Αντίθετος με τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα για να στηριχθεί το ΕΣΥ και να ανακοπεί το κύμα αποχωρήσεων του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού είναι ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ), Μιχάλης Γιαννάκος.
Με αφορμή τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπου η ΠΟΕΔΗΝ ετοιμάζει μεγάλη κινητοποίηση, ο κ. Γιαννάκος εξηγεί ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί δεν θα ανακόψουν το κύμα μαζικών αποχωρήσεων και δεν θα επιλύσουν τα προβλήματα των σοβαρών ελλείψεων προσωπικού.
Όπως λέει, εδώ και πολλά έτη επιτρέπεται οι ιδιώτες γιατροί να εργάζονται στο ΕΣΥ με καλύτερες παροχές και αμοιβές από τους γιατρούς του ΕΣΥ, παρά ταύτα αρνούνται να το πράξουν. Οι ιδιώτες γιατροί, όπως λέει, δεν έβαλαν πλάτη στην πανδημία, παρότι κάποια στιγμή επιτάχθηκαν, επικαλούμενοι προβλήματα υγείας.
Στο μεταξύ, η κυβέρνηση αρνείται να αυξήσει τους μισθούς των υγειονομικών και επιχειρεί με διάφορες νομοθετικές ρυθμίσεις να βελτιώσει τα εισοδήματα του υγειονομικού προσωπικού με απευθείας πληρωμές από τους ασθενείς.
Όμως, είναι σαφές ότι τα μέτρα αυτά οδηγούνται σε αποτυχία, αφού οι ασθενείς δεν έχουν χρήματα να πληρώνουν τις υπηρεσίες στο γκισέ των νοσοκομείων και το υγειονομικό προσωπικό, παρ’ ότι έχει οικονομικές ανάγκες, δεν αντέχει να υποστηρίξει το μέτρο αυτό λόγω εργασιακής εξουθένωσης.
«Έχουμε κύμα μαζικών αποχωρήσεων υγειονομικών και μειούμενο συνεχώς προσωπικό στο ΕΣΥ. Με βάση τα στοιχεία του ανθρώπινου δυναμικού του υπουργείου Εσωτερικών, επιβεβαιώνεται το κύμα μαζικών αποχωρήσεων από το ΕΣΥ, το αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων» επισημαίνει και εξηγεί αναλυτικά:
- Την 1η Ιανουαρίου του 2022 ως τακτικό προσωπικό στο υπουργείο Υγείας υπηρετούσαν 75.022 υπάλληλοι.
- Την 1η Ιανουαρίου του 2023 υπηρετούσαν 72.986 υπάλληλοι.
- Την 1η Ιανουαρίου του 2024 ήταν 70.582 υπάλληλοι.
- Την 1η Ιουνίου του 2024 (έως τότε υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία) ήταν 70.096 υπάλληλοι.
- Από τον Ιανουάριο του 2022 έως και τον Μάιο του 2024, το τακτικό προσωπικό του υπουργείου Υγείας μειώθηκε κατά 4.926 υπαλλήλους.
- Στους πρώτους πέντε μήνες του 2024, από 1η Ιανουαρίου έως τέλος Μαΐου το τακτικό προσωπικό του υπουργείου Υγείας μειώθηκε κατά 500 υπαλλήλους. Δηλαδή αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων αποχωρήσεις 500 υπαλλήλων.
Στα νοσοκομεία, όπως λέει ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ, υπάρχουν 45.000 κενές οργανικές θέσεις με οργανισμούς πέραν της δεκαετίας στους οποίους δεν περιλαμβάνονται πολλά εκ των ανεπτυγμένων τμημάτων. Οι οργανικές θέσεις είναι περίπου 95.000.
- Υπηρετούν 25.000 συμβασιούχοι πολλών μορφών (επικουρικοί, ΔΥΠΑ, ειδικευόμενοι νοσηλευτές κ.λπ.).
- Υπηρετούν 5.000 συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου στην καθαριότητα, φύλαξη, εστίαση που σταδιακά απολύονται όταν τα νοσοκομεία ολοκληρώνουν τους διαγωνισμούς εκχώρησης των εν λόγω υπηρεσιών στους εργολάβους οι οποίοι στοιχίζουν τα διπλά χρήματα για το Δημόσιο και προσφέρουν συνθήκες εργασιακού μεσαίωνα με ωράρια εργασίας πλήρους απασχόλησης και αμοιβές μερικής απασχόλησης.
Ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, δεσμεύθηκε στη διάρκεια της πανδημίας ότι θα γίνει μονιμοποίηση των συμβασιούχων, όπως λέει ο κ. Γιαννάκος. Μάλιστα, υπήρξε σχετικό κάλεσμα της πολιτείας να αφήσουν τη δουλειά τους στον ιδιωτικό τομέα, να έρθουν να βάλουν πλάτη στην πανδημία και ως αναγνώριση της προσφοράς τους θα μετατρέπονταν οι συμβάσεις σε αορίστου χρόνου. Παρόλα αυτά τίποτα δεν έγινε.
Η ΠΟΕΔΗΝ καλεί σύσσωμο το πολιτικό σύστημα της χώρας να αναλάβει πρωτοβουλία να ξεπεραστούν τα όποια συνταγματικά εμπόδια και να μονιμοποιηθούν οι συμβασιούχοι υγειονομικοί που υπηρετούν 8 χρόνια με συνεχείς ανανεώσεις των συμβάσεων και καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες καθώς, η εργασιακή ανασφάλεια τους οδηγεί σε μαζικές αποχωρήσεις.
Μέσα σε έναν χρόνο αποχώρησαν, πέραν των μονίμων, και 1.000 συμβασιούχοι που παραιτήθηκαν από το ΕΣΥ και η μοριοδότηση των συμβασιούχων σε νέες προκηρύξεις πρόσληψης μόνιμου προσωπικού οδηγεί απλά σε ανακύκλωση του ίδιου προσωπικού. Δηλαδή, συμβασιούχοι προσλαμβάνονται ως μόνιμοι στα ίδια ή άλλα νοσοκομεία. Οι ήδη υπηρετούντες μόνιμοι προσλαμβάνονται σε άλλα νοσοκομεία.
Το 2023 προσελήφθησαν μόνο 150 επικουρικοί εργαζόμενοι και κάθε μήνα από τα νοσοκομεία το προσωπικό μειώνεται περίπου κατά 300 υπαλλήλους.
«Προσπαθούν να μπαλώνουν τα κενά με μετακινήσεις προσωπικού που, λόγω εργασιακής εξάντλησης, οδηγούν σε όλο και περισσότερες παραιτήσεις. Οι χρονοβόρες διαδικασίες του ΑΣΕΠ είναι μεγάλο και άλυτο πρόβλημα. Πάνω από 4 χρόνια διαρκεί η ολοκλήρωση των προκηρύξεων. Η προκήρυξη 7Κ 4.000 θέσεων ξεκίνησε το έτος 2019 και τώρα ολοκληρώνεται με ανακύκλωση του ίδιου του προσωπικού» σημειώνει ο κ. Γιαννάκος.
Η ΠΟΕΔΗΝ ζητά:
- Να επανέλθουν με νομοθετική ρύθμιση στο ΕΣΥ οι τριμηνίτες εργαζόμενοι που απολύθηκαν μετά την επιστροφή των ανεμβολίαστων συναδέλφων.
- Να επιστρέψουν οι 100 περίπου υγειονομικοί του προγράμματος PHILOS που απολύθηκαν από το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.
- Να μετατραπούν σε συμβάσεις επικουρικού προσωπικού οι ειδικευόμενοι νοσηλευτές και οι συνάδελφοι του προγράμματος 4.000 μέσω ΔΥΠΑ.
- Να δοθεί η δυνατότητα στα νοσοκομεία να συνάπτουν νέες ΣΟΧ στις υπηρεσίες στήριξης καθαριότητας, φύλαξης, εστίασης.
Για την αντιστροφή της πορείας απαξίωσης του ΕΣΥ χρειάζεται επαρκής χρηματοδότηση του Συστήματος Υγείας, χάραξη εθνικής στρατηγικής για την υγεία.
Σύμφωνα με την ΠΟΕΔΗΝ, οι δυσμενείς συνθήκες εργασίας με τα εξαντλητικά ωράρια, τα δεκάδες οφειλόμενα ρεπό στους νοσηλευτές, οι χαμηλοί μισθοί, η έλλειψη κινήτρων, οι συνεχείς εφημερίες των γιατρών οδηγούν σε συνεχείς παραιτήσεις. Είναι αδιανόητο σήμερα οι μισθοί των υγειονομικών να βρίσκονται στην περιοχή των μισθών του ανειδίκευτου εργάτη.
«Δεν μπορεί να προσελκύσει γιατρούς το σύστημα με μισθούς 1.800 ευρώ το μήνα, νοσηλευτές με 800 ευρώ το μήνα, τραυματιοφορείς με 690 ευρώ το μήνα. Προτιμούν να δουλέψουν στον ιδιωτικό τομέα και κυρίως στο εξωτερικό με πολύ καλύτερες συνθήκες εργασίας και πολύ καλύτερες αμοιβές και παροχές. Δεν είναι δυνατόν οι νοσηλευτές και οι άλλοι υγειονομικοί να είναι αναγκασμένοι να εργάζονται έως 67ετών ή 45 χρόνια για να πάρουν σύνταξη επειδή δεν γίνεται το αυτονόητο να θεσμοθετηθεί η ένταξή στα Βαρέα και Ανθυγιεινά Επαγγέλματα», τονίζει ο κ. Γιαννάκος και συμπληρώνει:
«Σήμερα το 35% του προσωπικού είναι με ελαστικές μορφές απασχόλησης και ως εκ τούτου προερχόμενοι από το ΙΚΑ (τώρα ΕΦΚΑ) είναι ενταγμένοι στα ΒΑΕ. Έχουμε νοσηλεύτριες που προσλήφθηκαν 17 ετών και θα χρειαστεί να δουλέψουν έως το 62ο έτος της ηλικίας, 45 χρόνια υπηρεσίας αφού δεν έχουν τη δυνατότητα συνταξιοδότησης με 40 χρόνια υπηρεσίας χωρίς όριο ηλικίας. 3.000 συνάδελφοι έχουν διαπιστωμένα σοβαρά προβλήματα υγείας με αναπηρίες πιστοποιημένα από υγειονομικές επιτροπές άνω του 67%. Νοσηλευτές πάνω από 25 χρόνια υπηρεσίες με βάση επιδημιολογικές μελέτες τις οποίες καταθέσαμε στην αρμόδια επιτροπή που συστάθηκε στο υπουργείο Εργασίας για την ένταξη στα ΒΑΕ αντιμετωπίζουν μυοσκελετικά προβλήματα. Πώς να αντέξουν να προσφέρουν ασφαλείς υπηρεσίες 67 ετών;»
Ο κ. Γιαννάκος, αναφερόμενος στο πόρισμα της Επιτροπής Μπεχράκη, επισημαίνει ότι παρότι είναι πολύ θετικό παραμένει στα συρτάρια του υπουργείου Εργασίας ανεφάρμοστο για πάνω από μια τριετία. Ταυτόχρονα από την 1.1.2023 δεν ισχύουν οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι έτσι εξοικονομεί προσωπικό στο ΕΣΥ ενώ γίνεται το αντίθετο καθώς, η υπερεργασία, η εργασιακή εξουθένωση, η έλλειψη κινήτρων οδηγεί σε μαζικές παραιτήσεις. «Είναι δυνατόν σήμερα να προσελκύουν νέους για σπουδές στις νοσηλευτικές σχολές που το ενδιαφέρον είναι ελάχιστο, όταν οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ αμείβονται με 100ευρώ επιπλέον το μήνα για 7 νύκτες, 7 απογεύματα και τρεις αργίες; Με δεκάδες χρωστούμενα ρεπό;» διερωτάται.