Ρωσικά μέσα ενημέρωσης είχαν προϊδεάσει για «σημαντικές» ανακοινώσεις από τον Βλαντίμιρ Πούτιν αυτή την εβδομάδα, κατά την διευρυμένη συνεδρίαση του υπουργείου Άμυνας της χώρας.
Από τη συνεδρίαση μάθαμε δύο σημαντικά πράγματα:
- Ο Ρώσος πρόεδρος δεσμεύθηκε να εξασφαλίσει στις ένοπλες δυνάμεις του ό,τι ζητήσουν για να υποστηρίξουν τις προσπάθειές τους στην Ουκρανία. Όπως είπε, δεν υπάρχουν οικονομικοί περιορισμοί για το τι θα παράσχει η κυβέρνηση στον στρατό της.
- Ο υπουργός Άμυνας, Σεργκέι Σοϊγκού, πρότεινε τη σταδιακή αύξηση της ηλικίας στράτευσης από τα 18 στα 21 και της ανώτατης ηλικίας στράτευσης από τα 27 στα 31, αλλά και την αύξηση του μάχιμου προσωπικού των ενόπλων δυνάμεων από 1 εκατομμύριο στρατιώτες που είναι σήμερα σε 1,5 εκατομμύριο, με 290.000 επιπλέον επαγγελματίες στρατιώτες με σύμβαση.
«Ποιος χρειάζεται τον Άγιο Βασίλη όταν έχει τον Βλαντίμιρ Πούτιν; Την ώρα των Χριστουγέννων, ο Ρώσος πρόεδρος υποσχέθηκε στον στρατό του ”ό,τι χρειαστεί” και επιπλέον μισό εκατομμύριο άνδρες. Σε ένα επίπεδο, αυτό αντιπροσωπεύει μια περαιτέρω στρατιωτικοποίηση του κράτους – αλλά την ίδια στιγμή, είναι ανέφικτο και πιθανώς μια παρανόηση των διδαγμάτων του πολέμου της Ουκρανίας», σχολιάζει ο ιστορικός και ειδικός στα θέματα της Ρωσίας Μαρκ Γκαλεότι.
Σύμφωνα με τον Γκαλεότι, ο Πούτιν δεν είχε διάθεση να κάνει «τσιγγουνιές» την ώρα που ο Ουκρανός πρόεδρος ταξίδευε στις ΗΠΑ και ο Σοϊγκού θέλει να «σβήσει» μεταρρυθμίσεις που ο ίδιος εφάρμοσε όταν ανέλαβε το υπουργείο Άμυνας το 2012, οι οποίες κατέστησαν τη μικρότερη και πιο ευέλικτη ταξιαρχία ως το βασικό δομικό στοιχείο του στρατού. Πλέον θέλει να ιδρύσει ή να αναδημιουργήσει πλήρως 22 νέες μεραρχίες, δέκα από αυτές από την αρχή.
Μερικές από αυτές τις μεταρρυθμίσεις φαίνεται να έχουν νόημα, σύμφωνα με τον καθηγητή που εξηγεί ότι η δομή που βασίζεται στην ταξιαρχία βασίζεται στην υπόθεση ότι η Ρωσία δεν μπλέκει σε «μεγάλους πολέμους» αλλά μάλλον μικρότερες αποστολές. Οι μεραρχίες είναι πολύ πιο κατάλληλες δομές για μια μεγάλη σύγκρουση όπως η συνεχιζόμενη σύγκρουση στην Ουκρανία, εξηγεί σημειώνοντας, ωστόσο, ότι πρόκειται ουσιαστικά για μεταρρύθμιση στα χαρτιά, μέχρι στιγμής.
«Ο Πούτιν μπορεί να δεσμεύτηκε για απεριόριστη χρηματοδότηση, αλλά με τις αμυντικές δαπάνες να έχουν ήδη αυξηθεί κατά ένα τρίτο το 2022-23, θα υπάρξουν πρακτικά όρια. Πιο συγκεκριμένα, ακόμα κι αν βρεθούν τα χρήματα για την εκπαίδευση, τη στέγαση και τον εξοπλισμό αυτών των στρατιωτών, από πού θα προέλθουν όλα αυτά τα επιπλέον στρατεύματα;», διερωτάται.
Επίσης, σύμφωνα με τον καθηγητή στόχος της πρόσληψης επιπλέον 290.000 στρατιωτών με σύμβαση φαίνεται εξαιρετικά αισιόδοξος. «Έχουν υποστεί το μεγαλύτερο βάρος των μαχών στην Ουκρανία και έχουν υποστεί δεκάδες χιλιάδες θύματα. Για τους νεαρούς άνδρες σε σχετικά φτωχές περιοχές όπως το Νταγκεστάν και η Μπουριατία, η στρατιωτική καριέρα φαινόταν ελκυστική επιλογή – μέχρι τον πόλεμο. Τώρα, παρά την ευρεία διαφημιστική εκστρατεία, αποδεικνύεται δύσκολο να βρεθούν αρκετοί νέοι νεοσύλλεκτοι για να καλύψουν τις απώλειες, πόσο μάλλον να διευρύνουν το σώμα».
«Εάν πρόκειται να διευρυνθεί ο στρατός, αυτό πιθανότατα θα πρέπει να γίνει με βάση την στράτευση», εκτιμάει ο Γκαλεότι προσθέτοντας ότι η στρατιωτική αξία των στρατευσίμων με θητεία διάρκειας 12 μηνών είναι συχνά αρκετά περιορισμένη, και υπολογίζεται ότι μπορούν πραγματικά να φανούν χρήσιμοι μόνο για τρεις έως τέσσερις μήνες. «Αυτό εξηγεί γιατί κυκλοφορούν φήμες ότι θα παραταθεί η θητεία σε 18 ή και 24 μήνες, οδηγώντας σε μια πιο έμπειρη και πιο μεγάλη ομάδα στρατευσίμων», σημειώνει.
«Ο Πούτιν έχει καταφέρει να μην ρίξει στρατεύσιμους στον πόλεμο μέχρι στιγμής, έχοντας υπόψη την αναπόφευκτη αντίδραση του κοινού. Παρά όλους τους ισχυρισμούς του ότι ”δεν πρόκειται να στρατιωτικοποιήσουμε τη χώρα μας”, υπό την πίεση του πολέμου η Ρωσία μοιάζει ολοένα και περισσότερο με ένα αυταρχικό κράτος όπου οι ανάγκες του πολέμου υπερισχύουν των συμφερόντων του πληθυσμού», συνεχίζει ο Γκαλεότι για να καταλήξει:
«Ακόμα κι έτσι, προτάσεις όπως η στρατολόγηση δύο επιπλέον τμημάτων αλεξιπτωτιστών όταν η υπάρχουσα δύναμη έχει υποστεί καταστροφικές απώλειες στον πόλεμο ή η ανάπτυξη προηγμένων πυραύλων ακριβείας όταν η Ρωσία έχει έλλειψη μικροτσίπ, απλώς στερούνται αξιοπιστίας. Ο Πούτιν μπορεί να λέει στον εαυτό του ότι ο στρατός του θα αναδειχθεί πιο δυνατός από ποτέ, και κανείς στη Μόσχα δεν θα τολμήσει να τον αμφισβητήσει, αλλά το Κίεβο δείχνει στο πεδίο της μάχης γιατί αυτό δεν πρόκειται να συμβεί».
naftemporiki.gr