Με 24 εκατ. ευρώ στηρίζει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), την επένδυση της MidEuropa για την εξαγορά στην Ελλάδα της Famar.
Η MidEuropa, ο κορυφαίος επενδυτής ιδιωτικών μετοχών με ρίζες στην Κεντρική Ευρώπη, ανακοίνωσε χθες την ολοκλήρωση της εξαγοράς του ελέγχου των μετοχών της FAMAR, ενός καθιερωμένου οργανισμού ανάπτυξης και κατασκευής φαρμακευτικών συμβολαίων (CDMO), από την ECM Partners και την Metric Capital Partners . Οι σημερινοί μέτοχοι επανεπενδύουν μαζί με τη MidEuropa και τη διοικητική ομάδα της εταιρείας.
Σύμφωνα με τη MidEuropa, η Famar είναι ένας αξιόπιστος συνεργάτης μιας διαφοροποιημένης πελατειακής βάσης blue-chip φαρμακευτικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε περισσότερες από 80 διεθνείς αγορές.
Η εταιρεία παρέχει μια προσφορά πλήρους υπηρεσίας σε όλη την αλυσίδα αξίας CDMO, με ευρείες δυνατότητες σε πολλαπλές δοσολογικές μορφές, συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών αποστειρωμένων, στερεών, ημιστερεών και Ε&Α και απασχολεί περίπου 1.900 άτομα που εργάζονται σε ένα δίκτυο 6 εργοστασίων που βρίσκονται στη νότια Ευρώπη με δύο συμπληρωματικά κέντρα Ε&Α.
Πρόσφατα η Famar ανακοίνωσε μια νέα σημαντική επένδυση ύψους 5 εκατ. ευρώ με την κατασκευή ενός Κέντρου Αποθήκευσης και Διανομής Φαρμακευτικών Προϊόντων στη Θήβα. Η επένδυση αυτή ενισχύει τη δυναμική του Κέντρου Διανομής κατά 122% καθώς από 90 εκατ. τεμάχια θα φτάσει στα 200 εκατ. τεμάχια, ενώ συγχρόνως ισχυροποιεί τη θέση της Famar στον κλάδο της διανομής.
Για το 2023 είχε ανακοινώσει αύξηση τόσο σε επίπεδο ομίλου (αύξηση 7,55% στις πωλήσεις, που ανήλθαν σε 147,272 εκατ. ευρώ), όσο και στο μικτό κέρδος στα 36,545 εκατ. ευρώ (+7,69%) αλλά και στα ενοποιημένα καθαρά της κέρδη όπου ξεπέρασε τα 3,279 εκατ. ευρώ.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, η επένδυση της EBRD θα στηρίξει τα φιλόδοξα σχέδια ανάπτυξης της Famar, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης της παραγωγικής της ικανότητας και των εγκαταστάσεων έρευνας και ανάπτυξης (R&D) στην Ελλάδα.
Με τη νέα ιδιοκτησία, η Famar σχεδιάζει να πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις στην Ελλάδα για να επεκτείνει τις παραγωγικότητά της, καθώς η εταιρεία συνεχίζει να μετατοπίζει το μείγμα προϊόντων της προς προϊόντα υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.