Το πρόβλημα με την κλιμάκωση είναι πως είναι δύσκολο να κάνεις πίσω. Αυτό ίσως το μάθουμε καλά μετά την επίσκεψη Πελόζι στην Ταϊβάν. Τώρα που η πλέον υψηλόβαθμη αξιωματούχος των ΗΠΑ εδώ και 25 χρόνια επισκέφτηκε το νησί – που σύμφωνα με το Πεκίνο αποτελεί δική του επαρχία – γιατί να μην θελήσουν να κάνουν το ίδιο και άλλοι στο μέλλον; Και τώρα που η Κίνα έχει πραγματοποιήσει μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις με πραγματικά πυρά τόσο κοντά στην Ταϊβάν, γιατί να μην συνεχίσει να κάνει το ίδιο;
Μία νέα κανονικότητα δημιουργείται, σχολιάζει σε ανάλυσή του το BBC. Και αυτή η κανονικότητα ενέχει σοβαρούς κινδύνους. Στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν το σχέδιο του Πεκίνου για την Ταϊβάν η αύξηση της επιρροής με πολιτικές ήπιας ισχύος. Νέοι από την κυρίως Κίνα ταξίδευαν στην Ταϊβάν και επιχειρήσεις από την Ταϊβάν άνοιγαν η μία μετά την άλλη ανά την Κίνα. Επί προεδρίας Σι Τζινπίνγκ, ωστόσο, η πίεση στην Ταϊπέι αυξήθηκε αισθητά. Η κινεζική ηγεσία περίμενε μια καλή ευκαιρία και μάλλον τη βρήκε.
«Εκείνοι με πιο μιλιταριστικές τάσεις στα ανώτερα κλιμάκια της εξουσίας πρέπει κατά βάθος να δέχθηκαν με ικανοποίηση την επίσκεψη της κ. Πελόζι. Παρείχε μια ιδανική δικαιολογία για να ενισχύσουν τα πολεμικά παιχνίδια γύρω από την Ταϊβάν και να προετοιμαστούν για την αναπόφευκτη μέρα που θα καταληφθεί με τη βία» σχολιάζει το BBC και προσθέτει: «Η μεγαλύτερη ίσως πρόκληση για την περιφερειακή σταθερότητα είναι ότι η δημόσια θέση όλων για την Ταϊβάν είναι γελοία. Είναι σαν ένα γιγάντιο παιχνίδι προσποίησης που γίνεται όλο και πιο δύσκολο να διατηρηθεί».
Η Κίνα προσποιείται ότι η Ταϊβάν είναι μέρος του εδάφους της, παρά το γεγονός ότι το νησί εισπράττει τους δικούς του φόρους, ψηφίζει τη δική του κυβέρνηση, εκδίδει τα δικά του διαβατήρια και έχει βεβαίως ξεχωριστό στρατό. Οι ΗΠΑ προσποιούνται ότι δεν αντιμετωπίζουν την Ταϊβάν ως ανεξάρτητη χώρα, παρά το γεγονός ότι της πουλούν προηγμένα οπλικά συστήματα και ανά περιόδους υψηλόβαθμοι πολιτικοί πραγματοποιούν εκεί προσωπικά ταξίδια που μοιάζουν πολύ με επίσημες επισκέψεις. Είναι προφανές πως δεν χρειάζεται και πολύ για να καταρρεύσει αυτό το παιχνίδι της προσποίησης.
Επί δεκαετίες τα ελεγχόμενα από το το Κομμουνιστικό Κόμμα κινεζικά μέσα ενημέρωσης υιοθετούσαν μία αυστηρή ρητορική με την Ταϊβάν. Σήμερα όμως έχουν ξαφνικά σπάσει πολλά όρια. Η ιδέα ενός πολέμου για την κατάληψή της συζητείται ανοιχτά. Σχολιαστές ζητούσαν από τον κινεζικό στρατό να καταρρίψει το αεροσκάφος που μετέφερε την Πελόζι και άλλοι ζητούσαν να φτάσουν τα μαχητικά της Κίνας στην καρδιά της Ταϊβάν ώστε να αναγκάσουν την κυβέρνηση του νησιού να αποφασίσει αν θα σηκώσει τα δικά της για να τα καταρρίψει.
Σε μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης υπάρχει πλέον η πεποίθηση πως ο πρόεδρος Σι θέλει να δει την Κίνα να αποκτά τον έλεγχο της Ταϊβάν επί της θητείας του, να μείνει στην ιστορία ως ο ηγέτης που ενοποίησε και πάλι την «αυτοκρατορία». Έκανε το πρώτο βήμα με το Χονγκ Κονγκ και τώρα ετοιμάζεται για το επόμενο. Το μόνο που αμβλύνει την πίεση ως προς αυτό είναι το γεγονός οτι φρόντισε να μπορεί να παραμείνει στην εξουσία εφόρου ζωής. Και έτσι δεν υπάρχει λόγος βιασύνης. Ωστόσο κάθε ημέρα που περνάει φαίνεται να απομακρυνόμαστε από τον στόχο της ειρήνης. Ο εθνικισμός είναι πανίσχυρο εργαλείο και με την επίσκεψη Πελόζι φαίνεται να ενεργοποιήθηκε. Η μπάλα βρίσκεται πλέον στο γήπεδο της Κίνας. Και εκείνη θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα συγκρατηθεί ή θα επιλέξει μία επιθετική απάντηση που θα μπορούσε να είναι καταστροφική και για την ίδια.