Επικριτικά έως και καυστικά τα σχόλια στον γερμανικό τύπο για τις εξελίξεις στην ΗΠΑ και κυρίως για την πρωτοβουλία του Ντόναλντ Τραμπ να αυτοανακηρυχθεί νικητής των εκλογών πριν ολοκληρωθεί η καταμέτρηση των ψήφων.
Επικρίσεις για τον Αμερικανό πρόεδρο στο σχόλιο της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ): «Και μόνο το πολιτικό αμόκ του Τραμπ είναι κάκιστο. Εδώ δεν έχουμε έναν δικτάτορα σε μία μπανανία, αλλά τον πρόεδρο των ΗΠΑ να καταγγέλλει ‘μαζική εξαπάτηση’ στην πιο σημαντική εκλογική αναμέτρηση που γίνεται στη χώρα του. Με τον ισχυρισμό ότι θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο, όχι μόνο υποσκάπτει την εμπιστοσύνη στην εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατικής διαδικασίας και των θεσμών, αλλά επιπλέον -μάλλον χωρίς καν να το συνυπολογίζει στην έκσταση του θριάμβου- διασπείρει αμφιβολίες και για τη δική του νίκη. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι όμως ότι σχεδόν ο ένας στους δύο Αμερικανούς θεωρεί έναν τέτοιον άνθρωπο κατάλληλο για πρόεδρο. Πριν τέσσερα χρόνια θα μπορούσαμε ίσως να ισχυριστούμε αυτό που δεν μπορούμε πλέον να πούμε σήμερα: Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι…»
«Ο αντι-δημοκράτης» επιγράφεται σχόλιο του Spiegel Online για τους χειρισμούς Τραμπ: «Από τότε που έγινε πρόεδρος καταστρέφει, κομμάτι-κομμάτι, την εμπιστοσύνη του κόσμου στους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας του. Κινδυνολογεί, βλέπει συνωμοσίες παντού, φανατίζει τους οπαδούς του. Όποιος δεν είναι υπέρ του αμαυρώνεται ως απατεώνας ή εχθρός του κράτους. Πρώτα έγιναν ‘fake’ τα μέσα ενημέρωσης, μετά χαρακτηρίστηκαν ‘διεφθαρμένοι’ οι υπηρέτες της Δικαιοσύνης, τώρα υπονομεύει ακόμη και την εκλογική διαδικασία. Όπως τον βολεύει κάθε φορά». Στο ίδιο μήκος κύματος η Tageszeitung (TAZ) παρατηρεί: «Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο Αμερικανός πρόεδρος κατάφερε να κλονίσει εκ βάθρων την εμπιστοσύνη στους πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος. Στην κοσμοθεωρία του η δημοσιογραφία με κριτική αντίληψη συνιστά ‘εχθρό’ και όχι θεμιτή άσκηση ελέγχου. Κατηγορεί την επιστήμη για εξυπηρέτηση πολιτικών συμφερόντων. Τώρα έρχεται η σειρά των δικαστηρίων, ή τουλάχιστον των δικαστών εκείνων που δεν έχει επιλέξει ο ίδιος. Το κύριο πρόβλημα δεν είναι να επιχειρεί κανείς κάτι τέτοιο. Το πρόβλημα είναι ότι σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης τον επικροτεί».
Ένας ταλαντούχος δημαγωγός
H Tagesspiegel του Βερολίνου επιχειρεί να ερμηνεύσει τα πράγματα από την οπτική γωνία των οπαδών του Τραμπ: «Οι ψηφοφόροι του Τραμπ βλέπουν τις ιδέες των Δημοκρατών ως μία εκφοβιστική επίθεση στο Αμερικανικό Όνειρο που προβλέπει ιδιόκτητο σπίτι και pick-up αυτοκίνητο. Αυτή η ανησυχία τους φαίνεται πιο απειλητική από την επανεκλογή ενός άξεστου και αποδεδειγμένα ψεύτη, τον χαρακτήρα του οποίου σε καμία περίπτωση δεν θα συνιστούσαν ως πρότυπο για τα παιδιά τους».
Για την οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt «ο Τραμπ είναι αναμφισβήτητα ένας δημαγωγός. Αλλά είναι ένας ταλαντούχος δημαγωγός. (…) Η πιο επικίνδυνη επινόηση του Τραμπ και το πιο αποτελεσματικό εργαλείο του είναι η μεταφορά των ‘Fake News’. Η εξάλειψη του ορίου ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα δεν εντάσσεται στον καθιερωμένο πολιτικό διάλογο και διαβρώνει τα θεμέλια της Δημοκρατίας. Εκεί που τα πάντα θολώνουν και γίνονται άποψη, αυτός ο πρόεδρος είναι στο στοιχείο του».
Οι αδυναμίες του Τζο Μπάιντεν
Από την πλευρά της η Süddeutsche Zeitung εστιάζει στις αδυναμίες του υποψηφίου των Δημοκρατικών που, όπως όλα δείχνουν, δεν κατάφερε να επαναπατρίσει ψήφους των Ρεπουμπλικανών στον βαθμό που θα επιθυμούσε. Όπως αναφέρεται στο σχόλιο «ο Μπάιντεν δεν κατάφερε να μιλήσει στη γλώσσα τους και να αντικρούσει την αύρα του Τραμπ -για δύο λόγους, για τους οποίους δεν μπορεί να κάνει κάτι: Ο πρώτος λόγος είναι ότι μετά από 26 χρόνια στη Γερουσία και οκτώ χρόνια στον Λευκό Οίκο εκπροσωπεί πλέον μία ελίτ ισχύος, μόρφωσης και ευημερίας, την οποία ο Τραμπ αντιμάχεται με επιτυχία. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι ηγείται ενός κόμματος, το οποίο εκφράζει κατ’ εξοχήν μία πολυφυλετική Αμερική χωρίς αποκλεισμούς, όχι όμως τη ‘λευκή Αμερική’ της υπαίθρου. Και οι δύο λόγοι δεν μειώνουν την αξία του Μπάιντεν, εξηγούν όμως γιατί ειδικά αυτός δεν μπορεί να υπερβεί την πόλωση, από την οποία ζει ο Τραμπ».
Η Neue Zürcher Zeitung (NZZ) εκτιμά ότι «ο Τζο Μπάιντεν μπορεί να κερδίσει τις προεδρικές εκλογές. Όμως, το γεγονός και μόνο ότι η διαφορά είναι οριακή και η πλειοψηφία στη Γερουσία φαντάζει ανέφικτη, είναι μία απογοήτευση για το κόμμα του». Για τη διαφαινόμενη επιτυχία των Ρεπουμπλικανών να διατηρήσουν την πλειοψηφία στη Γερουσία η ελβετική εφημερίδα σημειώνει: «Ο επικεφαλής της ρεπουμπλικανικής πλειοψηφίας στη Γερουσία Μιτς Μακ Κόνελ είχε δείξει και στον Μπαράκ Ομπάμα τι σημαίνει απόλυτο μπλοκάρισμα. Θα αποτελούσε μεγάλη έκπληξη να συμπεριφερόταν διαφορετικά το κόμμα του απέναντι στον Μπάιντεν. Έτσι συνθλίβονται αριστερά όνειρα όπως η διεύρυνση του Ανωτάτου Δικαστηρίου με τον διορισμό νέων δικαστών. Ελάχιστα πράγματα θα είναι εφικτά και στην κοινωνική πολιτική, καθώς και στην προστασία του κλίματος».