Έτοιμος είναι ο νέος υγειονομικός χάρτης της χώρας σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας Θάνο Πλεύρη, ο οποίος, μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, ανακοίνωσε ότι το υπουργείο θα τον παρουσιάσει σύντομα ώστε πλέον οι υγειονομικές δομές να εξυπηρετούν τους πολίτες και να έχουμε σύγχρονες δομές με μηχανήματα, με προσωπικό που είναι η μεγάλη δυσκολία, με πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Όπως είπε ο υπουργός, η Αθήνα μπαίνει στον υγειονομικό χάρτη, γιατί στην Αθήνα υπάρχει η εξής ιδιαιτερότητα, μέσα σε ένα δρόμο μπορείτε να δείτε 10-15 νοσοκομεία παλιά κτίρια.
Ωστόσο, συμπλήρωσε ότι και η Θεσσαλονίκη θα έχει νέα νοσοκομεία με το Ογκολογικό που θα γίνει, το οποίο έχει χωροθετηθεί στην περιφερειακή οδό, έχουν δεσμευτεί τα χρήματα, και το έργο θα υλοποιηθεί εντός οκταετίας ενώ, θα γίνει και παιδιατρικό. Πρόκειται για τα τρία σημαντικά νοσοκομεία που χρηματοδοτούνται από το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Σύμφωνα με τον υπουργό, ο νέος υγειονομικός χάρτης ήταν στόχος της κυβέρνησης για την τρέχουσα τετραετία αλλά λόγω της πανδημίας δεν πρόλαβε να υλοποιηθεί και θα είναι στόχος πλέον για την επόμενη τετραετία.
Να θυμίσουμε ότι, ομότιμος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής στο ΕΚΠΑ, διευθυντής του Ινστιτούτου Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής και μέλος του αdvisory board της διαΝΕΟσις Γιάννης Τούντας έχει καταγράψει σε μελέτη τις προσπάθειες που έχουν γίνει και στο παρελθόν για τη μετεγκατάσταση των νοσοκομείων της Αθήνας που είναι συγκεντρωμένα στο κέντρο της Αθήνας, σε απόσταση μικρότερη του ενός χιλιομέτρου, όπου, τέσσερα από αυτά στεγάζονται σε πεπαλαιωμένα κτήρια, ενεργοβόρα και τελείως ακατάλληλα για την παροχή αποτελεσματικής και ποιοτικής νοσοκομειακής περίθαλψης.
Σύμφωνα με τον κ. Τούντα, η ίδρυση τους ήταν αποτέλεσμα αναγκών που δημιουργούσαν οι επιμέρους ιστορικές συγκυρίες, οι δημογραφικές αλλαγές, οι επιθυμίες των μεγάλων δωρητών, αλλά και οι πολιτικές σκοπιμότητες. Από τη θεσμοθέτηση του ΕΣΥ το 1983 μέχρι σήμερα, ενώ ιδρύθηκαν πολλά νέα νοσοκομεία, κυρίως στην περιφέρεια, δεν υπήρξε ποτέ ολοκληρωμένη προσπάθεια για επανασχεδιασμό και ανασυγκρότηση του νοσοκομειακού τομέα με γνώμονα την ικανοποίηση των αναγκών υγείας του πληθυσμού κάθε Περιφέρειας.
Η μεταστέγαση όλων ή ορισμένων από τα τέσσερα νοσοκομεία σε άλλη περιοχή με παράλληλη διατήρηση των ιστορικών τους κτηρίων επί της λεωφόρου Βασ. Σοφίας μπορεί να γίνει, όπως λέει, με αξιοποίηση του χώρου που διαθέτουν τα δυο πανεπιστημιακά νοσοκομεία, Αρεταίειο και Αιγινήτειο, για την ανέγερση σύγχρονου πανεπιστημιακού νοσοκομείου δυναμικότητας περίπου 500 κλινών.
Στην πρώτη περίπτωση, τα ιστορικά κτήρια των τεσσάρων νοσοκομείων, που οι προσόψεις τους βρίσκονται επί της Βασ. Σοφίας και τα οποία καταλαμβάνουν σχετικά μικρό μέρος του συνολικού χώρου, θα μπορούσαν να παραμείνουν και να στεγάσουν αναγκαίους ιατρικοπολιτιστικούς φορείς. Αυτό αφορά ειδικά τα νεοκλασικά κτήρια των νοσοκομείων Αρεταίειο και Αιγινήτειο, που είναι διατηρητέα αλλά και που η χρήση τους, με βάση τα κληροδοτήματα από τα οποία προέρχονται, πρέπει να αφορά τον τομέα της υγείας. Τέτοιοι φορείς μπορεί να είναι Μουσείο Αρχαίας και Σύγχρονης Ελληνικής Ιατρικής (κάτι που δεν διαθέτει η χώρα του Ιπποκράτη), Βιβλιοθήκη Επιστημών Υγείας, ή Πανεπιστημιακό Αστικό Κέντρο Υγείας για την εκπαίδευση των φοιτητών στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας.
Επίσης, η μεταστέγαση θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί σε ένα νέο πανεπιστημιακό νοσοκομείο στον χώρο του Σωτηρία ή στην πέριξ αυτού περιοχή, όπως είχε προταθεί κατά το παρελθόν, με χρηματοδότηση που μπορεί να προέλθει από την εμπορική αξιοποίηση μέρους του χώρου που καταλαμβάνουν σήμερα τα υπάρχοντα νοσοκομεία.