Της Μάρως Βακαλοπούλου
[email protected]
Η κατάθεση του Αμερικανού πρέσβη στην Ουκρανία, του Μπιλ Τέιλορ, ήταν λίγο πολύ γνωστή σε όσους παρακολουθούσαν τα αμερικανικά δημοσιεύματα τον τελευταίο καιρό. Αν και υπήρχαν αναφορές για το δούναι και λαβείν του Ντόναλντ Τραμπ με την Ουκρανία (το λεγόμενο quid pro quo), μένει ακόμη να αποδειχτεί. Η χθεσινή κατάθεση του Τέιλορ όμως είχε ένα νέο στοιχείο που ενδεχομένως να αλλάζει τα δεδομένα. Το ερώτημα ωστόσο είναι εάν αλλάζει την άποψη που έχουν ήδη σχηματίσει οι ψηφοφόροι για τη διαδικασία και τον πρόεδρό τους.
Ο Τέιλορ μίλησε για μία συνάντηση του Αμερικανού πρέσβη στην Ε.Ε., Γκόρντον Σόντλαντ με κορυφαίο Ουκρανό αξιωματούχο στις 26 Ιουλίου. Στη συνάντηση αυτή ήταν παρών συνεργάτης του Μπιλ Τέιλορ, ο οποίος υπήρξε μάρτυρας τηλεφωνικής επικοινωνίας του Σονταλντ με τον Ντόναλντ Τραμπ. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ρωτούσε για «τις έρευνες» εις βάρος του πολιτικού αντιπάλου του Τζο Μπάιντεν, ενώ ο Σόντλαντ φέρεται να είπε στον πρόεδρο ότι «οι Ουκρανοί είναι έτοιμοι να προχωρήσουν».
Μετά το τηλεφώνημα, ο συνεργάτης του Τέιλορ ρώτησε τον Σόντλαντ ποιες ήταν οι σκέψεις του Τραμπ για την Ουκρανία. «Ο πρέσβης απάντησε πως ο πρόεδρος Τραμπ ενδιαφέρεται περισσότερο για τις έρευνες για τον Μπάιντεν», κατέθεσε χθες ο Τέιλορ, καθιστώντας ξεκάθαρο το προσωπικό όφελος που είχε ο Αμερικανός πρόεδρος από αυτήν την ιστορία.
Για τους Δημοκρατικούς, η χθεσινή δημόσια ακρόαση σήμανε την έναρξη μίας μεγάλης προσπάθειας να εξηγήσουν στις πολίτες για ποιον λόγο εκκίνησαν την έρευνα για την αποπομπή του προέδρου και ασφαλώς να αποδείξουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε κατάχρηση της εξουσίας του εις βάρος μίας ξένης κυβέρνησης προς όφελός του.
Η τύχη του Τραμπ βεβαίως δεν θα κριθεί στην αίθουσα ακροάσεων της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής. Το στοίχημα για τους Δημοκρατικούς, σχολιάζει η «Guardian», είναι να μπορέσουν να διαπεράσουν τη βαθιά πολιτική πόλωση που έχει διασπάσει τη χώρα και όρισε την προεδρία του Τραμπ. Η διαδικασία αυτή, πιστεύουν οι Δημοκρατικοί, είναι η καλύτερη ευκαιρία τους να τραβήξουν την προσοχή του έθνους, όπως συνέβη κατά τη διάρκεια των ακροάσεων του Μπιλ Κίντον και του Ρίτσαρντ Νίξον.
Μέχρι στιγμής ωστόσο, σύμφωνα με δημοσίευμα του Reuters, οι ψηφοφόροι δεν φαίνεται να αλλάζουν τη γνώμη που ήδη έχουν σχηματίσει για τον πρόεδρό τους, θετική ή αρνητική: οι επικριτές του εξακολουθούν να μην πείθονται ότι η πολιτική του αποσκοπεί στο καλό της χώρας, ενώ οι υποστηρικτές του μιλούν για «πραξικόπημα», μία προσπάθεια των Δημοκρατικών να αποπέμψουν έναν πρόεδρο που δεν κατάφεραν να κερδίσουν το 2016.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του Reuters/Ipsos, η οποία διενεργήθηκε στις 4 και 5 Νοεμβρίου, το 75% των Δημοκρατικών στηρίζει τη διαδικασία παραπομπής του Τραμπ, ενώ το 79% των Ρεπουμπλικάνων δηλώνει κατά.
Ο Λευκός Οίκος δεν σκοπεύει να συμμετάσχει στις ακροαματικές διαδικασίες, για τις οποίες ο Τραμπ δήλωσε ότι ήταν «πολύ απασχολημένος» για να παρακολουθήσει – αν και πέρασε την ημέρα στο Twitter ανταλάσσοντας μηνύματα με συμμάχους και υποστηρικτές.
Η χθεσινή ωστόσο ημέρα ήταν μόνο η αρχή. Τις επόμενες ημέρες θα κληθούν να καταθέσουν και άλλοι μάρτυρες, που ίσως τραβήξουν την προσοχή των ψηφοφόρων. Ίσως και όχι.