Του Μιχάλη Ψύλου
[email protected]
Οι Γάλλοι προσέρχονται την Κυριακή στις κάλπες για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και ένα ερώτημα πλανάται, ίσως πιο επιτακτικά από ποτέ: Θα μπορούσε η ακροδεξιά Μαρίν Λε Πεν να κερδίσει; Ξαφνικά, η μέχρι τώρα βαριεστημένη προεκλογική εκστρατεία απέκτησε εκπληκτική δυναμική.
Στις δημοσκοπήσεις, ο εν ενεργεία πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν και η Μαρίν Λεν Πεν απέχουν μόνο δύο ή τρεις μονάδες – περίπου όσο το περιθώριο στατιστικού λάθους. «Είμαι έτοιμη να κυβερνήσω», ισχυρίστηκε η 53χρονη Μαρίν Λε Πεν στη «Figaro». «Έχω φτάσει σε μια ωριμότητα στην καριέρα μου που ξεκίνησα πριν από 20 χρόνια», πρόσθεσε.
Η εφετινή είναι η τρίτη –και τελευταία φορά όπως έχει πει η ίδια- που διεκδικεί την είσοδό της στο Μέγαρο των Ηλυσίων! Στη σύγχρονη γαλλική ιστορία υπάρχουν δύο πολιτικοί που κατόρθωσαν να εκλεγούν πρόεδροι της χώρας στη τρίτη προσπάθειά τους: ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Ζακ Σιράκ. Εκτός από τους δύο αυτούς ηγέτες μάλιστα, ουδείς από άλλους έξι προέδρους στην 5η Γαλλική δημοκρατία, κατάφερε να επανεκλεγεί. Και ο Μακρόν, αν το κατορθώσει, θα γράψει επίσης ιστορία! Όλα φυσικά θα κριθούν στον δεύτερο γύρο της 24ης Απριλίου, όπου οι δημοσκοπήσεις δίνουν νίκη στον Μακρόν. Αλλά και στον δεύτερο γύρο, η διαφορά Μακρόν-Λε Πεν- δημοσκοπικά τουλάχιστον-φαίνεται να μειώνεται!
O Μακρόν έχει επίγνωση αυτής της εξέλιξης και ήδη προειδοποιεί τους οπαδούς του ότι μια εκλογική ήττα θα τον ίδιο αντίκτυπο με το Brexit. «Κοιτάξτε τι συνέβη με το Brexit και τόσες άλλες εκλογές. Ήταν απίθανο αυτό που πραγματικά συνέβη στο τέλος. Γι’ αυτό θέλω να σας πω: Τίποτα δεν είναι αδύνατο», υπενθύμισε επειγόντως ο Μακρόν. Αλλωστε, το 40% των ψηφοφόρων δηλώνουν ακόμη αναποφάσιστοι.
Οι φόβοι του Μακρόν
Ο φόβος του Γάλλου προέδρου είναι βάσιμος: Οι υπόλοιποι προεδρικοί υποψήφιοι είναι πιθανό να καλέσουν τους οπαδούς τους να απέχουν στον δεύτερο γύρο και να μην ψηφίσουν Μακρόν. Αντίθετα, με αυτό που είχαν κάνει το 2017, δίνοντας έτσι τη νίκη στον Μακρόν. Ο Γάλλος πρόεδρος κατηγορείται από τους αντιπάλους του ότι έχει γίνει συντηρητικός.
Τις τελευταίες ημέρες μάλιστα, ο Μακρόν δέχεται έντονες πιέσεις καθώς, αρμόδια επιτροπή της Γερουσίας μετά από έρευνες που κράτησαν τέσσερις μήνες, κατέκρινε την πρόσληψη από το γαλλικό Δημόσιο, εταιρειών παροχής συμβουλών με πολύ υψηλές αποδοχές. Σύμφωνα με την έκθεση, τα γαλλικά υπουργεία δαπάνησαν κάπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε εξωτερικές εταιρείες συμβούλων. Η επιτροπή εκτιμά μάλιστα ότι ιδιωτικές αυτές εταιρείες συμμετείχαν στις περισσότερες από τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις της τρέχουσας περιόδου και έχουν επηρεάσει τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων της κυβέρνησης. Οι εταιρείες αυτές επίσης, δεν πλήρωναν φόρους στη Γαλλία για δέκα χρόνια. Οσο και αν πρόεδρος Μακρόν δικαιολόγησε τη διαδικασία, λέγοντας ότι «το κράτος χρειάζεται μερικές φορές εξωτερικές αρμοδιότητες», η αντιπολίτευση έκανε λόγο για «κρατικό σκάνδαλο».
Επιχείρηση «αποδαιμονοποίησης»
Με αυτά και μ` αυτά, για πρώτη φορά ελάχιστοι ,αναγνωρισμένοι πολιτικοί επιστήμονες, αποκλείουν την νίκη της Μαρίν Λε Πεν. Ο Ρεμί Λεφέμπρ, καθηγητής Πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Λιλ, υποστηρίζει για παράδειγμα ,ότι η πιθανότητα να γίνει πρόεδρος της Γαλλίας η Λε Πεν,«ποτέ δεν ήταν πιο αξιόπιστη». Τι έχει αλλάξει και ξαφνικά η ακροδεξιά «φλερτάρει» με την εξουσία στη Γαλλία; Κατ` αρχήν είναι «το μίσος για τον Μακρόν» υποστηρίζει ο καθηγητής Λεφέμπρ: «Είναι βαθύ, τροφοδοτείται από όλους τους υπόλοιπους υποψηφίους, επιδεινώνεται περαιτέρω από την αλαζονεία του απερχόμενου προέδρου που απολαμβάνει την ιδιότητά του ως φαβορί. Η προοπτική να δουν τον Γάλλο πρόεδρο να χάνει, μπορεί να κινητοποιήσει ψηφοφόρους που κανονικά θα απείχαν, ειδικά στους πιο λαϊκούς κύκλους, να πάνε να ψηφίσουν».
Την Λε Πεν έχει βοηθήσει επίσης το γεγονός ότι το κόμμα της κεντροδεξιάς «Les Républicains», όπως και το κόμμα του Μακρόν «La République en Marche», έχουν στραφεί όλο και περισσότερο προς τα δεξιά, σε τόνο και περιεχόμενο. Η εξέλιξη αυτή έχει δημιούργησε ένα ευνοϊκό πλαίσιο για την αποδοχή των ιδεών της ακροδεξιάς. Οι γαλλικές εφημερίδες θυμούνται συχνά ότι ο σημερινός υπουργός Εσωτερικών, Ζεράλ Νταρμανέν κατηγόρησε τη Λε Πέν ότι είναι «λίγο χαλαρή» απέναντι Ισλάμ.
Η Λε Πεν αν και διατηρεί το ακροδεξιό της προφίλ σε ζητήματα όπως η μετανάστευση και η ασφάλεια, φρόντισε στην διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας να εμφανίσει ένα πιο μετριοπαθές πρόσωπο. Να κάνει μια «επιχείρηση από-δαιμονοποίησης». Βοήθησε σε αυτό και η αποστασιοποίηση της Λε Πεν από τον έτερο ακροδεξιό υποψήφιο Ερίκ Ζεμούρ, ο οποίος προβάλει πιο ακραία συνθήματα. Η Μαρίν Λε Πέν, κόρη του Ζαν-Μαρί Λε Πέν, ιδρυτή του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου, ανέλαβε από το 2011 τη θέση του πατέρα της ως επικεφαλής του κόμματος , στο οποίο ,στη συνέχεια, άλλαξε το όνομά του σε Εθνικό Συναγερμό. Με τα χρόνια, η Μαρίν Λε Πέν εργάστηκε για να δώσει στο κόμμα της μια πιο μετριοπαθή εικόνα με στόχο να καθιερωθεί ως αξιόπιστη υποψήφια και να διευρύνει την εκλογική της βάση.
Η Λε Πεν-μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία- προσπαθεί ακόμη και να αποστασιοποιηθεί από τις στενές σχέσεις της, με τον Βλάντιμιρ Πούτιν. Για τα τραγικά γεγονότα στην Μπούτσα,η Λε Πεν μίλησε πάντως για “ένα έγκλημα πολέμου”, αλλά αρνήθηκε να υποδείξει τους δράστες: Όπως είπε: «Εναπόκειται στα Ηνωμένα Έθνη να πουν ποιος είναι ο ένοχος»