Την είδηση ότι η Βρετανία σχεδιάζει να στείλει στην Ουκρανία άρματα μάχης σχολίασε την Δευτέρα το Κρεμλίνο, προειδοποιώντας ότι «θα καούν». Παράλληλα, στον απόηχο της επίθεσης στην ουκρανική πόλη Ντνίπρο, που άφησε τουλάχιστον 37 νεκρούς και δεκάδες αγνοούμενους, η Μόσχα επανέλαβε ότι δεν βάζει στο στόχαστρο μη στρατιωτικές υποδομές.
Αναλυτικότερα, σχολιάζοντας την είδηση που έγινε γνωστή το περασμένο Σάββατο, ότι η Βρετανία θα στείλει 14 άρματα μάχης Challenger 2 μαζί με πρόσθετη υποστήριξη πυροβολικού, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε: «Χρησιμοποιούν αυτήν την χώρα ως εργαλείο για να επιτύχουν τους αντιρωσικούς τους σκοπούς». «Αυτά τα άρματα μάχης καίγονται και θα καούν ακριβώς όπως τα υπόλοιπα», πρόσθεσε. Πάντως εκτίμησε ότι οι νέες προμήθειες από χώρες όπως η Βρετανία και η Πολωνία δεν θα αλλάξουν την κατάστααση στο πεδίο.
Αναφερόμενος επίσης στην επίθεση στην πόλη Ντνίπρο, ο Πεσκόφ υποστήριξε ότι οι ρωσικές δυνάμεις δεν έβαλαν στο στόχαστρο συγκροτήματα κατοικιών. «Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν βομβαρδίζουν κτίρια με κατοικίες, ούτε τις μη στρατιωτικές υποδομές, βομβαρδίζουν στρατιωτικούς στόχους», σημείωσε προσθέτοντας ότι «η κατάσταση» στην Ντνίπρο είναι αποτέλεσμα των ουκρανικών αντιαεροπορικών πυραύλων και του αντιαεροπορικού συστήματος άμυνας.
Νωρίτερα έγινε γνωστό ο αριθμός των νεκρών από τη ρωσική πυραυλική επίθεση που κατέστρεψε πολυκατοικία στην ουκρανική πόλη αυξήθηκε σε 37, με τις ουκρανικές αρχές να τρέφουν ελάχιστες ελπίδες ότι θα εντοπίσουν άλλους επιζώντες στα ερείπια.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου αρνήθηκε επίσης ότι υπάρχει οποιαδήποτε σύγκρουση μεταξύ του ρωσικού υπουργείου Άμυνας και της ομάδας μισθοφόρων Wagner, αναφέροντας ότι οποιαδήποτε σύγκρουση υπάρχει ανάμεσά τους «υφίσταται αποκλειστικά στον ενημερωτικό χώρο», υπονοώντας ότι είναι εφεύρεση των μέσων ενημέρωσης.
Σημείωσε επίσης ότι όλοι κάνουν το ίδιο πράγμα, αγωνίζονται για την πατρίδα.