Στους Αμερικανούς ήταν γνωστός ως ο νούμερο 2 ηγέτης της Αλ Κάιντα.Ήταν επίσης γνωστός ως ο Γιατρός, δεδομένου ότι είχε ακολουθήσει το ιατρικό επάγγελμα, και ευρύτερα ήταν γνωστός ως ο άνθρωπος που διαδέχθηκε τον Οσάμα Μπιν Λάντεν.
Στην πραγματικότητα όμως ο Αϊμάν αλ Ζαουάχρι, ο οποίος σκοτώθηκε σε αμερικανική επίθεση στο Αφγανιστάν, ήταν αυτός που καθοδήγησε την πιο διαβόητη τρομοκρατική οργάνωση του κόσμου, ήταν ο βασικός ιδεολόγος και στρατηγός της, ο εγκέφαλος του παγκόσμιου δικτύου της.
Ο 71χρονος Αιγύπτιος είχε κεντρικό ρόλο στις επιθέσεις στις πρεσβείες των ΗΠΑ στην Κένυα και την Τανζανία το 1998 και στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στην Ουάσιγκτον και την πόλη της Νέας Υόρκης, όπου σκοτώθηκαν σχεδόν 3.000 άνθρωποι. Ανέλαβε ηγέτης της ομάδας δύο μήνες μετά τη δολοφονία του ιδρυτή Οσάμα Μπιν Λάντεν από τις ΗΠΑ το 2011.
Ενώ ο Μπιν Λάντεν διέθετε ένα προνομιακό υπόβαθρο, καθώς προερχόταν από επιφανή οικογένεια της Σαουδικής Αραβίας, ο Ζαουάχρι είχε την εμπειρία του «υπόγειου επαναστάτη». Ο Μπιν Λάντεν παρείχε έτσι στην Αλ Κάιντα το χάρισμα και τα χρήματα, αλλά ο Ζαουάχρι ήταν αυτός που έφερε τις τακτικές και τις οργανωτικές δεξιότητες.
Ο Ζαουάχρι είχε ηγηθεί της δικής του μαχητικής ομάδας, που εκτιμούσε τις θεαματικές επιθέσεις και την αδιάκριτη σφαγή αμάχων. Όταν ένωσε επισήμως την ομάδα του με την Αλ Κάιντα τη δεκαετία του 1990, έφερε μαζί του αυτές τις τακτικές καθώς και ένα διευρυμένο όραμα για επίθεση στη Δύση.
Ήταν ο Ζαουάχρι που υποστήριξε ότι η ήττα του «μακρινού εχθρού» (ΗΠΑ) ήταν ένας ουσιαστικός προάγγελος για την αντιμετώπιση του «κοντινού εχθρού» της Αλ Κάιντα (φιλοδυτικά αραβικά καθεστώτα) που στάθηκαν εμπόδιο στο όνειρο της ομάδας να ενώσει όλους τους μουσουλμάνους κάτω από ένα παγκόσμιο χαλιφάτο.
Ο δρόμος προς την τρομοκρατία
Η πορεία του Ζαουάχρι προς τον τρομοκρατικό αγώνα ξεκίνησε από ένα προάστιο στο Κάϊρο, το οποίο ήταν θρησκευτικά ποικιλόμορφο φιλοξενώντας πολλές από τις πιο επιτυχημένες οικογένειες της Αιγύπτου.
Ο πατέρας του ήταν καθηγητής φαρμακολογίας και ο παππούς του- από τη μητέρα του- ήταν πρόεδρος του Πανεπιστημίου του Καΐρου. Την εποχή της γέννησης του Ζαουάχρι, στις 19 Ιουνίου 1951, το προάστιο Maadi είχε μεγάλο εβραϊκό πληθυσμό και διέθετε περισσότερες εκκλησίες παρά τζαμιά.
Σοβαρός και ακαδημαϊκά προικισμένος νέος, ο Ζαουάχρι επηρεάστηκε από νωρίς στη ζωή του από έναν θείο του, τον Μαχφούζ Αζάμ, έναν παθιασμένο επικριτή της κοσμικής κυβέρνησης της Αιγύπτου, και από τα γραπτά του Σαγίντ Κουτμπ, ενός Αιγύπτιου συγγραφέα και διανοούμενου που εξελίχθηκε σε ένα από τους ιδρυτές του Ισλαμιστικού εξτρεμισμού του 20ου αιώνα.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Λόρενς Ράιτ- στο βραβευμένο με Πούλιτζερ βιβλίο του «The Looming Tower»-, η εκτέλεση του Κουτμπ από την κυβέρνηση της Αιγύπτου το 1966 ήταν που ενέπνευσε τον 15χρονο τότε Ζαουάχρι να δημιουργήσει μια ομάδα νεαρών φίλων σε ένα υπόγειο κελί αφιερωμένη στην ανατροπή της κυβέρνησης της Αιγύπτου και την εγκαθίδρυση μιας ισλαμικής θεοκρατίας. Η μικρή ομάδα οπαδών του Ζαουάχρι εξελίχθηκε τελικά σε μια οργάνωση γνωστή ως Jamaat al-Jihad, ή Ομάδα Τζιχάντ.
Παρόλα αυτά απέκτησε πτυχίο ιατρικής από το Πανεπιστήμιο του Καΐρου και υπηρέτησε για λίγο ως στρατιωτικός χειρουργός. Τελικά άνοιξε ένα ιατρείο σε ένα διώροφο κτίριο που ανήκε στους γονείς του και περιστασιακά φρόντιζε ασθενείς σε μια κλινική του Καΐρου που είχε χρηματοδότηση από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, μια σουνιτική ισλαμιστική πολιτική αντιπολιτευτική ομάδα. Παντρεύτηκε την Azza Nowair, κόρη μιας πλούσιας, πολιτικά συνδεδεμένης οικογένειας της Αιγύπτου, και το ζευγάρι απέκτησε έναν γιο και πέντε κόρες.
Ενώ εργαζόταν στην κλινική του έγινε η πρόταση να κάνει την πρώτη του επίσκεψη σε καταυλισμούς προσφύγων κατά μήκος των συνόρων Αφγανιστάν-Πακιστάν. Εκεί, κούραρε τις πληγές των μουτζαχεντίν που πολεμούσαν τους Σοβιετικούς στο Αφγανιστάν και συναντησε τον νεαρό Σαουδάραβα Μπιν Λάντεν.
Εκείνη την εποχή, ωστόσο, ο Ζαουάχρι ήταν απασχολημένος με τη διαχείριση του δικού του επαναστατικού κινήματος. Η ομάδα του ξεκίνησε μια σειρά από συνωμοσίες στις αρχές της δεκαετίας του 1980 για να δολοφονήσει Αιγύπτιους ηγέτες και έπαιξε ρόλο στη δολοφονία του Αιγύπτιου προέδρου Ανουάρ Σαντάτ στις 11 Οκτωβρίου 1981.
Η μαζική κυβερνητική καταστολή που ακολούθησε οδήγησε τον Ζαουάχρι στη φυλακή, μαζί με εκατοντάδες οπαδούς του.Ο ίδιος αφέθηκε ελεύθερος αφού εξέτισε ποινή τριών ετών, αλλά αργότερα θα υποστήριζε στα απομνημονεύματά του ότι βασανίστηκε κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του, μια εμπειρία που είπε ότι τον άφησε πιο έτοιμο να καταστρέψει την κυβέρνηση της Αιγύπτου με τη βία.
Μετά την φυλακή πέρασε μια νομαδική ζωή, κατά τη διάρκεια της οποίας ταξίδευε συχνά στη Νότια Ασία, βρίσκοντας κοινό σκοπό με τους μουτζαχεντίν και τον ίδιο τον Μπιν Λάντεν, ο οποίος βασίστηκε στον Αιγύπτιο ως τον προσωπικό του γιατρό. Ο Σαουδάραβας υπέφερε από χαμηλή αρτηριακή πίεση και άλλες χρόνιες παθήσεις και χρειαζόταν συχνές εγχύσεις γλυκόζης. Η σταθερότητα του Ζαουάχρι στην παροχή βοήθειας ενόψει του σοβιετικού βομβαρδισμού στο Αφγανιστάν εδραίωσε τη φήμη του γιατρού μεταξύ των μουτζαχεντίν, καθώς και μια δια βίου φιλία με τον Μπιν Λάντεν.
Ο Ζαουάχρι πραγματοποίησε τουλάχιστον μία επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1990, μια σύντομη περιήγηση στα τζαμιά της Καλιφόρνια χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία τη συγκέντρωση χρημάτων για μουσουλμανικές φιλανθρωπικές οργανώσεις που παρέχουν υποστήριξη σε Αφγανούς πρόσφυγες. Ταυτόχρονα, συνέχισε να πιέζει τους Αιγύπτιους οπαδούς του για μεγαλύτερες και πιο θεαματικές επιθέσεις στο εσωτερικό, πιστεύοντας ότι τέτοιες σοκαριστικά βάναυσες τακτικές θα τραβούσαν την προσοχή των μέσων ενημέρωσης και θα «έπνιγαν» τις πιο μετριοπαθείς φωνές που υποστήριζαν τη διαπραγμάτευση και τον συμβιβασμό.
Ενώ ζούσε στο Αφγανιστάν το 1997, ο Ζαουάχρι βοήθησε στο σχεδιασμό μιας άγριας επίθεσης σε ξένους τουρίστες στα περίφημα ερείπια του Λούξορ της Αιγύπτου, μια έξαψη βίας διάρκειας 45 λεπτών που στοίχισε τη ζωή σε 62 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων Ιάπωνες τουρίστες, μια 5χρονη Βρετανίδα και τέσσερις Αιγύπτιοι ταξιδιωτικοί οδηγοί.
Το «πάντρεμα» με την Αλ Κάιντα
Ακολούθησε κατακραυγή για τη σφαγή και ο Ζαουάχρι ανακοίνωσε ότι οι επιχειρήσεις στην Αίγυπτο δεν ήταν πλέον δυνατές και ότι η μάχη μετατοπιζόταν στο Ισραήλ και τον κύριο σύμμαχό του, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ομάδα του συγχωνεύτηκε επίσημα με τη μεγαλύτερη και καλύτερα χρηματοδοτούμενη Αλ Κάιντα ή τη «Βάση» του Μπιν Λάντεν.
Ο Ζαουάχρι ήταν ανώτερος σύμβουλος του Μπιν Λάντεν την εποχή των πρώτων τρομοκρατικών επιθέσεων υψηλού προφίλ της Αλ Κάιντα, των βομβιστικών επιθέσεων του 1998 στις αμερικανικές πρεσβείες στις πρωτεύουσες της Κένυας και της Τανζανίας που σκότωσαν εκατοντάδες ανθρώπους. Τρία χρόνια αργότερα, εργαζόμενος από τη βάση της Αλ Κάιντα στο Αφγανιστάν, βοήθησε στην επίβλεψη του σχεδιασμού αυτού που θα γινόταν μια από τις πιο τολμηρές τρομοκρατικές επιθέσεις της ιστορίας: την 11η Σεπτεμβρίου και τα χτυπήματα στη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον.
Καθώς οι αεροπειρατές της 11ης Σεπτεμβρίου στάλθηκαν για να ξεκινήσουν εκπαίδευση στις ΗΠΑ, ο Ζαουάχρι τέθηκε υπεύθυνος για τον σχεδιασμό επακόλουθων κυμάτων τρομοκρατικών επιθέσεων που είχαν σκοπό να αποδυναμώσουν περαιτέρω την οικονομία και την αποφασιστικότητα της Αμερικής. Ξεκίνησε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα βιολογικών όπλων, ιδρύοντας ένα εργαστήριο στο Αφγανιστάν και στέλνοντας μαθητές για να αναζητήσουν συμπαθείς επιστήμονες καθώς και θανατηφόρα στελέχη βακτηρίων άνθρακα.
Οι αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών πιστεύουν ότι οι προσπάθειές του θα μπορούσαν κάλλιστα να είχαν πετύχει, αν δεν του είχε τελειώσει ο χρόνος. Μέσα σε εβδομάδες από την κατάρρευση των δίδυμων πύργων της Νέας Υόρκης, μια στρατιωτική εκστρατεία με την υποστήριξη των ΗΠΑ έδιωξε τους Ταλιμπάν και συμμάχους της Αλ Κάιντα από την εξουσία στο Αφγανιστάν, γεγινός που ανάγκασε τον Ζαουάχρι να εγκαταλείψει το εργαστήριό του για τα βιοόπλα.
Εκείνη την περίοδο έλαβαν χώρα αμερικανικές επιθέσεις με στόχο τα γραφεία και τα σπίτια των ηγετών της Αλ Κάιντα, συμπεριλαμβανομένου του συγκροτήματος όπου διέμενε ο Ζαουάχρι. Η σύζυγός του παγιδεύτηκε στα ερείπια μετά την κατάρρευση της οροφής του κτιρίου, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες αρνήθηκε να σωθεί από φόβο ότι οι άνδρες θα την έβλεπαν χωρίς το πέπλο της. Αργότερα βρέθηκε νεκρή από υποθερμία.
Ο Ζαουάχρι κατέφυγε μαζί με τον Μπιν Λάντεν στο Πακιστάν, όπου και οι δύο άνδρες κρύφτηκαν για να αποφύγουν τη σύλληψη. Αν και δεν υπήρξαν επιβεβαιωμένες εμφανίσεις κανενός άνδρα την επόμενη δεκαετία, η CIA εξαπέλυσε τουλάχιστον δύο πυραυλικές επιθέσεις εντός του Πακιστάν, το 2006 και το 2008, που φέρεται να είχαν στόχο κτίρια που καταλήφθηκαν πρόσφατα από τον Αιγύπτιο.
Παρά το ανθρωποκυνηγητό, ο Ζαουάχρι συνέχισε να κάνει τακτικές εμφανίσεις σε βίντεο που δημοσιεύτηκαν σε ιστοσελίδες φιλικές προς την Αλ Κάιντα. Αμερικανοί αξιωματούχοι πιστεύουν ότι συνέχισε επίσης να διευθύνει πολυάριθμες τρομοκρατικές επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένης της πολιορκίας στο Κόκκινο Τζαμί το 2007 στο Ισλαμαμπάντ του Πακιστάν, που είχε ως αποτέλεσμα περισσότερους από 100 θανάτους.
Ο θάνατος του Μπιν Λάντεν τον Μάιο 2011 του έδωσε τα ηνία της ομάδας, ένας ρόλος ο οποίος, εκ των υστέρων, μπορεί να μην του ταίριαζε ιδανικά. Ο Αιγύπτιος, με το στεγνό, εγκεφαλικό του ύφος, απέτυχε να εμπνεύσει τζιχαντιστές όπως είχε κάνει ο Μπιν Λάντεν ή νεότερους ηγέτες όπως ο Ιορδανός Αμπού Μουσάμπ Αλ Ζαρκάουι, ιδρυτής της ιρακινής ομάδας που αργότερα θα γινόταν το Ισλαμικό Κράτος.
naftemporiki.gr