Η Ρακέλε Μουσολίνι, δημοτική σύμβουλος της Ρώμης με τα «Αδέλφια της Ιταλίας» και μία από τις εγγονές του Ντούτσε, δήλωσε χθες, Τετάρτη, ότι δεν θα είναι υποψήφια στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου για να μην φέρει σε δύσκολη θέση το «μεταφασιστικό» κόμμα της Τζόρτζια Μελόνι.
Η 48χρονη κόρη του πιανίστα γιού του δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι, του Ρομάνο, είχε συγκεντρώσει τις περισσότερες ψήφους απ’ όλους τους υποψηφίους στις περυσινές δημοτικές εκλογές στην ιταλική πρωτεύουσα. Ωστόσο δήλωσε στο ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA πως, μολονότι της ζητήθηκε -όχι πάντως από το κόμμα-, εκείνη αποφάσισε να μην είναι υποψήφια εξαιτίας του «άβολου» επιθέτου της, το οποίο θα ανάγκαζε τα «Αδέλφια της Ιταλίας» να βρεθούν σε θέση άμυνας την ώρα που η Μελόνι καταδικάζει και πάλι το φασισμό.
«Αν ήμουν υποψήφια, το κόμμα θα έπρεπε να υπερασπιστεί τον εαυτό του και θα δυσκολευόταν», δήλωσε η δημοτική σύμβουλος, η οποία φέρει το όνομα της συζύγου του Μπενίτο Μουσολίνι.
Η Μελόνι έστειλε την περασμένη εβδομάδα στον ξένο Τύπο ένα βίντεο στα αγγλικά, τα γαλλικά και τα ισπανικά, στο οποίο δηλώνει πως η ιταλική δεξιά έχει από καιρό «παραδώσει το φασισμό στην ιστορία», με τους «επαίσχυντους νόμους του εναντίον των εβραίων» και υποστηρίζει πως τα «Αδέλφια της Ιταλίας» έχουν τις ίδιες αξίες με τους Συντηρητικούς της Βρετανίας, τους Ρεπουμπλικάνους των ΗΠΑ και το Λικούντ του Ισραήλ.
Ωστόσο απέρριψε ως άσχετες τις εκκλήσεις από αντιπάλους να απορρίψει τη νεοφασιστική φλόγα από το σύμβολο του κόμματός της.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η 45χρονη Τζόρτζια Μελόνι είναι η επικρατέστερη για να γίνει η πρώτη γυναίκα και η πρώτη «μεταφασίστρια» πρωθυπουργός της Ιταλίας στις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου.
Προς τα πού θα ταλαντευτεί το εκκρεμές;
Η τριάδα των δεξιών κομμάτων, με επικεφαλής τους Τζόρτζια Μελόνι, Ματέο Σαλβίνι και Σίλβιο Μπερλουσκόνι, αποκάλυψε το κοινό τους μανιφέστο την περασμένη εβδομάδα. «Δεδομένου ότι οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο συνασπισμός τους θα δει μια όμορφη νίκη στις πρόωρες εκλογές του επόμενου μήνα, αυτό το σχέδιο πολιτικής είναι σημαντικό. Το έγγραφο 17 σελίδων αγγίζει την οικονομία, την εξωτερική πολιτική, τις χριστιανικές αξίες και όλα τα ενδιάμεσα, αλλά μπορεί ουσιαστικά να συνοψιστεί ως πατριωτική συζήτηση και ένα κοκτέιλ φορολογικών περικοπών. Πάσχει από χρόνια έλλειψη λεπτομέρειας σε μεγάλα ζητήματα όπως το πώς να τονωθεί η οικονομία. Είναι δύσκολο να πάρεις στα σοβαρά μια ατζέντα αν ανασυσκευάζει ως επί το πλείστον παλιά συνθήματα», σχολιάζει η Μαρία Ταντέο του Bloomberg.
Σύμφωνα με την ίδια, το μανιφέστο της δεξιάς αμφισβητεί το όραμα για ολοκλήρωση των βασικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην Ιταλία. «Οι Μελόνι, Σαλβίνι και Μπερλουσκόνι ξεκαθαρίζουν ότι θα χρησιμοποιήσουν όλους τους ευρωπαϊκούς πόρους που έχουν στη διάθεσή τους και προτείνουν ότι θα μπορούσαν να αναθεωρήσουν την ατζέντα του Ντράγκι μόλις σχηματίσουν κυβέρνηση. Ωστόσο, η απόκλιση από τον οδικό χάρτη του πρώην πρωθυπουργού θα οδηγήσει σίγουρα σε αναταράξεις στην αγορά. Θα μπορούσε να δυσκολέψει την ΕΚΤ να αναπτύξει το εργαλείο της κατά του κατακερματισμού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πιθανότατα θα παγώσει τις πληρωμές από το ταμείο ανάκαμψης της πανδημίας, εάν η Ρώμη ξετυλίξει τις μεταρρυθμίσεις ή αποφύγει να εφαρμόσει τις συμφωνηθείσες», αναφέρει, υπογραμμίζοντας πως παρόλο που το Italexit δεν είναι στο τραπέζι, μια κυβέρνηση υπό τη Μελόνι δεν θα ήταν ακίνδυνη.
«Οφείλει την άνοδό της στις δημοσκοπήσεις στο να μείνει εκτός του συνασπισμού Ντράγκι και να παίζει τον ταραξία σε πολλές περιπτώσεις. Υπήρξε μέχρι στιγμής μια δύναμη της αντιπολίτευσης και οι ψηφοφόροι της αναμένουν από αυτήν να φέρει κάποια ρήξη με το status quo. Προσπαθεί να μαλακώσει την εικόνα της στη διεθνή σκηνή, υποδηλώνοντας ότι το κόμμα της δεν αποτελεί απειλή για τη δημοκρατία ή την Ιταλία. Αλλά δεν είναι ξεκάθαρο πόσο καιρό μπορεί να παίξει ένα διπλό παιχνίδι που προσελκύει τη βάση της στο εσωτερικό και ταιριάζει με τις προσδοκίες των επενδυτών στο εξωτερικό. Αυτή είναι η λεπτή γραμμή στην οποία κρέμεται το μέλλον της Ιταλίας. Παρ’ όλη τη μεγαλειώδη ομιλία τους, το μανιφέστο προσφέρει ελάχιστη ορατότητα προς τον τρόπο που θα ταλαντευτεί το εκκρεμές», εξηγεί.
naftemporiki.gr