Skip to main content

Ο εφιάλτης αρχίζει από την Βρετανία

Του Άγγελου Χρυσόγελου
Αναπληρωτή καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο London Metropolitan

Η Μεγάλη Βρετανία ζει περίοδο πρωτοφανούς πολιτικής κρίσης που περισσότερο θυμίζει αναπτυσσόμενη χώρα παρά μέλος του G7. Είναι μεγάλος ο πειρασμός να αποδοθεί το θλιβερό επεισόδιο της πρωθυπουργίας των 45 ημερών της Λιζ Τρας στην μετα-Μπρέξιτ βρετανική ιδιαιτερότητα, την κυριαρχία του λαϊκισμού, τις αέναες εσωτερικές διαμάχες στους Συντηρητικούς και την ανωριμότητα της πολιτικής τάξης της Βρετανίας. Όλα αυτά ισχύουν φυσικά σε μεγάλο βαθμό: και μόνο το ότι το κάποτε περήφανο Συντηρητικό κόμμα εξέλεξε ηγέτη ένα πασιφανώς ακατάλληλο άτομο όπως η Τρας δείχνει το μέγεθος της παρακμής του.

Θα ήταν πολύ βολικό όντως αυτή η κρίση να αφορούσε αποκλειστικά την Βρετανία και τις ανεπάρκειες της Τρας. Πολύ φοβόμαστε όμως ότι, για άλλη μια φορά, τα προβλήματα της Βρετανίας είναι προανάκρουσμα μιας ευρύτερης αναταραχής. Το χρονικό της αποδόμησης της Τρας μέσα σε μερικές εβδομάδες κάνει σαφές ότι το πρόβλημα δεν αφορά πια την μια ή την άλλη χώρα, αλλά το παγκόσμιο σύστημα συνολικά.

Θυμίζουμε ότι, αφού εξελέγη τον περασμένο Σεπτέμβριο από τα μέλη του Συντηρητικού Κόμματος ως διάδοχος του Μπόρις Τζόνσον, η Τρας ανακοίνωσε σαρωτικά μέτρα φοροαπαλλαγών (κυρίως για τα μεγάλα εισοδήματα) και μεταρρυθμίσεων με σκοπό την ενίσχυση της ανάπτυξης. Παράλληλα, εξήγγειλε οριζόντια στήριξη των λογαριασμών ενέργειας νοικοκυριών και επιχειρήσεων για τους επόμενους δυο χειμώνες. Σχολιαστές και ειδικοί στην Βρετανία είχαν προειδοποιήσει τότε ότι αυτά τα μέτρα – η ανάληψη ενός μέτρου στήριξης με δυσθεώρητο κόστος και ταυτόχρονη μείωση των εσόδων του κράτους από τις φοροαπαλλαγές – θα ήταν καταστροφικά για την δημοσιονομική σταθερότητα.

Και όντως, μέσα σε ελάχιστες ημέρες τόσο το δημόσιο χρέος της Βρετανίας όσο και μεγάλα συνταξιοδοτικά της ταμεία δέχτηκαν τεράστιες πιέσεις στις διεθνείς αγορές, ενώ η λίρα κατέρρευσε. Αντιμέτωπη με το φάσμα της χρεωκοπίας, η Τρας αναγκάστηκε να αποπέμψει τον υπουργό οικονομικών της και να διορίσει διάδοχό του τον Τζέρεμι Χαντ, εκπρόσωπο της κεντρώας τάσης των Τόρις, ο οποίος ανακοίνωσε αμέσως αναστολή σχεδόν όλων των φοροαπαλλαγών, τερματισμό του προγράμματος ενεργειακής στήριξης τον Απρίλιο και μελλοντικές περικοπές με σκοπό την τιθάσευση του χρέους. Με την Τρας πλέον να αποχωρεί, ο Χαντ όπως όλα δείχνουν θα παραμείνει υπουργός οικονομικών και υπό τον νέο πρωθυπουργό, αρνούμενος να διεκδικήσει την αρχηγία, μάλλον γιατί γνωρίζει ότι έτσι κι αλλιώς όλη η ουσιαστική εξουσία για τον σχεδιασμό της οικονομίας βρίσκεται στα χέρια του.

Αν αφήσουμε στην άκρη το ψυχόδραμα του Συντηρητικού κόμματος, αυτή η διαδρομή μέχρι την πτώση της Τρας θυμίζει σε πολλά τις ανατριχιαστικές συνθήκες της χρηματοοικονομικής κρίσης του 2008-09. Η ταχύτητα με την οποία οι αγορές έσπευσαν να τιμωρήσουν την παραμικρή υποψία περαιτέρω αύξησης του βρετανικού χρέους, μετά από μια τριετία μεγάλης δημοσιονομικής επέκτασης λόγω της πανδημίας, δείχνει ότι οι υπερχρεωμένες χώρες γίνονται ξανά παράγοντας αστάθειας. Με το παγκόσμιο χρέος να έχει εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια και τα υψηλά επιτόκια να επιβαρύνουν το κόστος εξυπηρέτησης του δανεισμού, δεν είναι καθόλου απίθανο η διεθνής οικονομία να βρίσκεται ξανά προ των πυλών μιας συνολικής κρίσης χρέους.

Το γεγονός ότι πρώτη βίωσε αυτήν την σκληρή πραγματικότητα όχι κάποια αναπτυσσόμενη οικονομία αλλά η Βρετανία λέει πολλά. Αυτό που είναι ακόμα πιο εφιαλτικό είναι ότι, σε αντίθεση με το 2008, τα εργαλεία που τότε χρησιμοποιήθηκαν για να ξεπεραστεί η κρίση είναι σήμερα ξεπερασμένα. Μετά από μιάμιση δεκαετία λιτότητας σε αρκετές χώρες, είναι αμφίβολο πόσο μπορούν πια επιπλέον περικοπές να συμβάλουν στην πραγματική μείωση του χρέους. Η δημοσιονομική επέκταση από την άλλη ενέχει τον κίνδυνο ενίσχυσης του πληθωρισμού. Παράλληλα, η εγκατάλειψη του πειράματος των μηδενικών/αρνητικών επιτοκίων, που χαρακτήρισε την περίοδο μετά την κρίση του 2008-09, δείχνει ότι και αυτό το εργαλείο έχει φτάσει στα όριά του.

Επιπλέον, από πολλές απόψεις οι διεθνείς συνθήκες είναι σήμερα πολύ δυσχερέστερες από τότε. Η κινεζική οικονομία ήταν εκείνα τα χρόνια ατμομηχανή ανάπτυξης. Σήμερα όμως η Κίνα, υπό την ηγεσία του Σι Ζινπίγκ και με πρόσχημα την αντιμετώπιση της πανδημίας με τα συνεχή λοκντάουν, στρέφεται για δικούς της λόγους σε ένα μοντέλο χαμηλότερης ανάπτυξης, στερώντας δυναμισμό από την παγκόσμια οικονομία. Το 2008-09 επίσης υπήρχε ακόμα πλεόνασμα διπλωματικής καλής θέλησης, κάτι που είχε διευκολύνει τον συντονισμό δυτικών και μη-δυτικών δυνάμεων. Σήμερα αντίθετα, ο κόσμος μοιάζει χωρισμένος αμετάκλητα σε αντίπαλα γεωπολιτικά στρατόπεδα. Αν επιστρέψει η ύφεση, είναι αμφίβολο ότι θα υπάρξει η πολιτική βούληση για συντονισμένες διεθνείς προσπάθειες αντιμετώπισής της.

Επιστρέφοντας στην Βρετανία, αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι εκείνη ήταν η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που αντιμετώπισε το φάσμα της κρίσης μετά την κατάρρευση της Λέμαν το 2008. Και τότε, όπως και σήμερα, η υπόλοιπη Ευρώπη είχε δει εκείνη την κρίση, όπου η κατάρρευση του βρετανικού τραπεζικού συστήματος αποσοβήθηκε την τελευταία στιγμή, σαν ένα ιδιαίτερο πρόβλημα της Βρετανίας, μια αποτύπωση του αχαλίνωτου «αγγλοσαξονικού καπιταλισμού». Όσο η Βρετανία πάλευε με εκείνη την πρώτη κρίση, στην ΕΕ οι κυβερνήσεις μοίραζαν μακαρίως δισεκατομμύρια στα τραπεζικά τους συστήματα, θεωρώντας ότι έτσι τα θωρακίζουν, ενώ στην πραγματικότητα έσκαβαν ήδη τον λάκκο του δημόσιου χρέους μέσα στον οποίο θα έπεφταν μερικούς μήνες μετά.

Κάθε εποχή έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες φυσικά, αλλά οι αναλογίες μεταξύ του τότε και τώρα είναι πραγματικά εντυπωσιακές. Στην Βρετανία, τα ΜΜΕ διαπιστώνουν έντρομα ότι η Βρετανία μόλις έζησε έναν εξευτελισμό ανάλογος της Ελλάδας, της Ιταλίας και άλλων χωρών στα εφιαλτικά χρόνια 2010-11, όταν οι διεθνείς αγορές ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις και το δημόσιο χρέος έβαζε την δημοκρατία στον γύψο. Αν η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο έχει γίνει πια ντε φάκτο αποικία χρέους, ποια χώρα μπορεί να είναι σίγουρη για τον εαυτό της τον χειμώνα που έρχεται;