Ενώ μία γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού με συμμετοχή των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) θα αποτελούσε εφιάλτης για τον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, η διαφαινόμενη εμπλοκή των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) του Μ. Σουλτς θα εξυπηρετούσε τα σχέδιά του επικεφαλής του γαλλικού κράτους για αναδιάρθρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μόλις δύο ημέρες μετά τις γερμανικές εκλογές, ο Εμ. Μακρόν, σε ομιλία του στη Σορβόννη, κοινοποίησε το περίγραμμα των μεταρρυθμιστικών του ιδεών στο πεδίο της ευρωπαϊκής πολιτικής. Μεταξύ άλλων πρότεινε κοινό προϋπολογισμό για την Ευρωζώνη, έναν Ευρωπαίο υπουργό Οικονομικών και θέσπιση ενός ευρωπαϊκού φόρου επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών. Όμως χωρίς τη Γερμανία τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να εφαρμοστεί, είχε υπογραμμίσει. Με ποια Γερμανία θα ήταν όμως εφικτή η υλοποίηση των σχεδίων του Εμ. Μακρόν; Όσο φαινόταν πιθανή η συμμετοχή των κεντρώων φιλελεύθερων του FDP σε μια κυβέρνηση συνασπισμού, η υλοποίηση των γαλλικών σχεδίων δεν φαινόταν ρεαλιστική, καθώς κορυφαία στελέχη τους είχαν καταστήσει σαφές ότι δεν θέλουν να αποκλίνουν από τη γραμμή της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη.
Σήμερα όμως, με το σενάριο της επανάληψης ενός μεγάλου συνασπισμού μεταξύ κεντροδεξιών Χριστιανοδημοκρατών – Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU) και κεντροαριστεορύ SPD να μοιάζει ολοένα και πιθανότερο, ο πρόεδρος της Γαλλίας φαίνεται να αναθαρρεί. «Ένας μεγάλος συνασπισμός ήταν εξ αρχής το επιθυμητό σχήμα για τον Εμανουέλ Μακρόν», δηλώνει η Κλερ Ντεμεσμάι, ειδική για θέματα Γαλλίας στη Γερμανική Εταιρεία Εξωτερικής Πολιτικής. Ο κ. Μακρόν δεν ποντάρει τόσο στην καγκελάριο Μέρκελ, η οποία δεν απέρριψε, αλλά ούτε και ενθουσιάστηκε με τα σχέδιά του, αλλά βασίζει τις ελπίδες του κυρίως στους Γερμανούς σοσιαλδημοκράτες.
Το τίμημα ενός μεγάλου συνασπισμού
Μετά τη διαφαινόμενη εμπλοκή του SPD στη νέα κυβέρνηση, το τηλέφωνο του Μάρτιν Σουλτς χτυπά συχνότερα. Μεταξύ των συνομιλητών του προέδρου των Σοσιαλδημοκρατών είναι και ο Γάλλος πρόεδρος, ο οποίος πιέζει τον διστακτικό Γερμανό σοσιαλδημοκράτη ηγέτη να μην στηρίξει το γαλλικό μεταρρυθμιστικό του όραμα μόνο στο πλαίσιο μεγάλου συνασπισμού στη Γερμανία, αλλά και εντός ευρύτερης συμμαχίας, όπως αποκάλυψε ο Μάρτιν Σουλτς στην κυριακάτικη Frankfurter Allgemeine. Ο πρόεδρος του SPD έκανε στροφή 180 μοιρών, δεχόμενος μια νέα συνεργασία με την Άγκελα Μέρκελ, ωστόσο προτίθεται να ζητήσει ανταλλάγματα. «Μια θετική απάντηση στον Εμανουέλ Μακρόν θα αποτελέσει βασικό στοιχείο σε κάθε διαπραγμάτευση με το SPD», ξεκαθάρισε ο Μ. Σουλτς στο περιοδικό Spiegel. Όπως διευκρίνισε, η ευρωπαϊκή πολιτική της Γερμανίας πρέπει να αλλάξει και να γίνει πιο τολμηρή. Όπως και ο Εμ. Μακρόν, έτσι και ο Μ. Σουλτς δεν ζητά τίποτα λιγότερο από την «επανίδρυση της Ευρώπης».
Θα μπορούσαν όμως πράγματι οι Σοσιαλδημοκράτες να δώσουν νέο προσανατολισμό στην ευρωπαϊκή πολιτική της χώρας τους ως μικρός κυβερνητικός εταίρος σε μια κυβέρνηση υπό την Άνγκελα Μέρκελ; «Αποφασιστικής σημασίας για τον Εμ. Μακρόν είναι το ποιος θα γίνει υπουργός Οικονομικών», εκτιμά ο Κλερ Ντεμεσμάι, εξηγώντας ότι ο επόμενος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας θα έχει ρόλο-κλειδί σε ό,τι αφορά τα γαλλικά μεταρρυθμιστικά σχέδια για την Ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή πολιτική άμυνας.
Αναμένεται μέτωπο αντίστασης
Ο πρόεδρος της Γαλλίας θα πρέπει πάντως να υπολογίζει ότι θα βρει απέναντί του σοβαρές αντιστάσεις, κυρίως από το στρατόπεδο της Χριστιανικής Ένωσης. Κορυφαία στελέχη της, όπως η χριστιανοδημοκράτισσα Γιούλια Κλέκνερ, έσπευσε πρόσφατα να διαμηνύσει ότι «είμαστε εναντίον της κοινή ανάληψης χρέους από άλλες χώρες». Η Κλερ Ντεμεσμάι παρατηρεί ότι στη Γερμανία υπάρχει μια διαδεδομένη αίσθηση – όχι μόνο στους κόλπους των Χριστιανικών Κομμάτων και του FDP – ότι η Γερμανία καλείται να πληρώσει για τη Γαλλία.
Πάντως ο μεταρρυθμιστικός ζήλος του κ. Μακρόν εντός των συνόρων διευκολύνει τη θέση του απέναντι στους Γερμανούς πολιτικούς, εκτιμά η ειδικός της Γερμανικής Εταιρείας Εξωτερικής Πολιτικής. Όπως σημειώνει, για μεγάλο διάστημα Γερμανοί πολιτικοί απέφευγαν περαιτέρω βήματα προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με το επιχείρημα ότι η γαλλική πολιτική είναι υπερβολικά διστακτική στο εσωτερικό. Αυτό δεν ισχύει σήμερα, εκτιμά η Κλερ Ντεμεσμάι.
Παρά τις όποιες διαφορές απόψεων μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, η αναλύτρια της Γερμανικής Εταιρείας Εξωτερικής Πολιτικής εκτιμά ότι στο Βερολίνο έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι δύο χώρες πρέπει να δράσουν από κοινού. Μεταξύ άλλων και εξαιτίας της «ανησυχητικής» ανόδου του λαϊκισμού στην Ευρώπη, επισημαίνει και τονίζει: «Πιο σημαντικό από το ‘να πληρώνουμε για τη Γαλλία’ είναι το ερώτημα πώς φανταζόμαστε τη μελλοντική συνύπαρξη στην Ε.Ε. Είναι μια γειτονία όπου το κάθε κράτος είναι υπεύθυνο για τον εαυτό του ή μια ένωση αλληλεγγύης;»