Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει ήδη ομολογήσει το αδίκημα της δωροδοκίας, δήλωσε για πρώτη φορά χθες ξεκάθαρα η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων. Η Νάνσι Πελόζι δεν αντικατέστησε τυχαία το quid pro quo, τον λατινικό όρο που χρησιμοποιούσαν έως σήμερα οι Δημοκρατικοί για να περιγράψουν το δούναι και λαβείν του Αμερικανού προέδρου με το Κίεβο. Η δωροδοκία, ένας όρος πολύ κατανοητός στα αυτιά των Αμερικανών πολιτών, συνιστά σαφές αδίκημα, αρκετό για να εκκινήσει η διαδικασία παραπομπής του Αμερικανού προέδρου βάσει του αμερικανικού Συντάγματος.
«Δωροδοκία είναι να χορηγήσεις ή να παρακρατήσεις στρατιωτική βοήθεια σε αντάλλαγμα για μια δημόσια δήλωση μιας ψευδούς έρευνας εν όψει των εκλογών. Αυτό είναι δωροδοκία«, τόνισε η Πελόζι κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου την επομένη της πρώτης δημόσιας ακρόασης στο πλαίσιο της έρευνας για την παραπομπή του Ντόναλντ Τραμπ, την έναρξη της οποίας ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο. «Αυτό που παραδέχθηκε ο πρόεδρος και υποστηρίζει ότι είναι “τέλειο”, σας λέω ότι είναι απολύτως λάθος. Είναι δωροδοκία», υπογράμμισε η πρόεδρος της Βουλής σε όλους τους τόνους.
Οι δημόσιες ακροάσεις για την παραπομπή του 45ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών άρχισαν την Τετάρτη με περισσότερες πληροφορίες. Η δεύτερη πράξη του δράματος παίζεται σήμερα στην αίθουσα ακροάσεων της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής, σηματοδοτώντας μία πολιτική μάχη για την κοινή γνώμη, μία μάχη η οποία θα δοκιμάσει το αμερικανικό έθνος σε μία από τις πιο πολωμένες περιόδους της σύγχρονης ιστορίας του. Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί σκληραίνουν τα μηνύματά τους προς τους ψηφοφόρους, οι οποίοι είναι οχυρωμένοι σε δύο στρατόπεδα.
Οι Δημοκρατικοί εξετάζουν εάν ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος έκανε κατάχρηση της εξουσίας του, δεσμεύοντας στρατιωτική βοήθεια ύψους 391 εκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία ως μοχλό πίεσης προς το Κίεβο, προκειμένου να διενεργήσει δύο έρευνες που θα τον ωφελούσαν πολιτικά – εναντίον του πολιτικού αντιπάλου του Τζο Μπάιντεν και του γιου του Χάντερ. Τα χρήματα, τα οποία εγκρίθηκαν από το Κογκρέσο για να βοηθήσουν έναν σύμμαχο των ΗΠΑ να καταπολεμήσει τους αυτονομιστές που στηρίζονται από τη Ρωσία στο ανατολικό τμήμα της χώρας, δόθηκαν εν τέλει αργότερα στην Ουκρανία. Ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει ότι δεν διέπραξε κανένα αδίκημα.
Μετά την κατάθεση-ποταμό του Αμερικανού πρέσβη στην Ουκρανία, του Μπιλ Τέιλορ, ο οποίος δήλωσε την Τετάρτη ότι από τα στοιχεία τα οποία γνωρίζει ο Τραμπ ενδιαφερόταν πρωτίστως για την έρευνα εις βάρος των Μπάιντεν, σειρά έχει σήμερα ένα ακόμη κεντρικό πρόσωπο στην ιστορία, η πρώην πρέσβειρα των ΗΠΑ στην Ουκρανία Μαρί Γιοβάνοβιτς.
Η Μαρί Γιοβάνοβιτς ανακλήθηκε από τη θέση της στο Κίεβο έπειτα από μια εκστρατεία, στην οποία φέρεται να εμπλέκεται ο προσωπικός δικηγόρος του Τραμπ, ο Ρούντι Τζουλιάνι, ο οποίος αμφισβητούσε την πίστη της προς τον πρόεδρο.
Στην αρχική κατάθεσή της στο Κογκρέσο, η Γιοβάνοβιτς δήλωσε ότι αισθάνθηκε να «απειλείται», όταν ο Αμερικανός πρόεδρος τη χαρακτήρισε «μπελά», κατά τη διάρκεια τηλεφωνικής συνομιλίας με τον Ουκρανό ομολόγό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι «θα της συμβούν διάφορα».