Του Μιχάλη Ψύλου
«Η πολυφωνία είναι μεν η μεγάλη δύναμη της Αριστεράς, αλλά το μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι ήμασταν πολύ …πολυφωνικοί τα τελευταία χρόνια», λέει η Τζανίν Βίσλερ, συμπρόεδρος του Die Linke ,σε συνέντευξή της στην Frankfurter Rundschau,εξηγώντας τα αίτια της ήττας του κόμματος στις τελευταίες εκλογές στη Γερμανία.
Η 40χρονη Βίσλερ, που εξελέγη συμπρόεδρος του κόμματος της Αριστεράς τον περασμένο Φεβρουάριο μαζί με την Σουζάνε Χένιγκ Βέλσο , παραδέχεται ότι έχει μερίδιο της ευθύνης για την εκλογική υποχώρηση. Τονίζει όμως ότι «υπάρχει πρόβλημα όταν δεν μιλάτε με μία φωνή για πολλά τρέχοντα θέματα. Τότε οι άνθρωποι δεν ξέρουν ακριβώς τι πρεσβεύουμε. Στο μέλλον θα πρέπει να επικεντρωθούμε περισσότερο σε αυτά που έχουμε κοινά, να φέρουμε το κόμμα πιο κοντά και να ανεβάσουμε το προφίλ μας ως αντιπολίτευση στη νέα Bundestag».
Στις εκλογές το ποσοστό της Αριστεράς συρρικνώθηκε από το 9,2% στο 4,9%, δηλαδή κάτω από το όριο εισόδου στο γερμανικό κοινοβούλιο. Χάρη όμως στην “άμεση εντολή” (Direktmandat ) τριών βουλευτών, του ιστορικού στελέχους Γκρέγκορ Γκίζι και της Γκεζίνε Λετς επίσης στο Βερολίνο και του Ζέρεν Πέλμαν στη Λειψία, ενεργοποιήθηκε η λεγόμενη βασική ρήτρα εντολής που προβλέπει είσοδο ενός κόμματος στο κοινοβούλιο ακόμα και αν δεν διασφαλίζει ποσοστό 5%. Στη νέα Ομοσπονδιακή Βουλή το Die Linke θα διαθέτει 39 βουλευτές από 69 που είχε στην προηγούμενη κοινοβουλευτική περίοδο.
To Σαββατοκύριακο, η 44μελής εκτελεστική επιτροπή του κόμματος θα πραγματοποιήσει κλειστή συνεδρίαση στο Βερολίνο για να συζητήσει τις αιτίες της ήττας. «Πρώτα απ` όλα ,πρέπει να αναλύσουμε τα δικά μας λάθη», λέει η Βίσλερ.
Η νέα κοινοβουλευτική ομάδα συνεδρίασε για πρώτη φορά την περασμένη Τρίτη και το κλίμα ήταν βαρύ.Σε αντίθεση πάντως με το παρελθόν, οι καταγγελίες δεν διατυπώθηκαν ευθέως. Αντίθετα, οι βουλευτές έκαναν περισσότερο την αυτοκριτική τους. « Η συζήτηση δεν αφορούσε τις ευθύνες των άλλων, αλλά και τα δικά μας λάθη», δήλωσε ένα μέλος της κοινοβουλευτικής ομάδας στην Tagesspiegel. Στη συνεδρίαση της νέας Κοινοβουλευτικής Ομάδας δεν εμφανίστηκε πάντως η Σάρα Βάγκενκνεχτ, η πιο ηχηρή εσωκομματική φωνή κριτικής στην ηγεσία.Πρώην επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας η Βάγκενκνεχτ ,επανεξελέγη στη Bundestag ως η κορυφαία υποψήφια στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία.
Σαφές μήνυμα των ψηφοφόρων
Στο θέμα της πολυφωνίας και των εσωτερικών διενέξεων αναφέρεται και ο Ζέρεν Πέλμαν , δάσκαλος από τη Λειψία, που εξελέγη απευθείας, συμβάλλοντας έτσι στην κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της Αριστεράς. Μιλώντας στην Die Zeit , ο Πέλμαν τονίζει ότι «το εκλογικό αποτέλεσμα δεν ήταν απλώς μια προειδοποιητική βολή, αλλά ένα σαφές μήνυμα από τους ψηφοφόρους: Δεν σας δίνουμε πλέον τόσες πολλές ευκαιρίες, συγκεντρωθείτε, σταματήστε τις εσωκομματικές διαμάχες , κοιτάξτε μπροστά, προβληματιστείτε για τα θέματα για τα οποία σας δίναμε τη ψήφο μας. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας άκουγα συνέχεια: Γιατί μαλώνουν, για παράδειγμα, τα δύο προβεβλημένα στελέχη της Αριστεράς-η Σάρα Βάγκενκνεχτ και η πρώην πρόεδρος Κάτια Κιπίνγκ; Πρέπει πάντα να υπάρχει διαφωνία σχετικά με το περιεχόμενο, αλλά το κόμμα μας πρέπει επιτέλους να λειτουργεί με ομοφωνία», σημειώνει ο Ζόρεν Πέλμαν.
Η Σάρα Βάγκενκνεχτ, ένα από τα ιστορικά στελέχη του Die Linke έχει δημιουργήσει πριν από μερικά χρόνια μια δική της «κίνηση» που ονομάζεται Aufstehen («Ξεσηκωθείτε») η οποία κινείται στην ουσία αντιπαραθετικά με το ίδιο της το κόμμα. Το Die Linke, ισχυρίζεται η Βάγκενκνεχτ, έχει εγκαταλείψει την εργατική τάξη και τον αγώνα για την καθημερινότητα και έχει μετατραπεί σε ένα κόμμα που μάχεται μόνο για τα δικαιώματα των μεταναστών και των LGBTQ και αναλώνεται σε αγώνες ενάντια στο ΝΑΤΟ, τον πόλεμο και το ακροδεξιό AfD.
Στην πραγματικότητα όμως η Βάγκενκεχτ και η κίνησή της ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες της αποτυχίας του Die Linke. Στα μάτια πολλών αριστερών η θέση της ενάντια στον «δικαιωματισμό» του Die Linke ήταν απλά μια υπόκλιση στον ρατσισμό.
«Πρόκειται για ένα καταστροφικό εκλογικό αποτέλεσμα. Χάσαμε μαζικά και παντού. Το μόνο καλό είναι ότι θα εκπροσωπηθούμε στην νέα Bundestag και έχουμε ακόμα μια ευκαιρία. Πρέπει να την αξιοποιήσουμε», σημειώνει η συμπρόεδρος της Γερμανικής Αριστεράς και προσθέτει: «Η προεκλογική εκστρατεία έδειξε ότι υπάρχει πραγματικά ανάγκη για ένα κόμμα κοινωνικής δικαιοσύνης».
Κυριάρχησε η λογική της χαμένης ψήφου
Η Βίσλερ, που εκλέγεται στην Φρανκφούρτη και ήταν μέχρι τώρα μέλος της βουλής της Εσσης από το 2008, εκτιμά πάντως ότι «υπήρχαν και κάποιοι αντικειμενικοί παράγοντες που δεν μας διευκόλυναν: Το ερώτημα ποιος θα είναι ο επόμενος Καγκελάριος ήταν στο επίκεντρο. Στις προηγούμενες εκλογές ,ήταν αρκετά σαφές ότι η Μέρκελ θα παραμείνει καγκελάριος. Το γεγονός ότι υπήρξε μια τόσο στενή κούρσα μεταξύ του SPD και του CDU/CSU ,απομάκρυνε πολλούς ψηφοφόρους από την Αριστερά. Αλλά αυτό εξηγεί μόνο μέρος των απωλειών, τα προβλήματα είναι βαθύτερα», προσθέτει η Βίσλερ.
Η συμπρόεδρος του Die Linke σημειώνει ακόμη ότι υπήρχε πολυφωνία στην μεταναστευτική πολιτική. «Η αλληλεγγύη είναι αδιαίρετη», τονίζει. «Η Αριστερά είναι το κόμμα που πάντα ψήφισε κατά της υπονόμευσης του δικαιώματος ασύλου. Έχουμε κάνει εκστρατεία για τη διάσωση προσφύγων στη θάλασσα, για το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν πρέπει να πνίγονται στη Μεσόγειο ,αλλά και την αντιμετώπιση των αιτιών της μετανάστευση. Αλλά αυτό χάθηκε στις διαφορές των απόψεων. Όταν πρόκειται για ζητήματα εργατικής μετανάστευσης, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι χρειαζόμαστε προστασία από το ντάμπινγκ μισθών για όλους τους εργαζόμενους, ανεξάρτητα από το διαβατήριο ή την καταγωγή τους. Εάν αυξηθεί ο νόμιμος κατώτατος μισθός, γίνονται έλεγχοι για κατάχρηση των συλλογικών συμβάσεων για εργασία, θα αντιμετωπιστεί και το ντάμπινγκ μισθών»
Αναφορικά ,τέλος με την πολιτική του Die Linke για το Περιβάλλον, η Βίσλερ λέει ότι η Αριστερά «υποστηρίζει τη συνεπή προστασία του κλίματος που δεν χρηματοδοτείται όμως από τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα .Το οικολογικό ζήτημα είναι ένα κοινωνικό ερώτημα. Αντί για αυξήσεις τιμών στα καύσιμα και την ενέργεια για όσους δεν έχουν πολλά ούτως ή άλλως, χρειαζόμαστε την επέκταση των τοπικών δημόσιων συγκοινωνιών και μια ταχύτερη σταδιακή κατάργηση του άνθρακα»