Χιλιάδες ρωσικοί πύραυλοι εκτοξεύτηκαν κατά της Ουκρανίας από την αρχή του πολέμου. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους, δεκάδες μεγάλες πόλεις υπέστησαν μεγάλες καταστροφές, ολόκληρα χωριά σβήστηκαν από τον χάρτη, κρίσιμες υποδομές έγιναν ερείπια και οι υποδομές διαλύθηκαν. «Η μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας θα κοστίσει 500-600 δισεκατομμύρια ευρώ», εκτιμά η Αννα Μπιέρντε, αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και υπεύθυνη για την Ευρώπη, σε συνέντευξή της στην αυστριακή εφημερίδα Die Presse.
Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι σε περίπτωση που ο πόλεμος συνεχιστεί για πολύ περισσότερο, το ΑΕΠ της Ουκρανίας θα συρρικνωθεί κατά 45% το 2022. Τα οικονομικά νούμερα, εξάλλου, είναι ανησυχητικά, δεδομένου ότι το 30% των επιχειρήσεων είναι κλειστές και μία στις δύο έχει μειώσει την παραγωγή.
Σύμφωνα με μελέτη από τη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Κιέβου, μόνο στις υποδομές της Ουκρανίας, οι ζημιές από τον πόλεμο ξεπερνούν τα 180 δισεκατομμύρια δολάρια. Οι New York Times έκαναν λόγο για καταστροφή 140.000 κατοικιών.
Το υπουργείο Άμυνας του Κιέβου εκτιμά ότι έχουν μείνει άστεγοι 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι, καταστράφηκαν 105.200 αυτοκίνητα, 43.700 αγροτικά μηχανήματα, 764 παιδικοί σταθμοί, 1.991 καταστήματα και 634 πολιτιστικές εγκαταστάσεις. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Εθνη, περισσότεροι από 8 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί από τις εστίες τους –εκ των οποίων 6,5 εκατομμύρια έχουν περάσει σε γειτονικές χώρες για να αναζητήσουν καταφύγιο.
Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου
Αυτές είναι μόνο μερικές από τις πληγές τις οποίες, αργά ή γρήγορα, κάποιοι θα βρεθούν να επουλώσουν. Ένα πράγμα είναι βέβαιο: καμία σύγκρουση δεν είναι άπειρη, ούτε και ο πόλεμος που μαίνεται στο ουκρανικό έδαφος από τις 24 Φεβρουαρίου 2022. Αλλά και που αρχίζει να επεκτείνεται και στο ρωσικό έδαφος με τη βοήθεια των εξελιγμένων όπλων που παρέχει η Δύση στο Κίεβο, όπως δείχνουν οι επιθέσεις σε ρωσικές βάσεις στο Σαράτοφ και το Κούρτσκ.
Αναπόφευκτα θα έρθει μια στιγμή που Μόσχα και Κίεβο θα καταλήξουν σε εκεχειρία, αν όχι σε συνθήκη ειρήνης. Δεν γνωρίζουμε αν αυτό θα συμβεί ειρηνικά, ως φυσική συνέπεια ενός πολέμου ή εάν θα ακολουθήσει τη συνθηκολόγηση ενός από τα δύο αντιμαχόμενα μέρη. Πέρα από όλες τις προβλέψεις, το σίγουρο είναι ότι μόλις τελειώσει η καταστροφή, θα ξεκινήσει η (ανα)κατασκευή.
Το ερώτημα του ενός εκατομμυρίου δολαρίων, που κανείς όμως δεν μπορεί ακόμη να απαντήσει, είναι: ποιος θα ανοικοδομήσει την Ουκρανία; Ήδη πολλές δυτικές χώρες «ακονίζουν τα μαχαίρια» για την μελλοντική ανοικοδόμηση και τα κέρδη που φυσικά θα υπάρξουν. Γιατί «λεφτά υπάρχουν»: Ο επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ επανέλαβε τη βούληση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να πληρώσει η Ρωσία για την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ουκρανία. Ο Μπορέλ υπενθύμισε ότι από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, η ΕΕ έχει παγώσει ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, αξίας σχεδόν 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Οι δυτικές κυρώσεις έχουν επίσης οδηγήσει στο πάγωμα των συναλλαγματικών αποθεμάτων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας, ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ σε όλο τον κόσμο.
Η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας είναι το θέμα διμερούς συνεδρίου που διοργανώνει Γαλλία στις 13 Δεκεμβρίου 2022, με στόχο όχι μόνο να καταγραφούν οι ανάγκες της χώρας, αλλά και να υπάρξει «άμεσος διάλογος μεταξύ των παρόντων Ουκρανών υπουργών και των Γαλλικών εταιρειών σχετικά με τις στρατηγικές ανάγκες ανασυγκρότησης της Ουκρανίας»
Σχέδιο Μάρσαλ για την Ουκρανία
Τον περασμένο Ιούνιο, ο Γερμανός Καγκελάριος Όλαφ Σολτς έκανε λόγο για ένα νέο Σχέδιο Μάρσαλ για την Ουκρανία –όπως το πρόγραμμα που χρηματοδοτήθηκε από τις ΗΠΑ και που βοήθησε στην ανοικοδόμηση της Δυτικής Ευρώπης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με το Σχέδιο Μάρσαλ, οι Ηνωμένες Πολιτείες διοχέτευσαν περίπου 130 δισεκατομμύρια δολάρια(σε τιμές του 2010) για να διευκολύνουν την ευρωπαϊκή ανοικοδόμηση. Αυτό το σχέδιο είχε δύο στόχους: την ευρωπαϊκή οικονομική ανάκαμψη και τον περιορισμό της Σοβιετικής Ένωσης. Η οικονομική σταθεροποίηση της Ευρώπης θεωρήθηκε ως προϋπόθεση για την οικοδόμηση σταθερών θεσμών που θα προωθούσαν την αύξηση του εισοδήματος των Ευρωπαίων και θα εδραίωναν τη φιλελεύθερη δημοκρατία.
Με πολλούς αγνώστους και μεταβλητές, η εξίσωση της ανοικοδόμησης στην Ουκρανία μπορεί να φτάσει και τα 800 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με κάποιους ανεξάρτητους ειδικούς. Μιλάμε για τεράστια ποσά, που φυσικά δεν μπορούμε να περιμένουμε από τους Ουκρανούς να τα πληρώσουν μόνοι τους. Μπορούν η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες να προτείνουν μια λύση, αλά Μάρσαλ;
Να θυμίσουμε ότι το Σχέδιο Μάρσαλ προσέφερε αρκετά σημαντικά μαθήματα για το παρόν. Πρώτον, μεγάλες εισροές χρημάτων για την ανοικοδόμηση υποδομών μπορούν να προσφέρουν μεγάλα κέρδη. Κατά μέσο όρο, οι μεταφορές του Σχεδίου Μάρσαλ από το 1948 έως το 1952 αντιπροσώπευαν λιγότερο από το 3% του ΑΕΠ στις χώρες υποδοχής και το 5% του αμερικανικού ΑΕΠ. Εάν οι χώρες της ΕΕ δεσμεύσουν σήμερα το 5% του συνδυασμένου ΑΕΠ τους στη μεταπολεμική ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν ένα πακέτο βοήθειας 870 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι αμερικανικές συνεισφορές μπορούν στη συνέχεια να αυξήσουν περαιτέρω το πακέτο βοήθειας.
Μια ευκαιρία για την Κίνα
Αλλά δεν είναι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση που αγωνίζονται για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Η Κίνα επίσης ήταν πάντα παρούσα σε παρόμοιες περιπτώσεις, όπως στη Συρία, τη Λιβύη ή το Αφγανιστάν. Οταν δηλαδή οι κατεστραμμένες από τον πόλεμο χώρες, χρειάζονταν επενδύσεις για να γυρίσουν σελίδα.
Από το 2019, η Κίνα ήταν ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ουκρανίας. Η Ουκρανία είναι επίσης μέρος της Πρωτοβουλίας Belt and Road του προέδρου Σι Τζιπίνγκ. Το Πεκίνο εισήγαγε αρκετές ποσότητες σιτηρών από την Ουκρανία και, πριν από τον πόλεμο, είχε επίσης επενδύσει μεγάλα ποσά σε σιδηροδρομικά δίκτυα και αιολικά πάρκα, τα οποία πιθανώς θα ήθελε να συνεχίσει σε περίπτωση ειρηνευτικής συμφωνίας.