Στρατοδικείο στη Μιανμάρ καταδίκασε την ανατραπείσα ηγέτιδα της χώρας Αούνγκ Σαν Σου Τσι σε πέντε χρόνια φυλάκιση αφού την έκρινε ένοχη στην πρώτη από τις 11 υποθέσεις διαφθοράς που εκκρεμούν εναντίον της.
Η βραβευμένη με Νόμπελ Σου Τσι – η κυβέρνηση της οποίας ανατράπηκε από το στρατό με το πραξικόπημα του Φεβρουαρίου του 2021– έχει ήδη καταδικαστεί τους τελευταίους μήνες σε ποινή έξι χρόνων κάθειρξης. Συνολικά τη βαρύνουν 18 κατηγορίες και αν κριθεί ένοχη για όλες κινδυνεύει να καταδικαστεί σε 190 χρόνια κάθειρξη.
«Θα παραμείνει σε κατ’ οίκον περιορισμό. Δεν γνωρίζω αν ζήτησε να υποβάλει έφεση», δήλωσε ο Ζάου Μιν Τουν εκπρόσωπος της χούντας.
Στην υπόθεση για την οποία καταδικάστηκε σήμερα το στρατιωτικό καθεστώς κατηγορούσε την 76χρονη Σου Τσι ότι έλαβε 600.000 δολάρια και περισσότερα από έντεκα κιλά χρυσού από τον Πίο Μιν Θέιν, έναν πρώην υπουργό αρμόδιο για την Ρανγκούν.
Η Σου Τσι κρατείται εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο σε κατ’ οίκον περιορισμό σε άγνωστη τοποθεσία.
Πολιτική δίκη
Ο δικαστής ανακοίνωσε την απόφασή του λίγα λεπτά αφού συνεδρίασε το δικαστήριο στη Ναϊπιντάου, την πρωτεύουσα της Μιανμάρ, δήλωσε πηγή που έχει γνώση της διαδικασίας και η οποία ζήτησε να διατηρήσει την ανωνυμία της καθώς η δίκη διεξάγεται κεκλεισμένων των θυρών.
Πολλοί διεθνείς παρατηρητές έχουν καταγγείλει αυτή τη διαδικασία η οποία έχει, σύμφωνα με τους ίδιους, πολιτικά κίνητρα: να αποκλειστεί η Σου Τσι οριστικά από την πολιτική σκηνή.
Αρκετοί στενοί συνεργάτες της έχουν επίσης καταδικαστεί σε βαριές ποινές, ενώ άλλοι έχουν αυτοεξοριστεί μετά την κατάληψη της εξουσίας από τον στρατό ή κρύβονται.
Κάποιοι βουλευτές της Εθνικής Ένωσης για τη Δημοκρατία, το κόμμα της Σου Τσι, σχημάτισαν μια «κυβέρνηση εθνικής ενότητας», με στόχο να υπονομεύσουν τη νομιμότητα της χούντας.
Όμως 15 μήνες μετά το πραξικόπημα η κυβέρνηση αυτή δεν ελέγχει κανένα μέρος του εδάφους της Μιανμάρ και δεν έχει αναγνωριστεί από καμία ξένη κυβέρνηση.
Η Σου Τσι παραμένει ιδιαίτερα δημοφιλής στη Μιανμάρ, αν και η διεθνής της εικόνα επλήγη επειδή δεν υπερασπίστηκε τη μουσουλμανική μειονότητα των Ροχίνγκια από τις διώξεις που υπέστη από τον βιρμανικό στρατό. Ωστόσο μετά τη σύλληψή της έχει εξαφανιστεί από τον δημόσιο χώρο.
Την ίδια ώρα πολιτοφυλακές έχουν πάρει τα όπλα εναντίον της χούντας σε πολλές περιοχές της χώρας.
Την προηγούμενη εβδομάδα ο επικεφαλής του στρατιωτικού καθεστώτος Μιν Αούνγκ Χλάινγκ ζήτησε να πραγματοποιηθούν ειρηνευτικές συνομιλίες με ένοπλες οργανώσεις διαφόρων εθνοτικών ομάδων που ελέγχουν μεγάλες περιοχές της Μιανμάρ και μάχονται επί δεκαετίες εναντίον του στρατού.
Το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου 2021 βύθισε τη χώρα στο χάος. Σχεδόν 1.800 άμαχοι έχουν πέσει νεκροί από τις δυνάμεις ασφαλείας και περισσότεροι από 13.000 έχουν συλληφθεί, σύμφωνα με τοπική μη κυβερνητική οργάνωση.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, Reuters-, dpa