Μόνο βασικές γνώσεις έχουν οι φαρμακοποιοί για την φαρμακοεπαγρύπνηση και το θεσμό της Κίτρινης Κάρτας, αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι οφείλουν να έχουν ενεργό ρόλο στη φαρμακοεπαγρύπνηση ενώ έχουν θετική στάση απέναντι στην αναφορά των ανεπιθύμητων ενεργειών, σύμφωνα με μελέτη.
Η φαρμακοεπαγρύπνηση είναι η επιστήμη και οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τον εντοπισμό, την αξιολόγηση, την κατανόηση και την πρόληψη των ανεπιθύμητων ενεργειών ή άλλων ζητημάτων που σχετίζονται με φάρμακα.
Τα στοιχεία
Από τα αποτελέσματα της μελέτης η οποία βασίστηκε σε 281 ερωτηματολόγια που συμπλήρωσαν φαρμακοποιοί από όλη την Ελλάδα, προέκυψε ότι:
*το 46% των φαρμακοποιών δεν γνωρίζει ότι υπάρχει κέντρο αναφοράς ανεπιθύμητων ενεργειών των φαρμάκων στην Ελλάδα,
* το 48% δεν θυμάται ή είναι σίγουρο ότι δεν έχει εκπαιδευτεί πάνω στο θέμα αυτό,
* μόνο το 35% έχει συμπληρώσει έστω μία φορά την Κίτρινη Κάρτα. Η πλειονότητα των φαρμακοποιών, άλλωστε, την έχει συμπληρώσει λιγότερες από πέντε φορές,
* μόνο ένας στους τρεις γνώριζε το χρονικό διάστημα που πρέπει να δηλώνεται μία ανεπιθύμητη ενέργεια. Ωστόσο σχεδόν όλοι οι φαρμακοποιοί αναγνώρισαν ότι η αναφορά των ανεπιθύμητων ενεργειών είναι πολύ σημαντική για την ασφάλεια των φαρμάκων,
* το 37% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι υπεύθυνος για την αναφορά των ανεπιθύμητων ενεργειών είναι ο γιατρός, το 42,3% εκτιμά ότι είναι ο φαρμακοποιός, το 4,3% ο νοσηλευτής, το 14,2% η φαρμακευτική εταιρεία και το 13,2% ο ασθενής. Ποσοστό 46,6% θεωρεί υπεύθυνους όλους τους παραπάνω
* εννιά στους δέκα έδειξαν θετική στάση στο να εκπαιδευτούν σχετικά, αναγνωρίζοντας ότι ο φαρμακοποιός πρέπει να συμμετέχει ενεργά στην αναφορά των ανεπιθύμητων ενεργειών και
* όλοι αναγνώρισαν ότι η αναφορά είναι πολύ σημαντική για την ασφάλεια των φαρμάκων.
Η μελέτη εκπονήθηκε από τη φαρμακοποιό, αντιπρόεδρο του Φαρμακευτικού Συλλόγου Κοζάνης, Ελισσάβετ Δερβενιωτάκη, στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος «Κλινική και Βιομηχανική Φαρμακολογία – Κλινική Τοξικολογία» του τμήματος Ιατρικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, υπό την επίβλεψη του καθηγητή Φαρμακολογίας Γιώργου Παπαζήση, και παρουσιάστηκε στο 12ο Επιστημονικό Συνέδριο του Τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ που διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη.