Νέα έρευνα που διεξήχθη σε Έλληνες παιδιάτρους και γονείς, κατέδειξε ότι η πρόληψη έναντι της Μηνιγγίτιδας Β είναι ιδιαίτερα χαμηλή κυρίως λόγω της απουσίας ασφαλιστικής κάλυψης του εμβολιασμού, παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία τόσο των παιδιάτρων όσο και των γονέων θεωρούν τη Μηνιγγίτιδα Β ως μία απειλητική για τη ζωή νόσο με πολύ σοβαρές συνέπειες.
H μελέτη έγινε από ερευνητική ομάδα υπό την επιστημονική ευθύνη του Επ. Καθηγητή Πολιτικής Υγείας του Παν/μιου Πελοποννήσου Κυριάκου Σουλιώτη, με την ευγενική υποστήριξη της GlaxoSmithKline.
Η συλλογή των δεδομένων πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία GPO σε δείγμα 201 παιδιάτρων και 1.003 γονέων, με ευρεία γεωγραφική κάλυψη, κατά την περίοδο 10 έως 26 Μαΐου στους παιδιάτρους και 25 Απριλίου έως 10 Μαΐου στους γονείς.
Πιο συγκεκριμένα, τα 2/3 των παιδιάτρων θεωρούν ότι η Μηνιγγίτιδα Β είναι μια νόσος υψίστης σημασίας για τη δημόσια υγεία, με σοβαρές συνέπειες (99%).
Αντίστοιχα, οι γονείς στη συντριπτική τους πλειοψηφία αναγνωρίζουν την επικινδυνότητα της νόσου (88,5%), καθώς και τις συνέπειες αυτής.
Επιπροσθέτως, η έρευνα έδειξε ότι 9 στους 10 παιδιάτρους συστήνουν στους γονείς τον εμβολιασμό των παιδιών τους έναντι της Μηνιγγίτιδας Β. Το 74,9% των παιδιάτρων πιστεύει ότι το εμβόλιο για την Μηνιγγίτιδα Β πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού Παιδιών και Εφήβων, ενώ το 21,4% προτείνει να αποτελέσει ένα προληπτικό μέτρο για συγκεκριμένους όμως πληθυσμούς.
Επίσης, 8 στους 10 γονείς έχουν ενημερωθεί για τον εμβολιασμό, με τον παιδίατρό τους ως να αποτελεί την κύρια πηγή πληροφόρησης.
Στην πλειοψηφία τους οι γονείς θεωρούν ότι ο εμβολιασμός δύναται να έχει πολύ θετική (36,4%) και θετική (60%) επίπτωση στην πρόληψη λοιμωδών νοσημάτων.
Στην συντριπτική τους πλειοψηφία (88,5%), οι γονείς αναγνωρίζουν την επικινδυνότητα της Μηνιγγίτιδας Β, καθώς και τις συνέπειές της.
Συγκεκριμένα, το 45,9% των γονέων την αντιλαμβάνεται ως μια απειλητική για τη ζωή νόσο, με πολύ σοβαρές επιπλοκές, ενώ το 42,6% ως μια σοβαρή νόσο με σοβαρές επιπλοκές.
Ωστόσο, μόνο 3 στους 10 γονείς έχουν εμβολιάσει το παιδί τους έναντι της νόσου, με το 94,7% των παιδιάτρων να δηλώνουν ως κυριότερο αποτρεπτικό παράγοντα τη μη ένταξη του εμβολίου στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού Παιδιών και Εφήβων και κατ’ επέκταση τη μη αποζημίωσή του.
Από το σύνολο των γονέων που δεν έχουν εμβολιάσει το παιδί τους έναντι της Μηνιγγίτιδας Β, το 63,3% αναδεικνύει ως τον κυριότερο αποτρεπτικό παράγοντα για τον μη εμβολιασμό την μη ένταξη του εμβολίου στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμού Παιδιών και Εφήβων.
Παρ’ όλα αυτά, 7 στους 10 γονείς δηλώνουν πρόθυμοι να καταβάλουν οι ίδιοι ένα χρηματικό ποσό, αναγνωρίζοντας κατά αυτό τον τρόπο την αξία του εμβολιασμού για την πρόληψη της νόσου.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας ο Πρόεδρος της Ένωσης Ελευθεροεπαγγελματιών Παιδιάτρων Αττικής κ. Κωνσταντίνος Νταλούκας ανέφερε: «Πράγματι η Μηνιγγίτιδα είναι ένα μεταδοτικό και ραγδαίως εξελισσόμενο νόσημα που τα συμπτώματά του το καθιστούν δύσκολο να διαγνωστεί, ειδικά σε βρέφη και νήπια, αφού μοιάζουν με αυτά μίας απλής ίωσης.
»Οι επιπτώσεις από τη νόσο είναι πολύ σοβαρές, με 1 στα 10 άτομα που προσβάλλονται από την Μηνιγγίτιδα να ενδέχεται να χάσει τη ζωή του, ενώ 1 στα 5 άτομα να εμφανίζει σοβαρές μόνιμες αναπηρίες.
»Σήμερα είμαστε πολύ τυχεροί γιατί η νόσος μπορεί να προληφθεί μέσω του εμβολιασμού. Υπάρχουν εμβόλια που χρησιμοποιούμε εδώ και χρόνια, έναντι των οροομάδων A,C W και Y, καθώς επίσης και το νεότερο εμβόλιο έναντι της οροομάδας Β, το οποίο όμως δεν καλύπτεται από την πολιτεία παρόλο που προστατεύει από το συχνότερο αίτιο μηνιγγιτιδοκοκκικής νόσου στην Ελλάδα, και ειδικά τα μικρά παιδιά και τα βρέφη κάτω του ενός έτους που κινδυνεύουν περισσότερο».