Ο Τζο Μπάιντεν απέφυγε το σαρωτικό «κόκκινο κύμα» που είχε προβλέψει ο Ντόναλντ Τραμπ. Τα αποτελέσματα στις ενδιάμεσες εκλογές για την ανανέωση του Κογκρέσου, δείχνουν ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα αποσπάσει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, αλλά μάλλον οριακά.
Στη Γερουσία, τα πράγματα είναι πιο ρευστά αλλά οι Δημοκρατικοί έχουν καλές πιθανότητες να διατηρήσουν τον έλεγχο. Σε κάθε περίπτωση, απώλεια του ελέγχου του Κογκρέσου θα δυσκολέψει την κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν να εφαρμόσει το νομοθετικό της πρόγραμμα στα δύο χρόνια που απομένουν στη θητεία της. Αλλά και γιατί τα αποτελέσματα είναι ένα βαρόμετρο της δύναμης και των δύο κομμάτων στον δρόμο για τις επόμενες προεδρικές εκλογές, το 2024.
Αν στις προεδρικές εκλογές του 2020 οι Δημοκρατικοί κέρδισαν με 4,5 ποσοστιαίες μονάδες, τώρα έγινε το αντίστροφο: Οι Ρεπουμπλικάνοι κέρδισαν με 52,3% έναντι 45,7% των Δημοκρατικών. Λαμβάνοντας υπόψη ολόκληρη τη χώρα, η ψήφος των Αμερικανών έχει μετακινηθεί κατά 11 μονάδες προς τους Ρεπουμπλικάνους.
Στις ενδιάμεσες εκλογές όπως αυτές, είναι σύνηθες όμως, ιστορικά, το κόμμα που ελέγχει τον Λευκό Οίκο να τιμωρείται.
Αβεβαιότητα στη Γερουσία
Ωστόσο, ένα 24ωρο σχεδόν από τότε που έκλεισαν και οι τελευταίες κάλπες λόγω της διαφοράς της ώρας, στη Βουλή των Αντιπροσώπων δεν είχε ξεκαθαρίσει το αποτέλεσμα για περισσότερες απο 50 έδρες. Αν και οι Ρεπουμπλικάνοι χρειάζονταν μόνο 21 από αυτές για να έχουν την απόλυτη πλειοψηφία.
Στη Γερουσία υπήρχε ισοπαλία 48-48, με τέσσερις έδρες να μην έχουν κριθεί, σύμφωνα με το CNN σε Αριζόνα, Ουισκόνσιν, Τζόρτζια και Νεβάδα. Στην Αριζόνα φαινόταν ότι ο υποψήφιος των Δημοκρατικών θα κερδίσει, οπότε θα χρειαζόταν μόνο άλλη μια νίκη για να ισοφαρίσουν 50-50 και να συνεχίσουν να ελέγχουν τη Γερουσία. Οι δύο πιο αμφισβητούμενες έδρες για τη Γερουσία είναι στη Νεβάδα και τη Γεωργία, όπου μπορεί να χρειαστεί ακόμη και δεύτερη ψηφοφορία.
Σε κάθε περίπτωση , οι Δημοκρατικοί θα χάσουν το προνόμιο να ελέγχουν την προεδρία και στα δύο σώματα του Κογκρέσου . Θα υπάρξει ξανά μοίρασμα των δυνάμεων, όπως συνέβη στις πρώτες ενδιάμεσες εκλογές μετά την έλευση στην προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα και του Ντόναλντ Τραμπ.
Παραδοσιακά, όπως είπαμε, το κόμμα του προέδρου συνήθως χάνει την πλειοψηφία στη Βουλή στις ενδιάμεσες εκλογές. Αυτό συνέβη από τότε που άρχισαν να διεξάγονται ενδιάμεσες εκλογές στη διάρκεια της προεδρικής θητείας στην Αμερική. Μόνο σε τρεις περιπτώσεις δεν συνέβη το 1934 (με τον Φραγκλίνο Ρούζβελτ),το 1998 (Μπιλ Κλίντον) και το 2002 (Τζορτζ Μπους τζούνιορ). Αντίθετα,στη Γερουσία υπήρξαν κάποιες εξαιρέσεις, αλλά όχι πάρα πολλές: τον περασμένο αιώνα μόνο ο Ρούσβελτ (1934), ο Τζον Φ. Κένεντι (1962), ο Ρίτσαρντ Νίξον (1970), ο Τζορτζ Μπους (2002) και ο Ντόναλντ Τραμπ (2018),κατάφεραν να βελτιώσουν τη θέση τους στη Γερουσία.
Για τον μέσο όρο των τελευταίων προέδρων, ο Μπάιντεν φαίνεται ότι τα κατάφερε αρκετά καλά. Αν οι Ρεπουμπλικάνοι προσδοκούσαν αυτές οι εκλογές να αποτελέσουν ένα δημοψήφισμα κατά του Μπάιντεν , το αποτέλεσμα ήταν πολύ λιγότερο πειστικό από ό,τι περίμεναν.
Στενεύουν τα περιθώρια του Μπάιντεν
Όσο βέβαια και αν οι Δημοκρατικοί έβγαλαν πολλούς στεναγμούς ανακούφισης γιατί η ήττα τους είναι μικρότερη από ό,τι φοβόντουσαν, στενεύουν τα περιθώρια ελιγμών για τον πρόεδρο Μπάιντεν στα δυο χρόνια που απομένουν ως τη λήξη της θητείας του Πολύ περισσότερο , απομακρύνεται το ενδεχόμενο να είναι υποψήφιος για μια δεύτερη θητεία στον Λευκό Οίκο.
Το δεύτερο όμως και σοβαρότερο αποτέλεσμα των εκλογών ήταν ότι η Αμερική εξακολουθεί να είναι χωρισμένη στα δύο. Περισσότεροι από 100 Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι που εξελέγησαν σε όλους τους θεσμούς, συμφωνούν με την άποψη του Τραμπ ότι οι Δημοκρατικοί «έκλεψαν τις προεδρικές εκλογές του 2020».
Πολλοί στενοί σύμμαχοι του Τραμπ θα καταλάβουν επίσης βασικές κρατικές θέσεις για την οργάνωση και την εποπτεία των εκλογών, με τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της δημοκρατίας. Και οι Ρεπουμπλικάνοι ,ελέγχοντας τη Βουλή , θα προσπαθήσουν να κάνουν αδύνατη τη ζωή του προέδρου, εμποδίζοντας τις νομοθετικές του πρωτοβουλίες και υποβάλλοντας την κυβέρνησή του σε συνεχείς κρίσεις. Ο ίδιος ο Μπάιντεν το παραδέχτηκε άλλωστε σε δηλώσεις του μετά το τέλος της προεκλογικής εκστρατείας ότι από εδώ και στο εξής όλα θα είναι «πολύ πιο δύσκολα».
Ο έλεγχος της Βουλής από τους Ρεπουμπλικάνους είναι ήδη αρκετός για να τορπιλίσουν την κυβέρνηση Μπάιντεν , την οποία οι ψηφοφόροι τιμώρησαν για τον υψηλό πληθωρισμό και την ακριβή βενζίνη.
Η δημοτικότητα του προέδρου Μπάιντεν ήταν σταθερά χαμηλή τους τελευταίους έξι μήνες. Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι δυσαρεστημένοι με τη διοίκησή του. Ο λόγος είναι η κατάσταση της οικονομίας. Ο πρόεδρος είναι πάντα υπεύθυνος και για τα δύο, αν και η οικονομία στο σύνολό της δίνει μια μικτή εικόνα, υπάρχει σχεδόν πλήρης απασχόληση, αξιοπρεπείς ρυθμοί ανάπτυξης, αλλά και πολύ υψηλός πληθωρισμός.
Ακτινογραφία της ψήφου
Το γεγονός ότι το λεγόμενο «κόκκινο κύμα» δεν συνέβη, οφείλεται στο ότι οι περισσότεροι ψηφοφόροι ψηφίζουν πλέον σύμφωνα με την κομματική πίστη. Τα αποτελέσματα από τα exit polls, που δημοσιεύθηκαν από το CNN ,δείχνουν ότι οι Ρεπουμπλικάνοι συνεχίζουν να κυριαρχούν στις αγροτικές περιοχές και οι Δημοκρατικοί στις πόλεις. Αλλά η ψήφος της περιφέρειας άλλαξε χρώμα. Το 2020, οι Δημοκρατικοί κέρδισαν εκεί με δύο μονάδες, αλλά τώρα είναι οι Ρεπουμπλικάνοι που επικρατούν με έξι.
Οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν ανέβει σχεδόν σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Υπάρχουν όμως κάποιες ομάδες όπου η στροφή υπέρ τους ήταν ιδιαίτερα έντονη, όπως μεταξύ Λατίνων, των φοιτητών και στα μεσαία εισοδήματα.
Ενδιαφέρουσα είναι και η αλλαγή ψήφου που επηρεάστηκε από το θέμα των αμβλώσεων: όσοι πιστεύουν ότι πρέπει η άμβλωση να είναι «νόμιμη σε όλες τις περιπτώσεις» έχουν ψηφίσει πιο Δημοκρατικούς και όσοι πιστεύουν ότι πρέπει να είναι «παράνομη» σε όλες ή τις περισσότερες περιπτώσεις έχουν ψηφίσει πιο πολύ τους Ρεπουμπλικάνους.
Οι περισσότεροι αναλυτές λένε πάντως ότι στην ψήφο των μεσαίων στρωμάτων έπαιξε ρόλο και το δικαίωμα στην άμβλωση. Μετά την ετυμηγορία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τα δικαιώματα των αμβλώσεων, οι Δημοκρατικοί έδωσαν μεγάλη έμφαση σε αυτό το θέμα και φαίνεται ότι πέτυχαν να κινητοποιήσουν τους ψηφοφόρους τους και να κάνουν ορισμένους από τους ταλαντευόμενους ψηφοφόρους να ψηφίσουν τους Δημοκρατικούς, παρά την υποτιθέμενη κακή οικονομία.
Η γενιά Ζ εισβάλλει στην πολιτική
Οι εκλογές έφεραν πάντως στο προσκήνιο και μία νέα λίστα πρωταγωνιστών που γράφουν ιστορία. Μεταξύ αυτών, ο πρώτος βουλευτής της γενιάς Z, ο Μάξουελ Αλεσάντρο Φροστ, ένας 25χρονος Δημοκρατικός, ο οποίος εξελέγη βουλευτής στο Ορλάντο της Φλόριντα.
Η Μάουρε Χίλι θα είναι επίσης η πρώτη γυναίκα κυβερνήτης στην Πολιτεία της Μασαχουσέτης και επίσης η πρώτη ανοιχτά δηλωμένη λεσβία κυβερνήτης σε ολόκληρη τη χώρα. Νέος κυβερνήτης του Μέριλαντ είναι ο 44χρονος Δημοκρατικός Γουές Μουρ, ο οποίος θα γίνει ο πρώτος Αφροαμερικανός στην πολιτεία του και ο τρίτος σε ολόκληρη τη χώρα.
Ήττα και για τον Τραμπ
Για τον πρώην πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, οι εκλογές δεν του έδωσαν το εφαλτήριο για να επιστρέψει δριμύτερος ως υποψήφιος και πάλι για τον Λευκό Οίκο : Δεν υπήρξε «κόκκινο κύμα» (από το χρώμα των Ρεπουμπλικάνων), αλλά και πολλοί από τους επιλεγμένους υποψηφίους του πρώην Τραμπ, ηττήθηκαν.
Στην Πενσυλβάνια, ο Ρεπουμπλικάνος τηλεοπτικός γιατρός, δρ Μεχμέτ Οζ, που κάποτε προέβλεψε ότι ο Τραμπ θα ήταν «ο πιο υγιής πρόεδρος όλων των εποχών», έχασε στην κούρσα για τη Γερουσία από τον Δημοκρατικό Τζον Φέτερμαν. Επίσης, ο συντηρητικός Τραμπικός Νταγκ Μαστριάνο ηττήθηκε στην κούρσα για τον κυβερνήτη της πολιτείας . Ο Μαστριάνο, όπως και ο Οζ, θεωρούνται άκρως συντηρητικοί και ήταν παρόντες στην εισβολή της 6ης Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο, αμφισβητώντας την εκλογή Μπάιντεν.
Οι ήττες στην Πενσυλβάνια είναι επίσης οδυνηρές για τον Τραμπ και τους υποστηρικτές του, επειδή η πολιτεία θα μπορούσε να παίξει κρίσιμο ρόλο στις επόμενες προεδρικές εκλογές. Ο πρώην πρόεδρος κέρδισε εκεί στις εκλογές του 2016 , αλλά το 2020 οι Δημοκρατικοί υπό τον Τζο Μπάιντεν μπόρεσαν να ανακτήσουν την πλειοψηφία στην Πενσυλβάνια. Το αποτέλεσμα στην πολιτεία αυτή ,θα μπορούσε να θεωρηθεί ως σαφή ένδειξη ότι η ακραία γραμμή Τραμπ δεν έχει πλέον απήχηση στους ψηφοφόρους στο βαθμό που είχε το 2016.
Μια ανάλυση της Washington Post δείχνει πάντως πόσο βαθιά εκτείνεται ακόμη η επιρροή του Τραμπ. Σύμφωνα με την αμερικανική εφημερίδα, συνολικά 291 Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι στις ενδιάμεσες εκλογές, πιστεύουν την γραμμή Τραμπ για τις «κλεμμένες» προεδρικές εκλογρ´ς του 2020 ή τουλάχιστον αμφιβάλλουν για το αποτέλεσμα εκείνη την περίοδο. Οι υποψήφιοι αυτοί που αγωνίστηκαν σε πολιτείες που είναι σίγουρα στα χέρια των Ρεπουμπλικανών, επικράτησαν σχεδόν παντού. Ωστόσο, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα δεν μπόρεσε να σημειώσει μεγάλη αύξηση της δύναμής του με αυτούς τους υποψηφίους σε αμφίρροπες και παραδοσιακά δημοκρατικές πολιτείες.
Οι μαθητές του Τραμπ
Οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί του Τραμπ δεν έφυγαν βέβαια εντελώς με άδεια χέρια: η σκληροπυρηνική Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν υπερασπίστηκε με επιτυχία την έδρα της στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Σαφής υποστηρικτής των ακροδεξιών θεωριών «συνωμοσίας» του Τραμπ, η Τέιλορ-Γκριν, αναμένεται να παίξει πιο κεντρικό ρόλο για τους Ρεπουμπλικάνους στο μέλλον.
Κέρδισαν οι εσωκομματικοί αντίπαλοι
Την ίδια στιγμή, οι Ρεπουμπλικάνοι που είχαν ξεκάθαρα διαφοροποιηθεί από τον Τραμπ , πέτυχαν σημαντικές νίκες: Ο Ρεπουμπλικανός κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις, μπόρεσε να υπερασπιστεί ξεκάθαρα το αξίωμά του – και έτσι αύξησε περαιτέρω τις πιθανότητές του να είναι υποψήφιος για τους Ρεπουμπλικάνους στις προεδρικές εκλογές του 2024.
Υπό αυτές τις συνθήκες , ο 76χρονος Τραμπ δεν φαίνεται να ανακοινώνει την υποψηφιότητά του για τον Λευκό Οίκο την ερχόμενη εβδομάδα, όπως είχε αφήσει να εννοηθεί . Ο Τραμπ βέβαια κάνει πώς δεν καταλαβαίνει . «174 νίκες και 9 ήττες, ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΝΥΧΤΑ, και τα ψεύτικα μέσα ενημέρωσης, μαζί με τον συνεργάτη τους στο έγκλημα, τους Δημοκρατικούς, κάνουν ό,τι μπορούν για να το υποβαθμίσουν. Απίστευτη δουλειά από μερικούς πραγματικά φανταστικούς υποψηφίους!» έγραψε στο κοινωνικό του δίκτυο. Άλλωστε ,πριν τις εκλογές , ο Ντόναλντ Τραμπ είχε πει σε συνέντευξή του στο «NewsNation»: «αν κερδίσουν οι Ρεπουμπλικάνοι, θα πρέπει να πάρω όλα τα εύσημα. Αν χάσουν, δεν πρέπει να με κατηγορήσουν καθόλου». Αυτό ίσως δείξει τελικά πώς δεν θα αλλάξει τίποτα στα σχέδια του Τραμπ να θέσει ξανά υποψηφιότητα για τον Λευκό Οίκο. Ο πρώην πρόεδρος δεν πρόκειται να εγκαταλείψει τα σχέδιά του, χωρίς μάχη. Οπως ήδη ανακοίνωσε ο Τραμπ : «Μόνο οι νίκες μετράνε»…