Η χρηματοδότηση της υγείας είναι ένα κρίσιμο, αναπόσπαστο και ουσιαστικό στοιχείο για τη βιωσιμότητα του συστήματος Υγείας. Ωστόσο, σύμφωνα με τους ειδικούς το χρηματοδοτικό κενό στη δημόσια δαπάνη υγείας στην Ελλάδα ανέρχεται σε τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ ετησίως έναντι του μέσου όρου του ΟΟΣΑ.
Όπως ανέφερε στην ομιλία του σε ημερίδα με τίτλο «Χρηματοδότηση της υγείας: Προκλήσεις και Λύσεις για ένα βιώσιμο σύστημα» που έγινε στο ΕΒΕΑ στο πλαίσιο Forum για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές Υγείας ο επίκουρος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας, Εργαστήριο Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας, Τμήμα Πολιτικών Δημόσιας Υγείας, Πα.Δ.Α., Πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών της Υγείας (i-hecon), Κώστας Αθανασάκης αυξάνεται καθημερινά η ανησυχία σχετικά με τη δυναμική των κλασικών πηγών χρηματοδότησης όπως για παράδειγμα από τη γενική φορολογία, τις εργασιακές εισφορές κ.λπ., οι οποίες ενδέχεται να προσεγγίζουν τα όριά τους.
Όπως είπε, τα συστήματα που βασίζονται κυρίως στη δημόσια δαπάνη υγείας και λιγότερο στην ιδιωτική (out-of-pocket) δαπάνη, επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα υγείας. Η χρηματοδότηση της υγείας απαιτεί κατά τη γνώμη του πολύπλευρες πολιτικές, οι οποίες -πέρα από το δημοσιονομικό περιβάλλον- θα πρέπει να ενσωματώνουν τη διάσταση της αποδοτικότητας της δαπάνης. Για τη διασφάλιση των απαραίτητων πόρων, πηγή αποτελούν και οι φόροι κατανάλωσης σε επιβλαβή για την υγεία προϊόντα (οι οποίοι αν επιβληθούν θα πρέπει να κατευθύνονται υποχρεωτικά στο σύστημα υγείας), αλλά και άλλοι τρόποι εναλλακτικής φορολόγησης. Επισήμανε επίσης, πως αξίζει να διερευνηθεί για την Ελλάδα η εφαρμογή του κοινωνικού ΦΠΑ, με δέσμευση της πολιτείας ότι ένα ποσοστό των εσόδων από τον ΦΠΑ θα προορίζεται για την Κοινωνική Πρόνοια.
Ο Ηλίας Κυριόπουλος, επίκουρος καθηγητής Οικονομικών της Υγείας στο London School of Economics (LSE), εξήγησε ότι ιστορικά η Ελλάδα έχει δυσκολευθεί να φέρει καλά αποτελέσματα μέσα από μια σειρά μεταρρυθμιστικών προσπαθειών, όπως στις περιπτώσεις της χαμηλής δημόσιας χρηματοδότησης σε σχέση με τις ιδιωτικές δαπάνες, της μέτρησης της ποιότητας, του κόστους και των κλινικών εκβάσεων στις δομές υγείας, του συστήματος αποζημίωσης προμηθευτών, της αξιολόγησης παρεμβάσεων και τεχνολογιών υγείας, της πολιτικής δεδομένων υγείας και των πολιτικών δημόσιας υγείας. Μην ξεχνάμε ότι παρά την αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης στα νοσοκομεία από 1,7 δισ. πέρυσι σε 2,2 δισ. φέτος (+29,4%), συνεχίζεται η έλλειψη ρευστότητας και δημιουργούνται ληξιπρόθεσμες οφειλές. Σύμφωνα με τους ειδικούς, η κρατική χρηματοδότηση του 52% για τα έξοδα των νοσοκομείων, θα πρέπει να περάσει στον ΕΟΠΥΥ, που σήμερα συμμετέχει με ποσοστό μόλις 29%.