Οι σημαντικές προκλήσεις που αφορούσαν στην Υγεία του ανθρώπου ήταν εμφανείς πολύ πριν την πανδημία της Covid-19. Η πανδημία ωστόσο τις έφερε στο προσκήνιο με τρόπο εμφατικό και συχνά δραματικό. Στην εποχή μας, οι ασθένειες και οι επιπτώσεις τους εντείνονται ταχύτατα, ο πληθυσμός σε μεγάλο μέρος του πλανήτη γερνά, η υγεία των ανθρώπων επηρεάζεται από παραμέτρους που στο παρελθόν δεν υπολογίζαμε – όπως η κλιματική αλλαγή και οι φυσικές καταστροφές – και οι φορείς που εμπλεκόμαστε στον κλάδο της Υγείας καλούμαστε να βρούμε άμεσες αποτελεσματικές απαντήσεις.
Σε επίπεδο αντιμετώπισης των ασθενειών, ο μόνος τρόπος να ανταποκριθούμε επιτυχώς είναι να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που μας δίνει η επιστήμη. Και ευτυχώς, σε αυτόν τον τομέα τα μηνύματα είναι θετικά. Μέσα από την αξιοποίηση της ψηφιοποίησης, των δεδομένων και της τεχνητής νοημοσύνης, οι επιστήμονες μπορεί να οδηγηθούν σε αρτιότερη και εξαιρετικά ταχύτερη κατανόηση των ασθενειών. Αυξάνεται κατά συνέπεια η δυνατότητά μας τόσο σε επίπεδο πρόληψης, ενός τομέα δευτερεύουσας δυστυχώς προτεραιότητας στην ελληνική πραγματικότητα, όσο και σε επίπεδο δημιουργίας νέων καινοτόμων φαρμάκων και στοχευμένων θεραπειών.
Δεν αρκεί όμως αυτό. Η πρόσβαση στα καινοτόμα φάρμακα είναι απαραίτητη για τη διασφάλιση της υγείας των συνανθρώπων μας. Στην Ελλάδα η πρόσβαση αυτή απειλείται. Οι εξαντλητικές οικονομικές επιστροφές που επιβάλλονται από τη νομοθεσία έχουν ως αποτέλεσμα δύο στα τρία καινοτόμα σκευάσματα να προσφέρονται δωρεάν θέτοντας σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των εταιριών στη χώρα. Για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του κλάδου, προϋπόθεση αποτελούν καλύτερα και οικονομικά εύρωστα συστήματα υγείας, ανθεκτικά σε κλυδωνισμούς, με δυνατότητα να ανακάμπτουν γρήγορα από μικρά και μεγάλα σοκ. Συστήματα υγείας που αναγνωρίζουν την προστιθέμενη αξία των καινοτόμων θεραπειών και επιθυμούν να εξασφαλίσουν την έγκαιρη και απρόσκοπτη πρόσβαση των πολιτών σε αυτά. Οφείλουμε συνεπώς, ειδικά στην Ελλάδα, να απαντήσουμε στο ερώτημα πώς, με ποια εργαλεία και με ποιες προτεραιότητες θα αναδιοργανώσουμε το σύστημα υγείας μας.
Όπως και στην καταπολέμηση της πανδημίας, έτσι και στην περίπτωση αυτή, στην AstraZeneca αναλαμβάνουμε ηγετικό ρόλο προκειμένου να δοθούν οι κατάλληλες απαντήσεις. Στηρίζουμε τη διεθνή συνεργασία Partnership for Health System Sustainability and Resilience (PHSSR) που ξεκίνησε το 2020 από το London School of Economics και το World Economic Forum. Η πρωτοβουλία ήδη δραστηριοποιείται σε περισσότερες από 20 χώρες με τη συνεργασία πανεπιστημιακών, μη κυβερνητικών οργανώσεων, βιοεπιστημόνων και επιστημόνων υγείας, υπηρεσιών υγειονομικής φροντίδας καθώς και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Επικεφαλής της μελέτης για την Ελλάδα είναι ο κ. Κώστας Αθανασάκης, Επίκουρος Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής. Σύντομα θα έχουμε τα αποτελέσματα της δικής του μελέτης τα οποία όχι μόνο θα μοιραστούμε με το υπουργείο Υγείας και όλους τους εμπλεκόμενους φορείς του κλάδου αλλά θα πρωταγωνιστήσουμε στην προσπάθεια τα συμπεράσματά της να διαμορφώσουν πολιτικές για το μέλλον της Υγείας.
Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, καθίσταται ξεκάθαρο ότι στον κλάδο της Υγείας απαιτούνται άμεσα λύσεις σε παγκόσμιες προκλήσεις, την ώρα που τα εγχώρια συστήματα υγείας έχουν τοπικά χαρακτηριστικά. Και οι λύσεις αυτές δεν μπορεί παρά να δοθούν μέσα από τη συνεργασία κυβερνήσεων, νομοθετών, ακαδημαϊκών, παρόχων υπηρεσιών υγείας, φορέων ασφάλισης και φυσικά των ασθενών και της επιστημονικής κοινότητας. Μια συνεργασία που δεν μπορεί παρά να προωθεί και να υποστηρίζει τη χάραξη μιας ευέλικτης πολιτικής υγείας βασισμένη σε πραγματικά δεδομένα. Αυτό φιλοδοξεί να κάνει το PHSSR. Γι’ αυτό και η AstraZeneca στηρίζει την πρωτοβουλία αυτή. Το κύρος, η αξιοπιστία και η τεχνογνωσία των φορέων της πρωτοβουλίας αυτής σε παγκόσμιο και εγχώριο επίπεδο μας κάνουν να αισιοδοξούμε για το αποτέλεσμα.