντλείται πλέον σε αμυντικά όπλα -αντιαεροπορικά συστήματα, εκτοξευτήρες ρουκετών, αντιαρματικά κ.λπ.- αλλά από τον επόμενο μήνα αναμένεται να κάνουν την εμφάνισή τους στα πεδία των μαχών τα πρώτα γερμανικά Leopard. Θα ακολουθήσουν βρετανικά, γαλλικά και σε βάθος χρόνου και αμερικανικά άρματα μάχης, με το Κίεβο να πιέζει και για συνδρομή των δυτικών συμμάχων του με μαχητικά αεροσκάφη.
Νέα κούρσα πυρηνικών;
Το μετασοβιετικό στάτους κβο πνέει τα λοίσθια, με την ανθρωπότητα να ζει τις απαρχές μιας νέας μακροχρόνιας από ό,τι φαίνεται σκοτεινής και επικίνδυνης περιόδου, με την πιθανότητα μιας ανεξέλεγκτης κούρσας πυρηνικών εξοπλισμών ανάμεσα στη Ρωσία και τις ΗΠΑ να επανέρχεται στο τραπέζι.
Μέσα σε αυτό το επιδεινούμενο «μπρα ντε φερ» ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα, η Κίνα αναζητά το δικό της νέο γεωπολιτικό ρόλο, ευρισκόμενη μεταξύ σφύρας και άκμονος.
Η Κίνα φαίνεται από τη μια να επωφελείται οικονομικά από τις σχέσεις της με τη Ρωσία, προσφέροντας πολύτιμη χείρα βοηθείας στον Πούτιν να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τον πόλεμοw, και από την άλλη δείχνει να ελπίζει σε έναν αναβαθμισμένο γεωπολιτικό ρόλο, του πιθανού διαμεσολαβητή για πολιτική διευθέτηση της ουκρανικής κρίσης.
Σήμερα, κλείνουν 365 ημέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο, για να παραφράσουμε τον κλασικό τίτλο του βιβλίου του Τζον Ριντ «Δέκα Ημέρες που Συγκλόνισαν τον Κόσμο». Σε αντίθεση ωστόσο με τον χρονικογράφο της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, που όντως θα συγκλόνιζε τον κόσμο με ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο, ο πόλεμος στην Ουκρανία συγκλονίζει φέρνοντας όχι ελπίδα, αλλά ανησυχία και τρόμο για το πού μπορεί να οδηγηθεί η ανθρωπότητα…
Μεγάλες απώλειες
Σημαντικές εκατέρωθεν απώλειες καταγράφουν Ρωσία και Ουκρανία, έναν χρόνο μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής.
Οι ΗΠΑ εκτιμούν πως έως και 100.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί ή τραυματιστεί στην κάθε πλευρά από τους δύο εμπολέμους.
Παράλληλα, οι ρωσικές δυνάμεις φέρονται να έχουν απoλέσει χιλιάδες αντικείμενα σε στρατιωτικό εξοπλισμό. Πρόσφατο ρεπορτάζ του BBC αναφέρει πως εκτιμάται ότι περισσότερα από 1.700 ρωσικά άρματα μάχης και οχήματα μεταφοράς προσωπικού έχουν καταστραφεί, υποστεί ζημιές, εγκαταλειφθεί ή έχουν περιέλθει υπό τις ουκρανικές δυνάμεις.
Στο ίδιο ρεπορτάζ το οποίο στηρίζεται σε στοιχεία του ιστότοπου Oryx, οι απώλειες της Ουκρανίας ανέρχονται σε 467 άρματα μάχης και 490 οχήματα μεταφοράς πεζικού.
Αναλυτές από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών εκτιμούν πως ο ρωσικός στρατός έχει απολέσει το 38% του προπολεμικού του στόλου αρμάτων μάχης.
Οικονομικό κόστος
Σε οικονομικό επίπεδο, σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους, η χώρα θα χρειαστεί 38 δισ. δολάρια φέτος για να καλύψει το δημοσιονομικό της έλλειμμα και επιπλέον 17 δισ. δολάρια για να διορθώσει τις ζημιές στην ενεργειακή της υποδομή και την αποναρκοθέτηση.
H «αποναζιστικοποίηση» που οδεύει σε πόλεμο φθοράς
Σε πόλεμο φθοράς εξελίσσεται η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με απώτερο στόχο την οικονομική και στρατιωτική εξάντληση των Ουκρανών.
Παράλληλα με τις συνεχείς απειλές για μετατροπή μιας περιφερειακής σύγκρουσης σε διεθνή, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ευελπιστεί στην κόπωση των δυτικών συμμάχων του Κιέβου και σε έναν ενδεχόμενο συμβιβασμό με αποδοχή από ουκρανικής πλευράς των ρωσικών τετελεσμένων.
Η πρώτη διακήρυξη
Όταν στις 24 Φεβρουαρίου του 2022 ο Πούτιν διεκήρυττε τον στόχο της εισβολής η οποία μόλις ξεκινούσε, μιλούσε για «αποστρατιωτικοποίηση και αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας και όχι για κατοχή της. Η εισβολή ξεκίνησε άλλωστε τρεις ημέρες μετά την αναγνώριση από ρωσικής πλευράς της ανεξαρτησίας των αυτοανακηρυχθεισών Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ, στην ανατολική Ουκρανία, όπου από το 2014 μαινόταν ο πόλεμος ανάμεσα στις ουκρανικές κυβερνητικές δυνάμεις και τους φιλορώσους αυτονομιστές.
Παράλληλα, διεκήρυττε πως θέλει να αποτρέψει το ΝΑΤΟ από το να βάλει πόδι στην Ουκρανία, εξασφαλίζοντας την ουδετερότητά της.
Αν και δεν το διακήρυξε ποτέ επισήμως, πίστευε πως με την «κεραυνοβόλο επίθεση» που θα εξαπέλυε κατά του Κιέβου, θα ανάγκαζε τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντιμίρ Ζελένσκι να «αυτομολήσει» στη Δύση και ο ίδιος να εγκαταστήσει ένα φιλορωσικό καθεστώς.
«Ο εχθρός με είχε καταστήσει τον υπ’ αριθμόν ένα στόχο και την οικογένειά μου στόχο νούμερο δύο», είχε δηλώσει ο Ζελένσκι.
Οι ρωσικοί βέβαια ισχυρισμοί, περί «αποναζιστικοποίησης», δεν αποσκοπούσαν παρά στην εξάλειψη του σύγχρονου κράτους της Ουκρανίας. Ο Ρώσος πρόεδρος δεν έκρυψε στις δημόσιες ομιλίες του πως θεωρεί τους μπολσεβίκους του Λένιν υπαίτιους για τη δημιουργία της Ουκρανίας ως ανεξάρτητου έθνους, έχοντας μάλιστα ήδη από το 2021 γράψει μακροσκελές άρθρο στο οποίο υποστήριζε πως Ρώσοι και Ουκρανοί είναι ένας λαός με ρίζες που ανάγονται πίσω στον 9ο αιώνα.
Αλλαγή σχεδίων
Έναν μήνα μετά την εισβολή και την αποτυχία του να καταλάβει το Κίεβο, ο κύριος στόχος του Βλαντιμίρ Πούτιν έγινε «η απελευθέρωση του Ντονμπάς» – των δύο βιομηχανικών περιοχών της Ουκρανίας, του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ.
Η αντοχή της ουκρανικής αντίστασης και οι επιτυχίες της στρατιωτικής αντεπίθεσης οδήγησαν τον Ρώσο πρόεδρο να προχωρήσει στην προσάρτηση όχι μόνο του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ στα ανατολικά, αλλά και της Χερσώνας και της Ζαπορίζια στο νότο, χωρίς ποτέ να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχό τους.
Για την προσάρτηση των περιοχών χρησιμοποίησε τη διεξαγωγή ενός μη αναγνωρισμένου διεθνώς δημοψηφίσματος. Προφανής στόχος να θεωρηθεί η ουκρανική αντεπίθεση και η προσπάθεια ανακατάληψης των εδαφών αυτών επίθεση κατά της ρωσικής εθνικής κυριαρχίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται…
Ο Πούτιν αναγκάστηκε μάλιστα τον περασμένο Σεπτέμβριο να προχωρήσει σε μερική επιστράτευση 300.000 εφέδρων.
Μέτωπο 850 χλμ.
Η ρωσική εισβολή έχει μετεξελιχθεί σε έναν πόλεμο φθοράς, με τη γραμμή του μετώπου να εκτείνεται σε 850 χιλιόμετρα και τη Ρωσία να πετυχαίνει κάποιες μικρές, αλλά με μεγάλο κόστος νίκες.
Αυτό που έναν χρόνο πριν φάνταζε ως «πόλεμος αστραπή», έχει εξελιχθεί σε μία μακροχρόνια πολεμική αναμέτρηση. Η δυτική στρατιωτική ανάμιξη γίνεται όλο και μεγαλύτερη, με σκοπό τη στρατιωτική ήττα της Ρωσίας στο ουκρανικό μέτωπο.
Όσο για την αποτροπή της επέκτασης του ΝΑΤΟ προς ανατολάς; Ο πόλεμος του Πούτιν πέτυχε ακριβώς το αντίθετο. Το ΝΑΤΟ διευρύνεται με την επικείμενη ένταξη σε αυτό της Φινλανδίας και της Σουηδίας, ενώ και η Ουκρανία φιλοδοξεί, όταν κάποτε όλα αυτά θα έχουν τελειώσει, να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε.