«Μια αντιπαράθεση διχάζει την ευρωπαϊκή εθνικιστική άκρα δεξιά. Προς ποία κατεύθυνση να κινηθεί;», γράφει η ισπανική El Pais. «Στη Γαλλία, την Ιταλία ή τη Γερμανία – στα κόμματα της κλασικής ακροδεξιάς και του λαϊκιστικού εθνικισμού – φαίνεται να επαναλαμβάνεται η μάχη που εκτυλίχθηκε πριν από μερικά χρόνια στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα των Ηνωμένων Πολιτειών, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ μεταμόρφωσε σε εθνικιστική κατεύθυνση το κόμμα του Ρόναλντ Ρέιγκαν και της οικογένειας Μπους».
Στη Γηραιά ήπειρο πάντως, οι Ευρωπαίοι δεν είναι… Αμερικανοί , με αποτέλεσμα τα περισσότερα κόμματα της άκρας δεξιάς, προκειμένου να κατακτήσουν την εξουσία, θεωρούν απαραίτητη μια δόση μετριοπάθειας, ώστε να απαλλαγούν από το στίγμα του παρελθόντος και να προσελκύσουν ψηφοφόρους –κυρίως από τα μεσαία στρώματα.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και εκείνοι οι κύκλοι, που υποστηρίζουν ότι τα έθνη αντιμετωπίζουν υπαρξιακούς κινδύνους όπως η μετανάστευση και, συνεπώς, δεν είναι η ώρα για ημίμετρα: Αρα, η λύση είναι η περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση.
Το παράδειγμα της Γαλλίας
Στη Γαλλία, για παράδειγμα, βρίσκεται σε εξέλιξη μια διαμάχη ανάμεσα στην Μαρίν Λε Πεν και τον Ερίκ Ζεμούρ, που εκφράζουν μεν την άκρα δεξιά, αλλά διαφέρουν ως προς τις πολιτικές μεθόδους: Η Λε Πεν εκφράζει πιο μετριοπαθείς τάσεις , ενώ ο Ζεμούρ διατυπώνει σαφώς πιο σκληρές θέσεις για τη μετανάστευση ,αλλά και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ο Ζεμούρ, μάλιστα, αν και δεν έχει υποβάλει ακόμη επισήμως υποψηφιότητα για την Προεδρία της Γαλλίας, φαίνεται να ξεπερνά την Λε Πεν στις δημοσκοπήσεις.
Η Μαρίν Λε Πεν, προσπαθεί να μετριάσει τις πιο σκληρές πλευρές του κόμματος που ίδρυσε ο πατέρας της , Ζαν-Μαρί Λε Πέν: Αλλαξε το όνομα του κόμματός της σε «Εθνικό Συναγερμό»(RN), υποστήριξε ότι δεν ανήκει ούτε στη δεξιά ούτε στην αριστερά, ενώ κατά καιρούς έχει εμφανιστεί ακόμη και ως φεμινίστρια και οικολόγος. Το 2017, η Μαρίν Λε Πεν μπήκε στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών και, αν και έχασε από τον Μακρόν, απέσπασε την ψήφο περίπου 11 εκατομμυρίων Γάλλων. Δύο χρόνια αργότερα, το κόμμα της Λε Πεν ήρθε πρώτο στις ευρωεκλογές στη Γαλλία. Λόγω του γαλλικού εκλογικού συστήματος, το κόμμα της Λε Πεν έχει μόλις έξι βουλευτές και, από τους 36.000 δήμους, ελέγχει μόλις 12 πόλεις.
Ο Ζεμούρ , που σε λίγο περισσότερο από ένα μήνα , εμφανίζεται με ποσοστό 15% στις δημοσκοπήσεις, έχει καταλάβει τον κενό χώρο που άφησε η Λεπέν στην άκρα δεξιά με μια αποκαλυπτική ομιλία κατά των μεταναστών και των παιδιών τους και ενάντια στο Ισλάμ. «Ο Ζεμούρ απευθύνεται σε ανθρώπους που είναι απογοητευμένοι από το RN, επειδή είδαν ότι σε οκτώ προεδρικές εκλογές-ηττήθηκε έξι φορές ο Ζα Μαρί Λε Πεν και σε δύο η κόρη του», λέει ο πολιτικός επιστήμονας Ζαν Ιβ Καμί.
Κόντρα και στην Ιταλία
Στην Ιταλία, ο ηγέτης της Λέγκα και πρώην υπουργός Εσωτερικών, Ματέο Σαλβίνι, ανταγωνίζεται την Τζόρτζια Μελόνι , ηγέτιδα του κόμματος «Αδέλφια της Ιταλίας», η οποία αναζητεί μια πιο αυθεντική ακροδεξιά εναλλακτική λύση. Στην Ισπανία επίσης, υπάρχει μια αντιπαράθεση μεταξύ κεντρώας τάσης και της στροφής προς μια πιο σκληρή δεξιά. Πρώην ευρωσκεπτικιστής ο Σαλβίνι αποφάσισε να μετάσχει με υπουργούς του, στην κυβέρνηση του φιλο-Ευρωπαίου πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι. Αντίθετα, η Μελόνι με πολιτική καταγωγή από το νεοφασιστικό κίνημα, αρνήθηκε τη συμμετοχή της στην κυβέρνηση και ήδη ξεπερνά τον Σαλβίνι στις δημοσκοπήσεις.
Στη Γερμανία, η ακροδεξιά AfD υπέστη ήττα στις πρόσφατες εκλογές , με αποτέλεσμα να έχει ξεσπάσει διαμάχη μεταξύ μετριοπαθών και ριζοσπαστών ,για την πορεία του κόμματος. Το γερμανικό ακροδεξιό κόμμα είναι η πέμπτη δύναμη με μόλις πάνω από το 10% των ψήφων, αν και αναδείχτηκε πρώτη δύναμη σε δύο κρατίδια της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Ο συμπρόεδρος της AfD , Γέργκ Μέτεν ,που θεωρείται εκπρόσωπος της μετριοπαθούς πτέρυγας, ανακοίνωσε πριν λίγες ημέρες ότι παραιτείται από τα καθήκοντά του.
«Η σκιά του Τραμπ»
«Παρατηρείται μια ένταση στο ακροδεξιό μπλοκ, στο σύνολό του», λέει στην El Pais ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο Ντιέγκο Πορτάλες,στη Χιλή, Κρίστομπαλ Ροβίρα Κάλτβάσερ. Συγγραφέας του βιβλίου «Λαϊκισμός», ο καθηγητής Καλτβάσερ που μελετά το φαινόμενο του ακροδεξιού λαϊκισμού στην Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική, εξηγεί ότι «σε κάθε δεξιό κόμμα τίθεται το ερώτημα αν θα πρέπει να κινηθεί προς τον κεντρώο ψηφοφόρο ή περισσότερο προς τον ακροδεξιό».Και αυτό φαίνεται σε όλα τα κόμματα της άκρας δεξιάς, που θέτουν το ερώτημα: «Αξίζει να συνεχίσουμε τη ριζοσπαστικοποίηση και να μείνουμε πιστοί στην καθαρή ιδεολογία μας; `Η να προσαρμόσουμε μερικές από τις ιδέες μας για να κερδίσουμε τη μάχη;».
Ο καθηγητής Καλτβάσερ αποδίδει τη διαμάχη αυτή στο γεγονός ότι ο Ντόναλντ Τραμπ , αν και ηττήθηκε στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές, συνεχίζει να ρίχνει τη σκιά του στην Ευρώπη: «Το μήνυμα από τον Ντόναλντ Τραμπ, στην περίπτωση της Βόρειας Αμερικής, είναι σαφές: η λύση για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι να ριζοσπαστικοποιηθεί και όχι να γίνει πιο μετριοπαθές». Σε κάθε περίπτωση, προσθέτει ο Γερμανός καθηγητής , είναι σε εξέλιξη «ένας οικογενειακός αγώνας: ιδεολογικός και στρατηγικός. Μια αντιπαράθεση για τις ιδέες αλλά και το δρόμο προς την εξουσία. Στη Γερμανία, η AfD έχει χάσει ένα εκατομμύριο ψήφους σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές.Στη Γαλλία, το άθροισμα των ψήφων της Λεπέν και του Ζεμούρ στις δημοσκοπήσεις είναι κοντά ή υπερβαίνει το 30%- ένα ποσοστό υψηλότερο από τον Μακρόν. «Ισως ο διχασμός να μην είναι πάντα σημάδι αδυναμίας», αναφέρει η El Pais.
ΜΨ