Καθώς πλησιάζει στο τέλος του ο δεύτερος χρόνος σε συνθήκες «πλήρους πανδημίας», η παραλλαγή Όμικρον του κορωνοϊού φρόντισε να ταράξει τα νερά της επιστροφής στην προ-Covid εποχή, δημιουργώντας την πεποίθηση ότι ο «υποβιβασμός» του Covid-19 σε ενδημικό ιό έχει δρόμο ακόμη.
Επιχειρώντας να περιγράψουν συνοπτικά ή με μια λέξη τη χρονιά που μας αφήνει, μερικές από τις απαντήσεις που έδωσαν οι συντάκτες των Financiial Times ήταν οι εξής:
- Meme stock (μετοχές που στηρίζουν την ύπαρξή τους σε κάποια ψηφιακά εικονίδια)
- Metaverse (αναφορά στο «μετασύμπαν» Facebook που, σύμφωνα με τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ, συνιστά το μέλλον του Ίντερνετ)
- Προσωρινός (αναφορά στον πληθωρισμό)
- Μπλα μπλα μπλα (αναφορά στις συνομιλίες για το κλίμα στη Γλασκώβη)
- Ever Given (το πλοίο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων που «μπλόκαρε» τη Διώρυγα του Σουέζ)
- Υπερηχητικός (αναφορά στη δοκιμή υπερηχητικού πυραύλου από την Κίνα)
- Κοινή ευημερία (αναφορά στην κοινωνικοποίηση του πλούτου της Κίνας)
- Ενισχυτική δόση
Από την πλευρά της η Capital Economics έχει ξεχωρίσει δέκα παράγοντες που καθόρισαν το 2021, ανάμεσά τους ο πληθωρισμός, οι ελλείψεις υλικών, η οικονομική κρίση στην Τουρκία και οι σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας. Διαβάστε περισσότερα εδώ.
Στη δική του ανάλυση-ανασκόπηση, το gzeromedia υπογραμμίζει τέσσερις (γεω)πολιτικές εξελίξεις, οι οποίες συνέβησαν στη χρονιά που μας αφήνει αλλά οι συνέπειές τους ή οι συνέχειές τους αναμένεται να φανούν στο 2022.
1. Ο Τζο Μπάιντεν και η άβολη καρέκλα του
Ο Μπάιντεν κέρδισε περισσότερες από 81 εκατ. ψήφους στις προεδρικές εκλογές του 2020, τους περισσότερους από οποιονδήποτε άλλο υποψήφιο για την προεδρία στην ιστορία των ΗΠΑ. Θα ήταν αρκετό να προσδώσει στην προεδρία του έναν αέρα νομιμότητας μετά τους ισχυρισμούς του προκατόχου του για εκλογική νοθεία;
Η απάντηση έγινε εκκωφαντικά σαφής στις 6 Ιανουαρίου 2021, όταν ταραξίες που υποστήριζαν τον Τραμπ εισέβαλαν στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ, προκαλώντας καταστροφές και αρκετούς θανάτους σε μια επίθεση που θα αμαυρώνει για πάντα το ιστορικό της αμερικανικής δημοκρατίας, απαντάει το gzeromedia, προσθέτοντας ότι δεν είναι μόνο οι ταραξίες που έχουν τις αμφιβολίες τους για τη νίκη Μπάιντεν. Για παράδειγμα, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε την Τρίτη, το 71% των Ρεπουμπλικανών, και άρα το ένα τρίτο της χώρας, εξακολουθούν να μην πιστεύουν ότι η νίκη του Μπάιντεν ήταν νόμιμη.
Η πολιτική πόλωση έχει βαθύνει περαιτέρω καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021, με τον εμβολιασμό κατά του Covid-19, ή όχι, να αποτελεί πολιτική δήλωση. Περίπου το 60% των Ρεπουμπλικανών παραμένουν ανεμβολίαστοι, σε σύγκριση με μόλις το 17% των Δημοκρατικών. Αυτό το φαινόμενο αντικατοπτρίζεται επίσης στις πολύ διαφορετικές αντιλήψεις για την κατάσταση της οικονομικής ανάκαμψης, οι οποίες παραμένουν διχασμένες σύμφωνα με τις κομματικές γραμμές.
Καθώς ο Τραμπ διατηρεί ασφυκτικά τον έλεγχο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, πολλοί συνειδητοποιούν ότι η πίστη στον πρώην πρόεδρο είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της πολιτικής τους επιβίωσης, αναφέρει το gzeromedia, δίνοντας το παράδειγμα της Λιζ Τσέινι η οποία απομακρύνθηκε από την ηγετική της θέση αφού τάχθηκε εναντίον του Τραμπ υποστηρίζοντας ότι ενθάρρυνε την εξέγερση του Καπιτωλίου.
.2. Μια Ευρώπη με λιγότερη Μέρκελ
Η Άνγκελα Μέρκελ υπήρξε το βασικό πρόσωπο της Ευρώπης τα τελευταία 15 χρόνια, ενώ καθοδηγούσε την Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζοντας μια σειρά προκλήσεων, όπως η κρίση χρέους της Ευρωζώνης το 2009 και το τεράστιο προσφυγικό κύμα του 2015 που οδήγησε σε επέλαση του λαϊκισμού σε μεγάλο μέρος η Ήπειρος.
Σήμερα, καθώς το κύμα της παραλλαγής Όμικρον του κορωνοϊού πλήττει την Ευρώπη, αυξάνονται οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ. Καθώς όμως επανέρχονται τα lockdown και οι περιορισμοί, το gzeromedia αναρωτιέται αν θα διανεμηθούν αποτελεσματικά τα επόμενα χρόνια τα κονδύλια για την οικονομική ανάκαμψη, τα οποία κατέστησαν δυνατά εν μέρει από την ηγεσία της Μέρκελ. Ποιος θα διαχειριστεί τις σχέσεις της ΕΕ με αυταρχικές κυβερνήσεις στην Ουγγαρία και την Πολωνία, των οποίων τα κονδύλια αρωγής για τον COVID εξαρτώνται από μεταρρυθμίσεις του κράτους δικαίου;
Ο πρόεδρος της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν,έχει προσπαθήσει να λανσαριστεί ως ο νόμιμος διάδοχος της Μέρκελ, αλλά καθώς ο Μακρόν επικεντρώνεται στη δική του εκλογική μάχη τον Απρίλιο, κανείς δεν φαίνεται ακόμη πεπεισμένος, και σίγουρα όχι προσωπικότητες έξω από την ΕΕ που μπορούν να φέρουν μπελάδες όπως ο Βλαντιμίρ Πούτιν, του οποίου οι επιθετικές στρατιωτικές κινήσεις προς τα ουκρανικά σύνορα έχουν προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στη Δύση. Ο Πούτιν έβλεπε τη Μέρκελ ως υπολογίσιμη δύναμη και πλέον είναι πρόβλημα για την Ευρώπη το γεγονός ότι κανένας άλλος ηγέτης δεν έχει τέτοιο σεβασμό από το Κρεμλίνο.
3. Σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας: Οι τεταμένες σχέσεις που θα μπορούσαν να επιδεινωθούν
«Μετά την αποχώρηση του Τραμπ, η σχέση μεταξύ ΗΠΑ-Κίνας δεν θα είναι τόσο απροκάλυπτα συγκρουσιακή», είχαν προβλέψει οι αναλυτές του Eurasia Group στην αρχή του έτους. Αυτό δεν έχει αποδειχθεί πλήρως ότι ισχύει. Ο αμερικανός πρόεδρος έχει καταστήσει την αντιμετώπιση της Κίνας την κύρια προτεραιότητά του στην εξωτερική πολιτική, ενώ μια πρόσφατη σύνοδος κορυφής μεταξύ του Σι Τζινπίνγκ και του Τζο Μπάιντεν δεν έφερε σημαντικές εξελίξεις.
Οι δύο πλευρές διαφωνούν σταθερά για το εμπόριο, την τεχνολογία, την Ταϊβάν, τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας και την Σιντζιάνγκ. Επιπλέον, ο Μπάιντεν διοργάνωσε πρόσφατα μια παγκόσμια διάσκεψη κορυφής για τη δημοκρατία κρατώντας εκτός «λίστας καλεσμένων» όχι μόνο την Κίνα, αλλά και όσους διατηρούν καλές σχέσεις με το Πεκίνο. Η Ουάσιγκτον επενδύει επίσης πολλά σε συνεργασίες στον Ινδο-Ειρηνικό για να δημιουργήσει ένα προπύργιο ενάντια στην περαιτέρω επέκταση της επιρροής του Πεκίνου.
Ωστόσο, τους τελευταίους 12 μήνες, και οι δύο ηγέτες είχαν το νου τους στις εγχώριές τους κρίσεις (για την Κίνα, ήταν ο COVID και ο κλάδος των ακινήτων που σημειώνει «βουτιά», για τον Μπάιντεν, είναι επίσης ο COVID και η απειλή της κατάρρευσης μεγάλου μέρους της εγχώριας ατζέντας του), διαψεύδοντας όσους που προέβλεψαν μια σύγκρουση τύπου Ψυχρού Πολέμου το 2021.
4. Η Λατινική Αμερική εκφράζει την αποδοκιμασία της στις κάλπες
Η πανδημία έχει μεγεθύνει πολλά από τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά δεινά που μαστίζουν για δεκαετίες την Λατινική Αμερική. Η αδύναμη διακυβέρνηση, οι κακές υποδομές και η οικονομική αστάθεια σημαίνουν ότι μέχρι τα μέσα του 2021, παρά το γεγονός ότι αντιστοιχούσε μόλις στο 8% του παγκόσμιου πληθυσμού, το ένα τρίτο όλων των θανάτων από COVID είχε σημειωθεί στη Λατινική Αμερική. Αυτό άλλαξε τους τελευταίους μήνες καθώς οι εκστρατείες εμβολιασμού έχουν επεκταθεί.
Σε περιφερειακό επίπεδο, η φτώχεια και η ανισότητα έχουν επιδεινωθεί, με το ποσοστό απασχόλησης τώρα να είναι 11 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από ό,τι στην περίοδο πριν από την πανδημία.
Αυτή η συνεχιζόμενη οικονομική επιδείνωση έδωσε την ευκαιρία σε πολιτικά outsiders να εκμεταλλευθούν την απογοήτευση από τους φορείς του συστήματος. Στην Αργεντινή, ο κυβερνητικός συνασπισμός, υπό την ηγεσία του κόμματος Peronista, έχασε τον έλεγχο και των δύο κοινοβουλίων για πρώτη φορά μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας πριν από σχεδόν 40 χρόνια.
Παροιμοίως, η Ονδούρα έδειξε τον δρόμο προς της έξοδο στον πρόεδρο Χουάν Ορλάντο Ερνάντεθ, ο οποίος κυβέρνησε τη χώρα για σχεδόν μια δεκαετία, επιλέγοντας μια γυναίκα από την Αριστερά που δεν έχει υπηρετήσει ποτέ ξανά σε εκλεγμένο αξίωμα.
Εν τω μεταξύ, οι Χιλιανοί, επίσης απογοητευμένοι από την ανισότητα που επιδεινώθηκε από την πανδημία, ψήφισαν πρόσφατα έναν 35χρονο πρώην φοιτητή ακτιβιστή.
naftemporiki.gr