Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Τρεις μήνες μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι Δανοί ψηφίζουν αύριο σε δημοψήφισμα για τη συμμετοχή της χώρας στις δομές της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφάλειας.
Η Δανία είναι μαζί με τη Μάλτα τα μόνα κράτη μέλη της Ε.Ε. που δεν συμμετέχουν στην κοινή ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική. Η Κοπεγχάγη διαπραγματεύτηκε αυτήν την εξαίρεση πριν από 30 χρόνια, προκειμένου να αποδεχθεί την ισχύ της Συνθήκης του Μάαστριχτ το 1993, έναν χρόνο μετά την απόρριψή της από τους Δανούς πολίτες. «Επιτέλους θα μπορέσουμε να καθίσουμε στο τραπέζι όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις για στρατιωτικά θέματα», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, Λαρς Βέργκε. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το «ναι» προηγείται ελαφρά, αλλά η αποχή θα μπορούσε να φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ. Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει αλλάξει το κλίμα στην παραδοσιακά «ουδέτερη» Σκανδιναβική χερσόνησο, όπως έδειξε και η αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας και της Σουηδίας. Και η ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας είναι στο επίκεντρο -μαζί με έκτο πακέτο κυρώσεων κατά της Μόσχας- στις εργασίες της έκτακτης συνόδου κορυφής, που πραγματοποιείται χθες και σήμερα στις Βρυξέλλες. Μια άμυνα «Made in Europe».
Οι 27 ευρωπαϊκές χώρες έχουν την τέλεια ευκαιρία να ενισχύσουν την Ευρωπαϊκή Αμυντική Τεχνολογική και Βιομηχανική Βάση (BITD), η οποία επί του παρόντος συγκεντρώνεται μόνο σε μερικές μεγάλες χώρες (Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σκοπεύει να βοηθήσει τα κράτη μέλη «να επενδύσουν μαζί, καλύτερα και με ευρωπαϊκό τρόπο», είναι το σύνθημα της γαλλικής προεδρίας και προσωπικά του Εμανουέλ Μακρόν, που εμφανίστηκε ιδιαίτερα ενισχυμένος στις Βρυξέλλες μετά την πρόσφατη επανεκλογή του. Ο Μακρόν, που αγωνίζεται για τη «στρατηγική αυτονομία» της Ε.Ε., γνωρίζει βέβαια ότι η μάχη αυτή είναι δύσκολο να κερδηθεί, γιατί πολλές ευρωπαϊκές χώρες προτιμούν να αγοράζουν αμερικανικά οπλικά συστήματα, ακόμη κι αν είναι πιο ακριβά, για να επωφεληθούν από τη διάσημη αμερικανική αμυντική ομπρέλα.
Επενδυτικό έλλειμμα
Η Ευρωπαϊκή Αμυντική Υπηρεσία (EDA), σε έκθεση που παρουσίασε στις 18 Μαΐου, αποκάλυψε το μεγάλο επενδυτικό έλλειμμα της Ε.Ε. στον τομέα της άμυνας: Από το 1999 ως το 2021, οι συνδυασμένες δαπάνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της άμυνας αυξήθηκαν μόνο κατά 20%, έναντι 66% για τις Ηνωμένες Πολιτείες, 292% για τη Ρωσία και 592% για την Κίνα. «Η Ευρώπη πρέπει να ενισχυθεί στον τομέα των συστημάτων αντιαεροπορικής και αντιπυραυλικής άμυνας», τονίζουν ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές στις Βρυξέλλες στη «Ν», στο περιθώριο της συνόδου κορυφής. Οι ίδιες πηγές εξηγούν ότι η Γαλλία, για παράδειγμα, διαθέτει μόνο οκτώ αμυντικά πυραυλικά συστήματα SAMP/T – ένα πρόγραμμα σε συνεργασία με την Ιταλία. Αντίθετα, οι Αμερικανοί προσφέρουν το αντιπυραυλικό σύστημα Patriot, το οποίο έχουν ήδη αγοράσει επτά ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Ισπανία, Ελλάδα, Ολλανδία, Πολωνία, Ρουμανία και Σουηδία), παρά το γεγονός ότι είναι πολύ πιο ακριβό. Η Σουηδία, για παράδειγμα, επέλεξε να αγοράσει το σύστημα Patriot, παρά την πολύ καλής ποιότητας ευρωπαϊκή προσφορά με το σύστημα SAMP/T, που είναι εξοπλισμένο με πυραύλους Aster και κυρίως κοστίζει 30% έως 40% φθηνότερα.
Η Κομισιόν, για να πείσει τις χώρες μέλη που διστάζουν να αγοράσουν ευρωπαϊκά οπλικά συστήματα, αναγκάστηκε να προσφέρει οικονομική στήριξη με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού Ταμείου ύψους 500 εκατ. ευρώ σε διάστημα δύο ετών, το οποίο θα επιτρέπει την απόκτηση κοινών αμυντικών συστημάτων, που προσδιορίζονται από μια «task force», την οποία συγκρότησε η Κομισιόν σε συνεργασία με την EDA. Αυτή η «task force» θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη για να διευκολύνει τον συντονισμό σε βραχυπρόθεσμες αγορές, όπως η αναπλήρωση των αποθεμάτων πυρομαχικών. Επιπλέον, τα κράτη θα μπορούσαν να επωφεληθούν από απαλλαγή από τον ΦΠΑ για αγορές ενδοκοινοτικού αμυντικού εξοπλισμού, για να σταματήσει μακροπρόθεσμα η αυξανόμενη εξάρτηση, ιδίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Μέχρι στιγμής, αυτή η μακρά ιστορία έχει οδηγήσει στην ίδρυση μιας μικρής (80 στελέχη) Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Άμυνας, ενός Κέντρου Επιχειρήσεων, ενός μέτριου Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας και σε ορισμένες παρεμβάσεις ειδικά στα Βαλκάνια. Με λίγα λόγια, ένα μακρύ ταξίδι που χαρακτηρίζεται από πολλές συμφωνίες και πολλές διακηρύξεις αλλά ελάχιστη ουσία. «Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο», λέει ο Τιερί Μπρετόν. «Η μπάλα είναι ξεκάθαρα στο γήπεδο της συνόδου κορυφής».