Οι Ηνωμένες Πολιτείες διέθεσαν εκατομμύρια δόσεις εμβολίων κατά της Covid-19 για παιδιά ηλικίας 5 ως 11 ετών σε όλη τη χώρα, όμως η ζήτηση για εμβολιασμούς των νεώτερων παιδιών είναι χαμηλή, αναφέρουν αξιωματούχοι της δημόσιας υγείας και γιατροί σε περισσότερες από μια δωδεκαριά πολιτείες.
Από τα 28 εκατομμύρια παιδιά αυτής της ηλικίας που ζουν στις ΗΠΑ, περίπου 5 εκατομμύρια έχουν ήδη λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου, σύμφωνα με τα ομοσπονδιακά δεδομένα.
Με τον σημερινό ρυθμό, λιγότερα από τα μισά από τα παιδιά ηλικίας 5 ως 11 ετών που ζουν στις ΗΠΑ αναμένεται να είναι πλήρως εμβολιασμένα τους επόμενους μήνες, δήλωσαν στο Reuters πολιτειακοί αξιωματούχοι. Μερικές πολιτείες, μεταξύ των οποίων η πολιτεία Μισισίπι, ανακοίνωσαν πως χιλιάδες δόσεις εμβολιών παραμένουν αδιάθετες.
«Ανησυχούμε ότι η ζήτηση δεν θα είναι τόσο γρήγορη και τόσο μεγάλη όπως ήταν για τον ενήλικο πληθυσμό», δήλωσε ο Κέιριλ Ρατάι, διευθυντής της διεύθυνσης δημόσιας υγείας του Ντελάγουερ.
Μια μικρότερη δόση του εμβολίου των Pfizer/BioNTech κατά της Covid-19 για άτομα ηλικίας 5 ως 11 ετών έλαβε τον περασμένο μήνα έγκριση από τις αρμόδιες αμερικανικές αρχές, και τα πρώτα εμβόλια έγιναν σε παιδιά στις 3 Νοεμβρίου.
Διστακτικότητα των γονιών
Η διστακτικότητα μεταξύ των ενηλίκων κηδεμόνων για τους εμβολιασμούς των παιδιών έχει επηρεάσει τον ρυθμό των εμβολιασμών αυτής της ηλικιακής ομάδας περισσότερο απ’ ό,τι τους εμβολιασμούς άλλων ομάδων, είπαν γιατροί στο Reuters.
«Πιστεύω πως οι γονείς είναι νευρικοί. Υπάρχουν πιθανόν πάρα πολλοί γονείς που αισθάνονται άνετα να εμβολιαστούν οι ίδιοι … όμως διστάζουν να εμβολιάσουν τα παιδιά τους», λέει ο δρ. Μάθιου Χάρις, παιδίατρος που ηγείται των εμβολιασμών κατά της Covid-19 στο νοσοκομειακό σύστημα Northwell Health στη Νέα Υόρκη.
Οι εμβολιασμοί των παιδιών έχουν έρθει ακόμη περισσότερο στο προσκήνιο εν μέσω των ανησυχιών ότι η νέα παραλλαγή Όμικρον του ιού, που ταυτοποιήθηκε πρώτα στη νότια περιοχή της Αφρικής και στο Χονγκ Κονγκ στα τέλη Νοεμβρίου, θα επεκταθεί γρήγορα στις ΗΠΑ, προκαλώντας αύξηση των μολύνσεων, οι οποίες αυξάνονταν ήδη και πάλι εξαιτίας της πολύ μεταδοτικής παραλλαγής Δέλτα.
Δεδομένης της διείσδυσης της Όμικρον στην κοινότητα και της προοπτικής νέες παραλλαγές να εξαπλωθούν στις Ηνωμένες Πολιτείες, «το να έχουμε όσο το δυνατόν περισσότερη ανοσία στον πληθυσμό έχει κρίσιμη σημασία», δήλωσε ο δρ. Άμες Αντάλτζα του Κέντρου Τζονς Χόπκινς για την Υγειονομική Ασφάλεια.
Ενώ η σοβαρή νόσος και ο θάνατος από την Covid-19 μεταξύ παιδιών είναι σχετικά σπάνιοι, τα κρούσματα μεταξύ ανεμβολίαστων ατόμων κάτω των 17 ετών έχουν αυξηθεί τους τελευταίους μήνες. Τα παιδιά που μολύνονται μπορούν να μεταδίδουν την Covid-19 σε άλλα άτομα που διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να ασθενήσουν σοβαρά, περιλαμβανομένων των ήδη εμβολιασμένων.
Μερικοί γονείς έχουν ανησυχήσει σχετικά με τις αναφορές για καρδιακή φλεγμονή, μια σπάνια παρενέργεια του εμβολίου που έχει εμφανιστεί σε νεαρούς άνδρες με υψηλότερη συχνότητα απ’ ό,τι στον υπόλοιπο πληθυσμό.
Την Τρίτη, η διευθύντρια των αμερικανικών Κέντρων για τον Έλεγχο και την Πρόληψη Ασθενειών Ροσέλ Ουαλένσκι δήλωσε πως η υπηρεσία της ερευνά τις βάσεις δεδομένων της και δεν έχει βρει καμία αναφορά για καρδιακή φλεγμονή σε άτομα ηλικίας 5 ως 11 ετών που έχουν κάνει το εμβόλιο.
Η διάθεση των εμβολίων στα παιδιά μπορεί επίσης να εμποδιστεί από ελλείψεις προσωπικού σε παρόχους υγειονομικών υπηρεσιών και από το γεγονός ότι η επιχείρηση εμβολιασμού των παιδιών βασίζεται περισσότερο σε παιδιάτρους και όχι σε μεγαλύτερα και πιο αποτελεσματικά κέντρα εμβολιασμού, λέει ο Σον Ο’Λίρι, καθηγητής παιδιατρικής στο πανεπιστήμιο του Κολοράντο.
Λιγότερα από 20% των παιδών ηλικίας 5 ως 11 ετών στις ΗΠΑ έχουν κάνει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου μέχρι τώρα, σε σύγκριση με το 80% των ενηλίκων Αμερικανών, σύμφωνα με ομοσπονδιακά δεδομένα. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το γεγονός ότι ο αριθμός των παιδιών που κάνουν εμβόλιο κατά της Covid-19 στις ΗΠΑ ενδέχεται ήδη να επιπεδοποιείται. Την περασμένη εβδομάδα, περισσότερα παιδιά έκαναν δεύτερη δόση εμβολίου κατά της Covid-19 απ’ όσα έκαναν την πρώτη δόση, σύμφωνα με τα κυβερνητικά δεδομένα. Αυτό σηματοδοτεί μια επιβράδυνση στη ζήτηση.
«Πιστεύω πως εκείνο που ελπίζαμε ήταν ότι οι γονείς θα έκαναν αυτές τις σημαντικές συζητήσεις με τους παιδιάτρους και αυτό θα τους ενέπνεε εμπιστοσύνη για να εμβολιάσουν τα παιδιά τους», δήλωσε ο δρ. Χάρις του Northwell Health. «Δεν είμαι σίγουρος πως αυτό θα συμβεί στην πραγματικότητα».
Πηγές: Reuters, ΑΜΠΕ