Skip to main content

«Γκρεμίζει» τείχη η αγωνία της Δύσης για ενεργειακό εφοδιασμό 

Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]

«Πρόεδρε Μακρόν! Η Βενεζουέλα είναι έτοιμη να υποδεχθεί όλες τις γαλλικές εταιρείες που θα ήθελαν να έρθουν για να πάρουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο»: Την έκκληση αυτή έκανε ο πρόεδρος της Βενεζουέλας,Νικολάς Μαδούρο από τη δημόσια τηλεόραση στο Καράκας, μόλις ότι ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν ζήτησε από τη σύνοδο κορυφής των G7, πετρέλαιο από το Ιράν και τη Βενεζουέλα, προκειμένου να συγκρατηθεί η άνοδος των τιμών που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία.»

Την ίδια ημέρα άλλωστε, έφτανε στο Καράκας, Αμερικανική αντιπροσωπεία για να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τον πρόεδρο Μαδούρο: Επισήμως για την απελευθέρωση οκτώ Αμερικανών πολιτών που κρατούνται αυτή τη στιγμή στις φυλακές της Βενεζουέλας. Ανεπισήμως όμως για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων εξαγωγής πετρελαίου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλωστε, τον Μάιο, η Ουάσιγκτον ενέκρινε την επανέναρξη των δραστηριοτήτων στη Βενεζουέλα της Eni και της ισπανικής Repsol για τον εφοδιασμό της ευρωπαϊκής αγοράς με πετρέλαιο.

Τόσο η Βενεζουέλα, όσο και το Ιράν υπόκεινται σε αμερικανικές κυρώσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βενεζουέλα διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις το 2019 μετά την επανεκλογή του Μαδούρο το 2018 για δεύτερη θητεία, σε μια αναμέτρηση που είχε μποϊκοτάρει η αντιπολίτευση. Σε μια προσπάθεια να εκδιώξει τον Μαδούρο από την εξουσία, η Ουάσιγκτον αναγνώρισε μάλιστα τότε τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Χουάν Γκουαϊδό ως μεταβατικό πρόεδρο, επιβάλλοντας μια σειρά κυρώσεων στο Καράκας-κυρίως στο αργό πετρέλαιο – το οποίο τότε αντιπροσώπευε το 96% του εισοδήματος της χώρας.

Ταυτόχρονα, η Ουάσιγκτον επέστρεψε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Τεχεράνη, μετά από ένα «κενό» περίπου τεσσάρων μηνών, με στόχο να αναστήσουν την πυρηνική συμφωνία του 2015 με το Ιράν, από την οποία είχε αποχωρήσει η Αμερική επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ,το 2018. Η Τεχεράνη απαιτεί οι ΗΠΑ να άρουν τις οικονομικές κυρώσεις που έχουν επιβάλει κατά του Ιράν- ένα θέμα που αποκτά άλλωστε νέα διάσταση στην σκιά της ουκρανικής κρίσης.

«Το Ιράν και οι ΗΠΑ σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν έμμεσες, διμερείς συνομιλίες για το ζήτημα των κυρώσεων αργότερα αυτή την εβδομάδα», δήλωσε μάλιστα  εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών. Ο Ιρανός εκπρόσωπος υποστήριξε μάλιστα ότι οι προσεχείς διμερείς  επαφές δεν αφορούν την “πυρηνική διάσταση”, αλλά το θέμα είναι οι «υπάρχουσες διαφορές» και η «άρση των κυρώσεων» κατά της Τεχεράνης.

Είδος έκτακτης ανάγκης

Με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, το πετρέλαιο έχει γίνει είδος έκτακτης ανάγκης. Κυρίως στην Ευρώπη που αναζητά τρόπους για να αντικαταστήσει έως και 2 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως, αργού από τη Ρωσία και περίπου 2 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα διυλισμένων, που εισήγαγε από τη Μόσχα πριν από τον πόλεμο. Ένα «κλεμμένο» βίντεο από το Reuters κατά τη συνάντηση της G7, δείχνει την αγωνία του Μακρόν για το πετρέλαιο. Ο Γάλλος πρόεδρος αποκαλύπτει στον Αμερικανό πρόεδρο Μπάιντεν μια συνομιλία με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, Μοχάμεντ μπιν Σαγιέντ αλ- Ναχιάν (MbZ): «Είχα μια συνομιλία με τον MbZ. Μου είπε δύο πράγματα: Η παραγωγική δυνατότητα των Εμιράτων είναι στο μέγιστο και ότι οι Σαουδάραβες μπορούν να αυξήσουν κατά 150 (χιλιάδες βαρέλια την ημέρα). Ίσως λίγο παραπάνω, για έξι μήνες».

Γάλλος κυβερνητικός αξιωματούχος τόνισε μάλιστα ότι «η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να διερευνήσει όλες τις επιλογές για να μετριάσει τη ρωσική πίεση στον ενεργειακό εφοδιασμό που έχει εκτοξεύσει τις τιμές. «Θέλουμε οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες  να παράγουν περισσότερο, έστω και  προσωρινά για να ξεπεράσουμε την κορύφωση της κρίσης», εξήγησε ο Γάλλος αξιωματούχος.

Αγωνία και για το αέριο

Μεγάλη είναι και η αγωνία της Γερμανίας για τον ενεργειακό εφοδιασμό της χώρας τον επόμενο χειμώνα. Όχι τόσο με πετρέλαιο, καθώς το Βερολίνο κατόρθωσε να περιορίσει την εξάρτηση από τον ρωσικό μαυρο χρυσό από το 35% στο 12%, αλλά κυρίως για φυσικό αέριο. «Ο μεγάλος φόβος είναι τι θα συμβεί αν ο Πούτιν κλείσει τη στρόφιγγα στο αέριοι;» γράφει η Tagesschau. Η γερμανική εφημερίδα αναφέρει μελέτη της εταιρείας, που δείχνει ότι η γερμανική οικονομία θα χάσει σχεδόν το 13% της προστιθέμενης αξίας και 5,6 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, άν η Ρωσία κλείσει τη στρόφιγγα του φυσικού αερίου από τον Ιούλιο. «Είμαστε πεπεισμένοι ότι πλησιάζουμε πολύ κοντά σε μια πιθανή πραγματικότητα», λέει  ο Κλάους Μπόμερ, επικεφαλής οικονομολόγος στην εταιρεία ανάλυσης Prognos. «Η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο έχει υποτιμηθεί δραματικά μέχρι στιγμής», συνοψίζει ο Μπόμερ. Η Prognos υπολόγισε τις επιπτώσεις μιας στάσης παράδοσης αερίου για το δεύτερο εξάμηνο του 2022. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η γερμανική οικονομική παραγωγή θα μειωνόταν κατά 12,7%. Αυτό σημαίνει απώλεια αξίας 193 δισ. ευρώ.

Ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών  Ρόμπερτ Χάμπεκ περιγράφει το ενδεχόμενο διακοπής του ρωσικού αερίου ως «οικονομική επίθεση» στη Γερμανία. Σύμφωνα με τον Χάμπεκ, «ο Πούτιν χρησιμοποιεί την ενέργεια ως όπλο και θέλει να προκαλέσει φόβους».

Η υπόθεση ότι η ροή ρωσικού φυσικού αερίου θα στεγνώσει από τον Ιούλιο δεν είναι επίσης αυθαίρετη. Ο αγωγός North Stream 1 θα κλείσει για συντήρηση από τα μέσα Ιουλίου. Ειδικοί και πολιτικοί αμφιβάλλουν αν θα ξαναλειτουργήσει, μετά. 

Ποιά αλληλεγγύη;

Ο Χάμπεκ, στο περιθώριο της συνάντησης των Ευρωπαίων Υπουργών Ενέργειας στις Βρυξέλλες, έκανε έκκληση για ευρωπαϊκή ενεργειακή αλληλεγγύη: «Μια κρίση εφοδιασμού σε μια χώρα οδηγεί σε οικονομική κρίση σε μια άλλη. Χρειαζόμαστε αλληλεγγύη». Μέχρι τώρα βέβαια, ήταν οι άλλες ευρωπαϊκές χώρες που ζητούσαν οικονομική αλληλεγγύη από τη Γερμανία. Το Βερολίνο κατάφερε να εκμεταλλευτεί 20 χρόνια παγκοσμιοποίησης και ένα ευνοϊκό γεωπολιτικό πλαίσιο, συσσωρεύοντας εμπορικά και χρηματοοικονομικά πλεονάσματα- ρεκόρ. Σήμερα το σενάριο έχει αλλάξει ριζικά και αναρωτιέται κανείς τι απομένει από αυτό το μοντέλο με την κατάρρευση των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού, τον πόλεμο στην Ευρώπη και την έλλειψη ενέργειας χαμηλού κόστους που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια βιομηχανική εξαγωγική χώρα και επομένως ενεργοβόρα εξ ορισμού.

Η σύγκριση με τις οικονομικές εντάσεις που έχουν προκύψει κυκλικά στην Ευρώπη μετά την κρίση της Lehman Brothers είναι αναπόφευκτη,καθώς  δεν φαίνεται να υπάρχει ευρωπαϊκή λύση. Η ενεργειακή πολιτική δεν μπορεί να αυτοσχεδιαστεί σε έξι μήνες. Οι επιμέρους  συμφωνίες για φυσικό αέριο με το Κατάρ ή την Αλγερία είναι εθνικές και όχι «ευρωπαϊκές».  Η ενεργειακή κρίση, εάν και όταν συμβεί, θα είναι στοιχείο μεγάλης  έντασης στην Ευρώπη, τουλάχιστον εξίσου σημαντική  με την οικονομική…