Skip to main content

Ο «μεγάλος πόλεμος» και η πλάνη της ειρήνης: Τα μαθήματα από την Ουκρανία

REUTERS/Clodagh Kilcoyne

Ίσως το πιο σημαντικό μάθημα από τον πόλεμο της Ουκρανίας είναι ότι επέστρεψαν οι μεγάλες συγκρούσεις.

Τον Απρίλιο του 2021 η Ρωσία άρχισε να συγκεντρώνει έναν ασυνήθιστα μεγάλο αριθμό δυνάμεων στα σύνορα της χώρας με την Ουκρανία. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, δημοσίευσε μια έκθεση στην οποία αμφισβητούσε το δικαίωμα της Ουκρανίας να υπάρχει ως ανεξάρτητο κράτος.

Αφού ολοκληρώθηκε η στρατιωτική της άσκηση Zapad- με τη συμμετοχή των λευκορωσικών δυνάμεων- στη δυτική Ρωσία και τη Λευκορωσία τον Σεπτέμβριο, οι δυνάμεις της Μόσχας άφησαν πίσω τους ένα μεγάλο μέρος του εξοπλισμού τους.

Μέχρι τον Οκτώβριο, οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν ανακαλύψει τα πολεμικά σχέδια της Ρωσίας. Τον επόμενο μήνα ο διευθυντής της CIA, Μπιλ Μπερνς, στάλθηκε στη Μόσχα για να προειδοποιήσει τον Πούτιν. Αλλά η συσσώρευση δυνάμεων συνεχίστηκε.

Τον Ιανουάριο, καθώς η Ρωσία διεξήγαγε συνομιλίες με την Αμερική και το ΝΑΤΟ, άρχισε να φαίνεται ρεαλιστική η προοπτική της εισβολής. Τελικά, η εισβολή ήρθε τα ξημερώματα της 24ης Φεβρουαρίου, αφού πρώτα αναβλήθηκε τρεις φορές η χρονική έναρξή της, όπως έχει υποστηρίξει ο εκπρόσωπος της Κύριας Διεύθυνσης Πληροφοριών του ουκρανικού υπουργείου Άμυνας, Βαντίμ Σκιμπίτσκι.

Τον Φεβρουάριο οι ρωσικές δυνάμεις εισέβαλαν στην Ουκρανία από το βορρά, τα ανατολικά και τα νότια, ξεκινώντας τον μεγαλύτερο πόλεμο στην Ευρώπη από το 1945. Οι περισσότεροι αξιωματούχοι περίμεναν ότι η Ρωσία θα συνέτριβε γρήγορα τις ουκρανικές δυνάμεις, κάτι που όμως δεν συνέβη. Ο πόλεμος όχι μόνο δεν τέλειωσε αστραπιαία μέσα σε δύο εβδομάδες, αλλά συνεχίζεται ακόμα έντεκα μήνες μετά, χωρίς ρεαλιστική προοπτική για τον τερματισμό του.

Τι έχουμε μάθει όμως αυτές τις πάνω από 300 μέρες πολέμου;

Οι Financial Times καταλήγουν σε πέντε μαθήματα:

Η Ρωσία παραμένει απτόητη κι ετοιμάζεται να εξαπολύσει μια νέα μεγάλη χερσαία επίθεση.

Η Μόσχα προσπάθησε να εξασφαλίσει μια γρήγορη νίκη στην Ουκρανία, εφαρμόζοντας το ίδιο σχέδιο που είχε υιοθετήσει η Σοβιετική Ένωση  για την εισβολή της στο Αφγανιστάν το 1979. «Υπάρχει ένας άμεσος παραλληλισμός που προκαλεί θλίψη, μεταξύ του πώς μια ομάδα ηλικιωμένων στο Κρεμλίνο πήρε μια κακή απόφαση να εισβάλει στο Αφγανιστάν και πώς μια άλλη ομάδα ηλικιωμένων στο Κρεμλίνο αποφάσισε να εισβάλει στην Ουκρανία», σχολιάζει ο ειδικός στη Ρωσία και ιστορικός Μαρκ Γκαλεότι. «Και στις δύο περιπτώσεις, ο στρατός θεώρησε ότι η εισβολή ήταν κακή ιδέα, αλλά οι ανησυχίες του απορρίφθηκαν», προσθέτει.

Οι ρωσικές δυνάμεις απέτυχαν να καταλάβουν την πρωτεύουσα της Ουκρανίας και έκτοτε τα ουκρανικά στρατεύματα τις έχουν απωθήσει στο πάνω από το μισό έδαφος που κατέλαβαν αρχικά. Ωστόσο, η Μόσχα παραμένει φαινομενικά απτόητη: η Ουκρανία έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει ότι η Ρωσία σχεδιάζει μια νέα χερσαία επίθεση στην πρωτεύουσα, παρά την εξαντλημένη ικανότητά της να εξαπολύσει μεγάλη χερσαία επιχείρηση.

Έχει επιστρέψει ο «μεγάλος πόλεμος».

Στρατιωτικοί αξιωματούχοι και αναλυτές υποστηρίζουν ότι στην Ουκρανία έχει επιστρέψει «ο μεγάλος πόλεμος» και μαζί με αυτό η αναγκαιότητα για τις χώρες να διαθέτουν βιομηχανική ικανότητα και τεράστια αποθέματα όπλων για να διατηρήσουν τις μάχες υψηλής έντασης.

Οι προμήθειες της Ουκρανίας έχουν παρασχεθεί από το «στρατηγικό βάθος» των δυτικών συμμάχων της, όπως έχει δηλώσει χαρακτηριστικά ο υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων του Ηνωμένου Βασιλείου, Τζέιμς Χέπι. Η Δύση έχει στείλει στο Κίεβο στρατιωτική βοήθεια αξίας πάνω από 40 δισ. δολαρίων. Οι ΗΠΑ θα στείλουν επίσης το πυραυλικό σύστημα Patriot ως μέρος ενός νέου πακέτου ύψους 1,85 δισ. δολαρίων.

Μέχρι στιγμής, ωστόσο, η Δύση είναι επιφυλακτική όσον αφορά την κλιμάκωση μιας σύγκρουσης που θα μπορούσε να οδηγήσει σε άμεση αντιπαράθεση μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας , κι έτσι δεν στέλνει σύγχρονα άρματα μάχης, πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς και αεροσκάφη που ζητάει το Κίεβο. «Ένα βασικό ερώτημα για το 2023 είναι πόση στρατιωτική υποστήριξη θα συνεχίσει να παρέχει η Δύση στην Ουκρανία — και τι είδους υποστήριξη», σημειώνει η ειδικός σε θέματα ασφάλειας της Ρωσίας στο King’s College του Λονδίνου, Ντομιτίλα Σαγκραμόσο.

Η σημασία της ποιότητας έναντι της ποσότητας.

Η καλή επιμελητεία (logistics), οι τεράστιοι αριθμοί στρατευμάτων και ο επαρκής στρατιωτικός εξοπλισμός – είτε σε drones είτε σε τανκς – «δεν αξίζουν τίποτα εάν η ευφυΐα, η ηγεσία της δύναμης. . . είναι ανεπαρκείς», σχολιάζει ο πρώην ταξίαρχος του βρετανικού στρατού και αναλυτής στο think tank International Institute for Strategic Studies, Μπεν Μπάρι. «Οι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να επιδεικνύουν «χαμηλό ηθικό και αδύναμες επιδόσεις τακτικής που συνδυάζει τα οπλικά συστήματα και την ηγεσία στο πεδίο της μάχης», προσθέτει.

Σε μια προσπάθεια να διορθώσει τα προβλήματα, ο Πούτιν προχώρησε τον Οκτώβριο σε μία σημαντική αλλαγή στην ιεραρχία της ρωσικής επιχείρησης που δραστηριοποιείται στην Ουκρανία, διορίζοντας τον στρατηγό Σεργκέι Σουροβίκιν διοικητή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία.

Ο Σουροβίκιν είναι ένας βετεράνος του πολέμου στη Συρία και φαίνεται να έχει στο στρατό το παρατσούκλι «Στρατηγός Αρμαγεδδώνας» για τη σκληροπυρηνική και ανορθόδοξη προσέγγισή του στη διεξαγωγή πολέμου. Είναι «πιθανώς ο πιο ικανός διοικητής που έχει θέσει σε λειτουργία η Ρωσία», εκτιμάει η στρατιωτική αναλύτρια  στο thin tank Rand Corporation, Ντάρα Μασικότ.

Ο Σουροβίκιν ενίσχυσε τις πρώτες γραμμές της Ρωσίας με νεοσύλλεκτους που προέρχονται από την πρόσφατη μερική επιστράτευση και οργάνωσε την επιτυχημένη αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων από τη τμήμα της Χερσώνας, όπου κινδύνευαν να αιχμαλωτιστούν, και άρα ενισχύοντας άλλες θέσεις.

Αυτές οι ισχυρότερες αμυντικές θέσεις μειώνουν τις πιθανότητες μιας επιτυχημένης ουκρανικής χειμερινής αντεπίθεσης που στοχεύει να αποκόψει τη χερσαία γέφυρα που εκτείνεται κατά μήκος της ακτής της Αζοφικής Θάλασσας και συνδέει τη Ρωσία με την Κριμαία, αν και οι δυτικοί στρατιωτικοί αναλυτές εξακολουθούν να θεωρούν πιθανή μια σημαντική πρόοδο των Ουκρανών.

Η σημασία της κοινωνίας των πολιτών στη διατήρηση της πολεμικής προσπάθειας.

«Μεγάλο μέρος της επιτυχίας των Ουκρανών στο πεδίο της μάχης εξαρτάται από μια ετερογενή και με αυτοπεποίθηση κοινωνία των πολιτών, ικανή να υποστηρίξει στρατιώτες», υποστηρίζει ο ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, Τίμοθι Σνάιντερ.

Αξίζει να σημειωθεί ότι Ουκρανοί προγραμματιστές έχουν σχεδιάσει εφαρμογές για να βοηθήσουν τα στρατεύματά τους να στοχεύουν ρωσικές θέσεις, ενώ σεφ μαγειρεύουν για Ουκρανούς στρατιώτες στην πρώτη γραμμή και εθελοντές συγκεντρώνουν κεφάλαια για να αγοράσουν στρατιωτικές προμήθειες, όπως κιτ πρώτων βοηθειών και γυαλιά νυχτερινής όρασης.

Παράλληλα δημοσκόπηση της Gallup, που έλαβε χώρα τον Οκτώβριο, έδειξε ότι το 70% των Ουκρανών επιθυμεί να συνεχίσουν να πολεμούν μέχρι να πετύχουν τη νίκη και πάνω από το 90% πιστεύει ότι η νίκη σημαίνει ανακατάληψη όλων των εδαφών που κατέλαβε η Ρωσία, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, την οποία προσάρτησε ο Πούτιν το 2014.

Αντίθετα, η λαϊκή υποστήριξη της Ρωσίας στον πόλεμο μειώθηκε στο μισό μεταξύ Ιουνίου και Νοεμβρίου, στο 27%, σύμφωνα με μυστική δημοσκόπηση του Κρεμλίνου τα αποτελέσματα της οποίας δημοσίευσε η ανεξάρτητη εξόριστη ρωσική διαδικτυακή εφημερίδα Meduza.

Ο πόλεμος διεξάγεται σε πολλαπλά μέτωπα και όχι μόνο με τανκς, ρουκέτες και όπλα.

Στην τελευταία φάση του πολέμου, με την έναρξη του χειμώνα, ο Πούτιν εξαπέλυσε ένα μπαράζ επιθέσεων με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ενεργειακές υποδομές της Ουκρανίας για να προσπαθήσει να «σπάσει» την εθνική βούληση.

Παράλληλα, είναι σε εξέλιξη ο ενεργειακός πόλεμος με την Ευρώπη με την παροχή αερίου με το «σταγονόμετρο» και εφαρμόζοντας την μέθοδο του «σκωτσέζικου ντους». Επίσης εφαρμόζεται η συμφωνία για τις εξαγωγές ουκρανικών σιτηρών, αν και το ρωσικό ναυτικό εξακολουθεί να ελέγχει τη Μαύρη Θάλασσα, απειλώντας μεγάλο μέρος των διαδρόμων εξαγωγών.

«Το μήνυμα του Πούτιν φαίνεται να είναι ότι τα πλήγματα θα συνεχιστούν, και μπορεί να το συνεχίσει έτσι για όσο θέλει», αναφέρει ο Γκαλεότι. «Είναι μια πολιτική στρατηγική που έχει σχεδιαστεί για να απομακρύνει την Ουκρανία από τη Δύση. Το πώς συνεχίζεται αυτός ο πόλεμος δεν αφορά μόνο τον στρατιωτικό εξοπλισμό», συμπληρώνει εκτιμώντας ότι αυτές οι παράλληλες συγκρούσεις θα μπορούσαν να συνεχιστούν ακόμη και στην περίπτωση που συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός στο πεδίο.

«Ο χαρακτήρας του σύγχρονου πολέμου μπορεί να αλλάζει, αλλά το ίδιο συμβαίνει επίσης στη φύση της ειρήνης», συνεχίζει ο Γκαλεότι προειδοποιώντας ότι «αυτό είναι κάτι που πρέπει να λάβει υπόψη της η Δύση».

Στη δική του λίστα με τα μαθήματα που παίρνουμε από τον πόλεμο της Ουκρανίας, ο Economist αναφέρει:

  • Παρά την αυξανόμενη σημασία της τεχνολογίας, η ποσότητα εξακολουθεί να έχει σημασία. Τα αποθέματα σε ανθρώπινο δυναμικό, όπλα και πυρομαχικά είναι ζωτικής σημασίας καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται.
  • Οι πληροφορίες όμως είναι το κλειδί: η απόφαση να δημοσιοποιηθούν τα σχέδια εισβολής της Ρωσίας υπονόμευσε το αφήγημα του Κρεμλίνου και παράλληλα το εμπόδισε να χρησιμοποιήσει το προγραμματισμένο πρόσχημα για πόλεμο.
  • Οι συγκρούσεις σε αστικό περιβάλλον έχουν πρωταγωνιστήσει σε μέρη όπως το Κίεβο, η Μαριούπολη, το Σεβεροντονέτσκ και το Μπαχμούτ.
  • Ίσως το μεγαλύτερο μάθημα από όλα είναι απλώς ότι ο πόλεμος επέστρεψε.

«Οι ανεπτυγμένες χώρες είχαν καταφέρει να αποφύγουν μεγάλες συγκρούσεις μεταξύ τους εδώ και 75 χρόνια», όπως έχει γράψει ο πολιτικός επιστήμονας Τζον Μιούλερ. Ήταν «ίσως το μεγαλύτερο διάλειμμα του είδους στην ιστορία». Το ερώτημα είναι αν οι αυταπάτες του Πούτιν θα κάνουν σμπαράλια τη μακρά περίοδο ειρήνης ή θα χρησιμεύσουν ως προειδοποίηση για τους επόμενους, καταλήγει ο Economist.