Skip to main content

Η βασίλισσα Ελισάβετ και το τέλος της αυτοκρατορικής εποχής της Βρετανίας

Η βασίλισσα Ελισάβετ  έφυγε από τη ζωή το βράδυ της Πέμπτης σε ηλικία 96 ετών και έχοντας κλείσει 70 χρόνια στον θρόνο. Ο θάνατός της σηματοδοτεί το τέλος μιας ολόκληρης εποχής στη Βρετανία, με τον μέχρι τώρα πρίγκιπα Κάρολο να ανακηρύσσεται επισήμως μονάρχης του Ηνωμένου Βασιλείου. 

Το γεγονός ότι η Ελισάβετ παρέμεινε στον θρόνο περισσότερο από οποιοδήποτε άλλον μονάρχη του βασιλείου της, που φτάνει πριν από τις ημέρες της κατάκτησης των Νορμανδών, μπορεί να θεωρηθεί ως η δική της ελισαβετιανή εποχή, σχολιάζει ο Ishaan Tharoor της Washington Post, προσθέτοντας ότι μέσα από πολιτικές αναταραχές και οικονομικές κρίσεις, οικογενειακά δράματα και 15 πρωθυπουργούς, η βασίλισσα αποδείχθηκε γαλήνια και ανθεκτική. «Σπάνια έδινε συνεντεύξεις ή εξέφρασε δημόσια κάποια γνώμη και προέβαλε μια βασιλική παρουσία που καθοριζόταν από την επιφυλακτικότητα της. Η στωική της συνέχεια ήταν, από μόνη της, μια μορφή χάρης». 

Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της WP, η παρουσία της Ελισάβετ στον θρόνο μπορεί να ειδωθεί από πολλές οπτικές, ωστόσο, μία αναπόφευκτη είναι η ιστορική: η Ελισάβετ ανέβηκε στον θρόνο πριν από 70 χρόνια ως επικεφαλής μιας αυτοκρατορίας που εκτεινόταν σε όλο τον κόσμο. Όμως πέθανε σε μια στιγμή συρρίκνωσης και αβεβαιότητας, με τις περισσότερες αποικίες της Βρετανίας να έχουν φύγει, τη θέση της στην Ευρώπη να αποτελεί πηγή έντασης και το παγκόσμιο status της να έχει μειωθεί.

«Αν η βασιλεία των άλλων μεγάλων γυναικών μονάρχων της αγγλικής και βρετανικής ιστορίας, της Ελισάβετ Α΄ και της Βικτώριας, συνέπεσε με περιόδους εθνικής επέκτασης, έλαχε στην Ελισάβετ Β΄να αποτελέσει το στήριγμα ενός έθνους που συμβιβαζόταν με μια αλλαγμένη θέση στο κόσμο», σημειώνεται στο editorial των Financial Times.

Βέβαια, ελάχιστα από αυτά οφειλόταν άμεσα στην ίδια τη βασίλισσα, εξηγεί ο Tharoor. «Ήταν σε μια τελετουργική φιγούρα, πιο συχνά έγραφε τις παλίρροιες της ιστορίας παρά τις κινούσε. Αλλά στον ρόλο της, φαινόταν να ενσαρκώνει μια ιστορία του έθνους της. Η Ελισάβετ το κατάλαβε και η ίδια. Είπε περίφημα το 1947, στα 21α γενέθλιά της κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στη Νότια Αφρική, ”ότι όλη μου η ζωή, είτε μεγάλη είτε σύντομη, θα είναι αφιερωμένη στην υπηρεσία σας και στην υπηρεσία της μεγάλης αυτοκρατορικής μας οικογένειας στην οποία ανήκουμε όλοι”». 

Λίγους μήνες μετά από αυτή την ομιλία, οι πιο σημαντικές αυτοκρατορικές κτήσεις της Βρετανίας – η Ινδία και το νεοσύστατο Πακιστάν – αποτίναξαν τελικά τον αποικιακό ζυγό και διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους. «Για περισσότερο από έναν αιώνα, ο λεηλατημένος πλούτος της ασιατικής υποηπείρου είχε τροφοδοτήσει τη βρετανική οικονομία και είχε υποστηρίξει την άνοδο της Βρετανίας στην παγκόσμια υπεροχή». 

Ωστόσο, το 1952, όταν η Ελισάβετ έμαθε για τον θάνατο του πατέρα της ενώ η ίδια βρισκόταν σε ένα κυνηγετικό καταφύγιο στην Κένυα, η Βρετανία διέθετε περισσότερα από 70 υπερπόντια εδάφη. Τώρα αριθμεί μόνο 14 – ως επί το πλείστον διάσπαρτα, αιολικά νησιά, το γεωγραφικά μεγαλύτερο από τα οποία είναι τα νησιά Φώκλαντ, ένα αρχιπέλαγος του Νότιου Ατλαντικού που κατοικείται από λιγότερους από 3.000 ανθρώπους. «Υπό την εποπτεία της, δεν συρρικνώθηκε μόνο η αυτοκρατορία, αλλά επίσης το Ηνωμένο Βασίλειο μεταβίβασε την εξουσία στις χώρες της Ουαλίας, της Σκωτίας και της Βόρειας Ιρλανδίας. Η εμπύρετη πολιτική του Brexit έχει αυξήσει την προοπτική -αν και ακόμα απομακρυσμένη- να απομακρυνθούν και τα δύο τελευταία». 

Σύμφωνα με τον Tharoor, η Ελισάβετ ίσως δεν γνώριζε όλες τις λεπτομέρειες των επιχειρήσεων που πραγματοποιήθηκαν για τη διατήρηση της αυτοκρατορίας της μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και μέχρι τη δεκαετία του 1960. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν βάναυσες αντεξεγέρσεις στη σημερινή Μαλαισία, Υεμένη, Κύπρο και Κένυα – όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι κρατήθηκαν και βασανίστηκαν από τις αποικιακές αρχές καθώς προσπαθούσαν να καταστείλουν το αντιαποικιακό κίνημα Μάου Μάου.  

Ανδείχθηκε επίσης επικεφαλής της Κοινοπολιτείας, η ιστορία της οποίας δεν είναι καθόλου «όμορφη». Σήμερα είναι μια ένωση 56 ανεξάρτητων χωρών που όλες, κάποια στιγμή, κυβερνήθηκαν από το βρετανικό στέμμα. «Η Κοινοπολιτεία είχε τις ρίζες της σε μια ρατσιστική και πατερναλιστική αντίληψη της βρετανικής κυριαρχίας ως μορφής κηδεμονίας, εκπαιδεύοντας τις αποικίες στις ώριμες ευθύνες της αυτοδιοίκησης», σημείωσε η ιστορικός του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Μάγια Τζασάνοφ. «Αναδιαμορφωμένη το 1949 για να φιλοξενήσει τις νέες ανεξάρτητες ασιατικές δημοκρατίες, η Κοινοπολιτεία ήταν η συνέχεια της αυτοκρατορίας και ένα όχημα για τη διατήρηση της διεθνούς επιρροής της Βρετανίας».

«Είναι πολύ νωρίς για να πούμε τι είδους ρόλο μπορεί να θέλει να παίξει ο νέος βασιλιάς. Η Τζασάνοφ κάλεσε τη βρετανική μοναρχία να καταργήσει τους ”μύθους της αυτοκρατορικής καλοσύνης” που εξακολουθούν να κατακλύζουν τις τελετές και τις δραστηριότητές της. “Ενώ γιορτάζουμε την ισχύ της αφοσίωσης της Ελισάβετ Β’ σε μια ζωή αφιερωμένη στο καθήκον”, αναφέρει η δημοσιογράφος Τίνα Μπράουν, “θα πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για μια απαρχαιωμένη εκδοχή της μοναρχίας που πρέπει τώρα να περάσει στην ιστορία”», καταλήγει. 

naftemporiki.gr