Ο αντίκτυπος των αμερικανικών συστημάτων πυροβολικού HIMARS στον πόλεμο στην Ουκρανία έχει αποτελέσει αντικείμενο μεγάλων συζητήσεων που περιστρέφονται γύρω από το κατά πόσο μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την έκβαση των συγκρούσεων στην παρούσα φάση του πολέμου.
Τα συστήματα πυροβολικού HIMARS χρησιμοποιούνται από τις ουκρανικές δυνάμεις για να σταματήσουν τη ρωσική προέλαση χτυπώντας αποθήκες πυρομαχικών- 50 στον αριθμό σύμφωνα με τον υπουργό Άμυνας της χώρας,Ολέκσιι Ρέζνικοφ. Αυτό που συζητείται είναι τα HIMARS μπορούν να στηρίξουν τις ουκρανικές δυνάμεις, σταματώντας την πρόοδο των Ρώσων και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη προέλαση προς τη Χερσώνα, μια από τις μεγαλύτερες πόλεις που έχουν καταλάβει τα ρωσικά στρατεύματα και στρατηγικής σημασίας περιοχή.
Η Χερσώνα «έπεσε» νωρίς στον πόλεμο, στις αρχές Μαρτίου. Οι Ουκρανοί πραγματοποιούν εδώ και καιρό επιχειρήσεις στην περιοχή, με περιορισμένα ωστόσο κέρδη στην ύπαιθρο μεταξύ Μικολάιβ και Χερσώνας. Διαθέτοντας όμως όπλα μεγαλύτερου βεληνεκούς- με αποτελεσματική απόσταση βολής έως και 80 χιλιόμετρα-, οι Ουκρανοί αποκτούν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση, σχολιάζει ο Guardian.
Τα συστήματα HIMARS, από τα οποία η Ουκρανία διαθέτει12 με άλλα τέσσερα να είναι καθ’ οδόν – φαίνεται να έχουν αντίκτυπο στις ουκρανικές δυνάμεις, επιτρέποντας τη στόχευση τεσσάρων βασικών γεφυρών που οδηγούν στη Χερσώνα. Η πόλη, το μόνο ρωσικό προπύργιο δυτικά του ποταμού Δνείπερου, είναι στρατηγικά ευάλωτη εάν η Ουκρανία μπορέσει να συγκεντρώσει δυνάμεις για να απωθήσει τους κατακτητές.
Από την άλλη, οι γέφυρες σημαδοτούν ορισμένες από τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η Ουκρανία για την ανακατάληψη των πληθυσμιακών της κέντρων. Δηλώσεις των τοπικών αξιωματούχων υποδεικνύουν ότι ο στόχος της Ουκρανίας δεν είναι να καταστρέψει βασικές γέφυρες, στην προκειμένη περίπτωση τη γέφυρα Dariv στον ποταμό Inhulets ανατολικά της πόλης, αλλά μάλλον να τις βλάψει σε σημείο που οι Ρώσοι να μην μπορούν να μεταφέρουν βαρύ εξοπλισμό μέσω αυτών.
Ο ουκρανικός στρατός θέλει να διασφαλίσει ότι οι προμήθειες τροφίμων μπορούν ακόμα να περάσουν στην πόλη, δήλωσε στην ουκρανική τηλεόραση ο Σέργκι Χλαν, βοηθός του επικεφαλής της Χερσώνας. Και έτσι, οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας θα «κάνουν ό,τι είναι δυνατό για να μην καταστρέψουν τις δομές». Αυτό μπορεί να αποδειχθεί δύσκολη υπόθεση, και αποκαλύπτει το πιο σημαντικό: έναν βασικό περιορισμό στην ικανότητα των Ουκρανών να αντεπιτεθούν.
Εάν αποτελεί πρόκληση η απομόμση της πόλης με την καταστροφή των γεφυρών, τότε η κατάληψη της, δεδομένου του εναπομείναντος άμαχου πληθυσμού, θα είναι πιο δύσκολη. Η Ρωσία έχει δείξει άλλωστε ότι είναι πρόθυμη να καταστρέψει πόλεις, όπως η Μαριούπολη και το Σεβεροντονιέτσκ, προτού τις καταλάβει. Αλλά για την Ουκρανία –που επιδιώκει να απελευθερώσει το έδαφός της– αυτό προφανώς δεν αποτελεί επιλογή, σχολιάζει ο Guardian.
Παράλληλα, δεν είναι προφανές εάν η άφιξη ενός όπλου μεγαλύτερου βεληνεκούς, τελικά μπορεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για μια γρήγορη συνολική πρόοδο. Η Ουκρανία δεν διαθέτει ουσιαστική αεροπορική ισχύ, επομένως πρέπει να βασιστεί στη συγκέντρωση μιας υπεροχής χερσαίων δυνάμεων ενάντια σε έναν εχθρό που κρατά την πόλη για σχεδόν πέντε μήνες. Εν τω μεταξύ, οι δυτικές προμήθειες συνεχίζουν να φτάνουν σταδιακά και όχι στον αριθμό που χρειάζεται η Ουκρανία, συνεχίζει ο Guardian, καταλήγοντας:
«Μετά από τέσσερις μήνες σταδιακής ρωσικής προέλασης στα ανατολικά και νότια, η άφιξη των HIMARS και του πυροβολικού φαίνεται να έχουν γείρει τη στρατιωτική ισορροπία προς μια ισορροπία. Αλλά δεν είναι ακόμη προφανές ότι οι εισβολείς μπορούν να ανατραπούν: ίσως δεν είναι περίεργο που ο Χλαν υποστήριξε αισιόδοξα ότι η καλύτερη επιλογή για τους Ρώσους είναι να παραδώσουν οικειοθελώς τη Χερσών».
naftemporiki.gr